Ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου Ξενοφών Κοντιάδης, επισημαίνει σε ανάρτησή του ότι δεν πρέπει να γίνει δεκτό από τη Βουλή το αίτημα του πρώην υφυπουργού για παραπομπή του απευθείας σε δικαστικό συμβούλιο.
Ο Ξ. Κοντιάδης τονίζει ότι μια τέτοια ενέργεια θα αποτελούσε κατάφωρη καταστρατήγηση του Συντάγματος και θα είχε ως στόχο τη συγκάλυψη ευθυνών.
«Ο κ. Τριαντόπουλος δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει να γίνει ή να μη γίνει η Προανακριτική, όπως κανένας ύποπτος ή κατηγορούμενος δεν μπορεί να ζητήσει να μην γίνει προανάκριση ή ανάκριση», επισημαίνει ο καθηγητής, υπογραμμίζοντας τη σημασία της Προανακριτικής:
«Έχει τεράστια σημασία το έργο της Προανακριτικής Επιτροπής διότι από αυτό εξαρτάται πρώτον αν θα υπάρξουν διώξεις και άλλων προσώπων και δεύτερον ποιο ακριβώς θα είναι το αδίκημα για το οποίο η Ολομέλεια θα ασκήσει δίωξη, το οποίο για να “αναβαθμιστεί” εν συνεχεία πχ από πλημμέλημα σε κακούργημα από το Δικαστικό Συμβούλιο θα πρέπει προηγουμένως να επανέλθει ο φάκελος στη Βουλή, ζήτημα εξαιρετικά κρίσιμο και σε σχέση με τον χρόνο της δίωξης ενόψει της παράλειψης της κυβέρνησης επί 5 χρόνια να τροποποιήσει τα σχετικά με την αποσβεστική προθεσμία στον νόμο περί ευθύνης υπουργών».
«Eλπίζω ειλικρινά ότι θα υπάρξει ένας έστω βουλευτής της πλειοψηφίας, μέλος της Προανακριτικής, ο οποίος δεν θα συμπράξει σε ένα τέτοιο συνταγματικό ατόπημα, που αφορά το έγκλημα των Τεμπών. Ένας αρκεί!», καταλήγει η ανάρτηση του κ. Κοντιάδη.
Αναλυτικά η ανάρτηση του Ξ. Κοντιάδη:
«Αν αποφασίσει σήμερα η Προανακριτική Επιτροπή να κλείσει τις εργασίες της πριν καν τις ανοίξει, θα πρόκειται για πρόδηλη καταστρατήγηση του Συντάγματος με σκοπό (για ακόμη μία φορά) τη συγκάλυψη ευθυνών. Το εξήγησα χθες προφορικά σε τέσσερα ΜΜΕ, αναρτήθηκε στο syntagmawatch.gr σχετικό άρθρο του συναδέλφου Χ.Τσιλιώτη (υπεράνω πολιτικής “υποψίας”, αφού δεν είναι μυστικό ότι ήταν υποψήφιος βουλευτής της ΝΔ το 2019), αναρτήσεις έκαναν επίσης αρκετοί άλλοι καθηγητές όπως οι Γ. Τασόπουλος και Π. Λαζαράτος, που ασφαλώς δεν έχουν πολιτική “ταμπέλα”. Αλλά συνεχίζω να εμπιστεύομαι την κρίση κάθε πολίτη και γι’ αυτό, πριν προχωρήσω σε κάποια σχόλια ακόμη, παραθέτω τι ρητώς προβλέπει το Σύνταγμα.
Άρθρο 86 παρ. 3: “Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Με τη διαδικασία και την πλειοψηφία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλεί την απόφασή της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία.”
Σημειώνω επιπλέον και τα εξής: 1. Ο κ. Τριαντόπουλος δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει να γίνει ή να μη γίνει η Προανακριτική, οπώς κανένας ύποπτος ή κατηγορούμενος δεν μπορεί να ζητήσει να μην γίνει προανάκριση ή ανάκριση. 2. Έχει τεράστια σημασία το έργο της Προανακριτικής Επιτροπής διότι από αυτό εξαρτάται πρώτον αν θα υπάρξουν διώξεις και άλλων προσώπων και δεύτερον ποιο ακριβώς θα είναι το αδίκημα για το οποίο η Ολομέλεια θα ασκήσει δίωξη, το οποίο για να “αναβαθμιστεί” εν συνεχεία πχ από πλημμέλημα σε κακούργημα από το Δικαστικό Συμβούλιο θα πρέπει προηγουμένως να επανέλθει ο φάκελος στη Βουλή, ζήτημα εξαιρετικά κρίσιμο και σε σχέση με τον χρόνο της δίωξης ενόψει της παράλειψης της κυβέρνησης επί 5 χρόνια να τροποποιήσει τα σχετικά με την αποσβεστική προθεσμία στον νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Τέλος, ως προς την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 86 του Συντάγματος, έχω τη γνώμη ότι θα πρέπει πράγματι να τροποποιηθεί ώστε να μην μπορεί η εκάστοτε πλειοψηφία να καλύπτει τους υπουργούς και πρώην υπουργούς της, όπως βλέπουμε να συμβαίνει. Μέχρι όμως να γίνει συνταγματική αναθεώρηση και να προσδιοριστεί νέα διαδικασία και νέα όργανα για την ποινική δίωξη των υπουργών, είναι αδιανόητο να παραβιάζεται το ισχυόν Σύνταγμα για ακόμη μία φορά με σκοπό να μην αποκαλυφθεί όλη η αλήθεια και να μην λογοδοτήσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι σε ένα έγκλημα το οποίο συγκλονίζει την ελληνική κοινωνία και λόγω ατυχών κυβερνητικών χειρισμών έχει προκαλέσει κρίση των δημοκρατικών θεσμών.
Eλπίζω ειλικρινά ότι θα υπάρξει ένας έστω βουλευτής της πλειοψηφίας, μέλος της Προανακριτικής, ο οποίος δεν θα συμπράξει σε ένα τέτοιο συνταγματικό ατόπημα, που αφορά το έγκλημα των Τεμπών. Ένας αρκεί!».