Έλενα Μπουλετή*
Όπως δείχνουν οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία, το «σύστημα Ερντογάν», που έχει εναγκαλιστεί την εξουσία χρόνια τώρα, επιδιώκει με κάθε τρόπο -και χωρίς να ορρωδεί προ ουδενός- να παραμείνει ο επικεφαλής του ισόβια πρόεδρος, με ότι αυτό συνεπάγεται για την πολιτική κατάσταση στη χώρα, την ποιότητα των θεσμών της και το επίπεδο της «δημοκρατίας» της.
Πλέον η παρουσία Ερντογάν στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας είναι τόσων ετών ώστε να μπορεί να αναλυθεί σε υποπεριόδους, καθεμία με δικά της επιμέρους χαρακτηριστικά, ο «Ερντογανισμός» να σπάσει σε φάσεις, πιο ήπιου και πιο απόλυτου αυταρχισμού, με μεγαλύτερα ή μικρότερα ανοίγματα στη Δύση, με διαφορετική στάση στο κουρδικό, τα ελληνοτουρκικά, κτλ. Ολόκληρες γενιές νέων πολιτών στην Τουρκία δεν έχουν γνωρίσει άλλη πολιτική εξουσία από αυτή του Ερντογάν, (η οποία ξεκίνησε όταν εξελέγη δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, στη συνέχεια πρωθυπουργός για τρεις συνεχόμενες θητείες (2003-2014) και 12ος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας (2014 έως σήμερα) και αυτό λέει πολλά για το πώς οι τελευταίοι μπορούν να αντιληφθούν την εξουσία, την πολιτική, την όποια δυνατότητα για πολιτική μεταβολή -και πώς αυτή μπορεί να έρθει- στη χώρα. Η πολιτική επιρροή Ερντογάν μπορεί να συγκριθεί στη διάρκειά της μόνο με εκείνη του Μουσταφά Κεμάλ, και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η μία βρίσκεται στον πολιτικό αντίποδα της άλλης, ο κοσμικός, «δυτικότροπος» κεμαλισμός έναντι του πιο προσανατολισμένου στη θρησκεία, ανατολικότροπου Ερντογανισμού, ένα δίπολο που σε μεγάλο βαθμό αντανακλά μια βασική διαίρεση της τουρκικής κοινωνίας -και έχει μέχρι και γεωγραφική απεικόνιση στα «ευρωπαϊκά» παράλια και την «Τουρκία της Ανατολίας», και που ωστόσο εκκινεί από το ίδιο σημείο: την απολυταρχική νομή της εξουσίας, εις βάρος του πολίτη, χάριν του «κράτους».
Η εξουσία
Φαίνεται λοιπόν, ότι και ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος αλλά και το σύστημα που τον πλαισιώνει και που μετά από τόσα χρόνια ταυτίζεται σχεδόν απόλυτα με το κράτος επιδιώκει να διατηρηθεί στην εξουσία ισοβίως, παρά το γεγονός ότι το Σύνταγμα της χώρας απαγορεύει μια επανεκλογή για τον ήδη εκλεγμένο δυο φορές Ερντογάν. Τούρκοι δημοσιογράφοι αναφέρουν την επιδίωξη για μια ισόβια προεδρία όπως του Αλίεφ στο Αζερμπαιτζάν, του Λουκασένκο στη Λευκορωσία ή του Πούτιν ως σχεδόν μονόδρομο για τον Τούρκο πρόεδρο, καθώς είναι αναμενόμενο να βλέπει μεγάλους κινδύνους για τον εαυτό του και τους συν αυτώ αν ποτέ εγκαταλείψει την εξουσία που του προσφέρει όχι μόνο δύναμη αλλά και ασυλία. Εξάλλου, οι αλλαγές που έχουν κατά καιρούς γίνει στο σύνταγμα της χώρας με πρωτοβουλία του συστήματος και με σκοπό να γίνει η εξουσία «προεδροκεντρική», έχουν μεταβάλει και εν πολλοίς ακυρώσει τις όποιες ισορροπίες αρμοδιοτήτων υπήρχαν στην τουρκική πολιτεία. Ως εκ τούτου μια μεταβολή στους επικεφαλής θα μπορούσε να εκκινήσει εξελίξεις που κανείς δε θα μπορούσε να προβλέψει, και ίσως επιθυμία για αντεκδίκηση στους πολλούς που βρίσκονται εκτός των ωφελημένων όλων αυτών των χρόνων. Τώρα, υπάρχει το ενδεχόμενο είτε για μια ακόμη συνταγματική αναθεώρηση είτε για πρόωρες εκλογές, προκειμένου να μπορέσει ο Τούρκος πρόεδρος να ξεπεράσει τον σκόπελο των δυο θητειών και να παραμείνει στην εξουσία και μετά το 2028. To άλλο εμπόδιο στην «ισόβια θητεία» του είναι φυσικά ο Ιμάμογλου.
