Η πραγματικότητα των κατ’ ευφημισμό «ανταποδοτικών» δασμών στις εισαγωγές από 180 και πλέον χώρες που ανακοίνωσε την περασμένη Τετάρτη ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, ήταν χειρότερη από τους φόβους των επενδυτών, όπως φάνηκε από το σφυροκόπημα που δέχθηκαν τα χρηματιστήρια στα τέλη της εβδομάδας.
Οι τιμές των μετοχών έκαναν βουτιά σε όλο τον κόσμο την Πέμπτη που εντάθηκε την Παρασκευή, μετά την απάντηση της Κίνας με την επιβολή δασμών στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων και ελέγχους στις εξαγωγές ορισμένων σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η πτώση ήταν μεγαλύτερη στην Wall Street, με τον δείκτη μετοχών S&P 500 να κατρακυλά περίπου 11% στο διήμερο και η κεφαλαιοποίησή του να μειώνεται κατά 5,4 τρις. δολάρια, ενώ ο δείκτης Nasdaq υποχώρησε 12%. Στην Ευρώπη, ο δείκτης Stoxx 50 έκλεισε με απώλειες περίπου 8% στο διήμερο.
Επιπλέον, το δολάριο υπέστη σφυροκόπημα και η ισοτιμία του ευρώ ανατιμήθηκε περίπου 2%, πάνω και από τα 1,10 δολάρια για κάποιο χρονικό διάστημα, αν και την Παρασκευή τα κέρδη του περιορίστηκαν.
Η ετυμηγορία των επενδυτών για το δασμολογικό κρεσέντο του Τραμπ, με την επαναφορά των συντελεστών τους σε επίπεδα που ίσχυαν πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν σαφής: Όλες οι οικονομίες θα πληγούν σε έναν ορατό χρονικό ορίζοντα, αλλά μεγαλύτερο θύμα θα είναι η ίδια η αμερικανική οικονομία, η οποία κινδυνεύει με ύφεση από έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο.
Αυτό είναι, ίσως, ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα στα παγκόσμια χρονικά – η κυβέρνηση της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου να εφαρμόζει μία πολιτική, αγνοώντας όλες τις προειδοποιήσεις για τα δεινά που αυτή θα προκαλέσει στην ίδια και σε χώρες που είναι διαχρονικά σύμμαχοί της.
Αντίστοιχες είναι και οι εκτιμήσεις μεγάλων αμερικανικών τραπεζών και άλλων οίκων, με την τράπεζα JP Morgan να προβλέπει ύφεση 0,3% για την αμερικανική οικονομία φέτος από ανάπτυξη 1,3% πριν τις ανακοινώσεις Τραμπ και εκτίναξη της ανεργίας στο 5,3%. Για την Ευρωζώνη υπάρχουν επίσης ανησυχίες για την ανάπτυξη και η Barclays εκτιμά ότι υπάρχει κίνδυνος ύφεσης στο β’ εξάμηνο του 2025.
Για τα προϊόντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβλήθηκε ενιαίος συντελεστής 20%, ο οποίος επομένως ισχύει και για τα ελληνικά προϊόντα. Οι ελληνικές εξαγωγές στις ΗΠΑ είναι χαμηλές, μόλις στο 4,8% των συνολικών εξαγωγών της χώρας, και αφορούν κυρίως αγροτικά προϊόντα, καύσιμα, χάλυβα και αλουμίνιο. Οι άμεσες επιπτώσεις, επομένως, για την ελληνική οικονομία θα είναι μικρές, αλλά πιο σημαντικές θα είναι οι έμμεσες, λόγω του ότι θα επηρεασθεί αρνητικά η οικονομία βασικών εξαγωγικών αγορών των ελληνικών προϊόντων, όπως της Γερμανίας, της Ιταλίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Οι σαρωτικοί δασμοί του Τραμπ επιβλήθηκαν επί «δικαίων και αδίκων» και με έναν αυθαίρετο τρόπο που προκάλεσε τεράστιες αντιδράσεις σε παραδοσιακούς συμμάχους και αντιπάλους της Αμερικής. Ξεκινούν από το 10% για τις χώρες, με τις οποίες οι ΗΠΑ έχουν πλεονασματικό ή ισοσκελισμένο διμερές εμπορικό ισοζύγιο και κλιμακώνονται ανάλογα με το ύψος του ελλείμματος που έχουν με άλλες χώρες, ως ποσοστό των εισαγωγών από αυτές. Στην Κίνα επιβλήθηκαν δασμοί 34%, αλλά ουσιαστικά 54% αν υπολογισθεί και το 20% που είχε ανακοινωθεί τον περασμένο μήνα, ενώ για άλλες χώρες, ακόμη και φτωχές, ανακοινώθηκαν ακόμη υψηλότεροι συντελεστές.