Το αντίπαλο δέος
Ο νυν δήμαρχος Κωνσταντινούπολης έχει καταγραφεί ως υπολογίσιμος αντίπαλος του Ερντογάν καθώς έχει ήδη επικρατήσει σε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις έναντι του «συστήματος», με πολιτική αφετηρία που μοιάζει πολύ με εκείνη του Τούρκου προέδρου. Έχει ενδιαφέρον, και είναι ένα στοιχείο δηλωτικό της πολιτικής κατάστασης στην Τουρκία διαχρονικά, το γεγονός ότι και η καριέρα του Ερντογάν είχε αφετηρία τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης, όταν το Ισλαμιστικό Κόμμα της Ευημερίας του Νετζμετίν Ερμπακάν -από το οποίο προερχόταν – είχε κριθεί παράνομο από το Τουρκικό Συνταγματικό Δικαστήριο, σε μια συγκυρία που λίγο διαφέρει από αυτή που δημιουργεί τώρα ο ίδιος για τον νυν πολιτικό του αντίπαλο. Τούρκοι εισαγγελείς βρήκαν λόγους ώστε ο Ιμάμογλου να συλληφθεί μαζί με πάνω από εκατό ακόμη άτομα, λίγες ημέρες πριν να λάβει και επίσημα το χρίσμα για την υποψηφιότητά του για την προεδρία από το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, ενώ και το πτυχίο του από τουρκικό πανεπιστήμιο -που είναι προαπαιτούμενο για να μπορεί κανείς να θέσει υποψηφιότητα κηρύχθηκε άκυρο λόγω παράτυπης μετεγγραφής. Βέβαια, οι μεθοδεύσεις για να μπορέσει να μπλοκαριστεί το πολιτικό μέλλον του Ιμάμογλου είχαν αρχίσει εδώ και τρία χρόνια περίπου και αφορούσαν καταδίκες για άλλες αφορμές (συγκεκριμένα, για την προσβολή μελών του Ανώτατου Εκλογικού Συμβουλίου με τη δικαιοσύνη πάλι να εξαντλεί την αυστηρότητά της εις βάρος του), και είχε γίνει σαφές ότι με κάποια αιτίαση αυτό θα συνέβαινε, έμενε να φανεί απλά ποια θα ήταν αυτή. Ο ίδιος είχε δηλώσει στις 15/03 ότι «Θα με βγάλουν από το παιχνίδι. Θα κάνουν ό,τι μπορούν. Κάνουν βρώμικη δουλειά, δήθεν θα με κάνουν να υποκύψω με το χέρι της αστυνομίας. Στην πραγματικότητα, θέλουν να το κάνουν πριν από τις 23 Μαρτίου αν είναι δυνατόν» (ημερομηνία που θα λάμβανε το χρίσμα του υποψηφίου και επίσημα)… «Το πρόβλημά τους είναι η καρέκλα».
Η ισχύς
Η αντίδραση των Τούρκων πολιτών στη σύλληψη του Ιμάμογλου και των συνεργατών του ούτε μικρή είναι ούτε ασήμαντη, και παρά την συστηματική καταστολή επιμένει, ο δε Ιμάμογλου δηλώνει -ήδη προφυλακισμένος- στον Τούρκο πρόεδρο ότι «θα ηττηθείς». Ωστόσο, το σύστημα Ερντογάν έχει αντιπαρέλθει και στο παρελθόν σημαντικές σε έκταση και σημασία λαϊκές αντιδράσεις, εντείνοντας τον απολυταρχισμό του και συνήθως επενδύοντας σε πολιτικές πυγμής και εντυπωσιασμού. Η δε διεθνής συγκυρία φαίνεται πως ίσως ευνοεί μια τέτοια πολιτική εκκαθάρισης πολιτικών αντιπάλων στο εσωτερικό της χώρας για τον Ερντογάν. Καθώς και από αλλού προκρίνεται «η ειρήνη της ισχύος», και μάλιστα από χώρες με -θεωρητικά τουλάχιστο- μεγαλύτερη δημοκρατική παράδοση από την Τουρκία, ο Τούρκος πρόεδρος φαίνεται πως μπορεί να προβαίνει σε «νοικοκύρεμα των του οίκου του» με τη γνωστή του αυταρχική μέθοδο, χωρίς έστω τις αναμενόμενες αντιδράσεις από το εξωτερικό της χώρας, από όπου προκρίνεται και αποτιμάται μάλλον η ισχυρή παρουσία, η χρησιμότητα και οι ισορροπίες και μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα η δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, στις Βρυξέλλες, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ερωτηθείσα για τη σύλληψη του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης αρκέστηκε να απαντήσει ότι τη θεωρεί «βαθιά ανησυχητική». Ωστόσο στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής, αν και υπενθυμίστηκε ότι η Τουρκία (όπως και οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο) δεν αποτελούν χώρες που μπορούν να έχουν πρόσβαση στα δάνεια της Ε.Ε., για την περίπτωση της Τουρκίας έγινε ειδική μνεία και τονίστηκε ότι η χώρα είναι υποψήφια για ένταξη και «μακροχρόνιος εταίρος» της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας. Αν η «βαθιά ανησυχία» της Ευρώπης όλα τα προηγούμενα χρόνια που η Τουρκία βρισκόταν στον προθάλαμο της ΕΕ δεν βοήθησε στην στροφή της τουρκικής πολιτικής προς το δημοκρατικότερο, αυτό δε θα συμβεί ούτε και τώρα, που η ευρωπαϊκή άμυνα ενδέχεται να χρειαστεί την τουρκική πολεμική βιομηχανία, το μεταναστευτικό είναι ακόμη στο τραπέζι με τους ίδιους -ή και χειρότερους- όρους με αυτούς που είχε έως τώρα που η Τουρκία θεωρούνταν ασφαλής τρίτη χώρα για τους αιτούντες διεθνή προστασία, (με καταγωγή από Συρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Μπαγκλαντές και Σομαλία), κτλ.
Μια νέα περίοδος Ερντογανισμού;
Προφανώς και το ζήτημα του δημοκρατικού ελλείματος στην Τουρκία δεν απαριθμεί μόνο αυτές τις παραμέτρους και δεν γίνεται η ανάλυσή του να εξαντληθεί σε λίγες παραγράφους. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι έχουμε μπει σε μια νέα φάση της διακυβέρνησης Ερντογάν, σε μια νέα περίοδο Ερντογανισμού, αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι, όπου οι εξελίξεις επιταχύνονται καθώς οι κοινωνικές πιέσεις εντείνονται και οι πολίτες στερούνται ακόμη μιας επιλογής, αυτής του Εκρέμ Ιμάμογλου, που, από ότι φαίνεται ήταν έτοιμοι και διατεθειμένοι σε μεγάλο ποσοστό να κάνουν στις επόμενες εθνικές εκλογές. Οι κυβερνητικές μεθοδεύσεις θα στερήσουν όπως φαίνεται -με κάθε κόστος- το δικαίωμα στο λαό να εκφράσει τη βούλησή του, έστω και περιορισμένα, έστω και μέσα από το δίπολο Κεμαλισμού – Ερντογανισμού. Μένει να φανεί εάν αυτή η αυξανόμενη πίεση θα εξακολουθήσει να εκτονώνεται μέσα από διάφορες «βαλβίδες», ή θα φέρει κάποια στιγμή μια γενικευμένη κοινωνική έκρηξη.
[Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 25ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του ΕΝΑ]
*Μεταδιδακτορική ερευνήτρια, Πάντειο Πανεπιστήμιο