Η φόρμουλα για τον υπολογισμό των δασμών δεν έχει καμία σχέση με την αποκατάσταση δήθεν αδικιών εις βάρος των ΗΠΑ και την επιβολή από την πλευρά τους «ανταποδοτικών» δασμών που θα αποκαθιστούσαν ισότιμους όρους ανταγωνισμού. Περισσότερο έδωσε την εντύπωση ότι χρησιμοποιήθηκε για την επιβολή μίας νέα παγκόσμιας τάξης στο εμπόριο, η οποία, σύμφωνα με τους εμπνευστές της, θα προσφέρει μία διακριτική μεταχείριση υπέρ των αμερικανικών προϊόντων.
Οι δασμοί θα μπορούσαν θεωρητικά να αναθεωρηθούν και να μετριαστούν μέσα από διμερείς διαπραγματεύσεις. Στην προοπτική αυτή αναφέρθηκε ο πρόεδρος Τραμπ, λέγοντας ότι θα μπορούσε να συζητήσει, αν υπήρχε «κάποια εξαιρετική προσφορά» από τις άλλες χώρες. Και μόνο, όμως, η διατύπωση αυτή, δείχνει ότι η Αμερική θέλει μεγάλες παραχωρήσεις, τις οποίες δύσκολα θα δεχόντουσαν οι άλλες οικονομίες.
Η σκληρή στάση των ΗΠΑ προκάλεσε ήδη τη σκληρή απάντηση από την πλευρά της Κίνας, με επιβολή δασμών 34% στις αμερικανικές εισαγωγές από τις 10 Απριλίου, με αποτέλεσμα μία κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου που θα οδηγήσει σε ακόμη δυσμενέστερες εξελίξεις για όλο τον κόσμο και θα αυξήσει τις πιθανότητες ύφεσης. Από την πλευρά της ΕΕ, επίσης, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τόνισε ότι θα υπάρξει σθεναρή αντίδραση της ΕΕ με αντίμετρα, αν δεν υπάρξει περιθώριο κάποιας συμβιβαστικής λύσης μέσω διαπραγματεύσεων.
«Τρικυμία» στη ναυτιλία από τους δασμούς Τράμπ
Ισχυρούς τριγμούς στη διεθνή ναυτιλιακή κοινότητα και έντονες αντιδράσεις από την Ευρώπη και από την Ελλάδα έχει προκαλέσει η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ για την επιβολή δασμών σε πλοία που ανήκουν εν μέρει ή εξ ολοκλήρου σε κινεζικά συμφέροντα και δένουν σε αμερικανικά λιμάνια.
Ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Βασίλης Κικίλιας, από το βήμα του διεθνούς συνεδρίου “2nd International Maritime Security Conference” που πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα Ευγενίδου, τόνισε τη σοβαρότητα της κατάστασης. «Ζούμε σε αβέβαιους καιρούς και η εθνική οικονομία – όπως και μεγάλο ποσοστό του ΑΕΠ που προέρχεται από τη ναυτιλία – επηρεάζεται άμεσα από γεωπολιτικές και στρατηγικές αποφάσεις. Η ανταγωνιστικότητα όσον αφορά τον κόσμο της ναυτιλίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι περιορισμένη», σημείωσε.
Το 90% του παγκόσμιου εμπορίου μεταφέρεται μέσω θαλάσσης, και η ελληνόκτητη ναυτιλία, αν και σε μεγάλο μέρος υπό ξένη σημαία, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Ο υπουργός τόνισε ότι «πρέπει να δράσουμε προσεκτικά και να γεφυρώσουμε το χάσμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, που βρίσκονται σε συνεχή ανάπτυξη, σε αντίθεση με την ΕΕ που, δυστυχώς, έχει μείνει πολύ πίσω». Και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου: «Αν δεν ληφθούν άμεσα οι σωστές αποφάσεις από την ΕΕ, θα χαθεί ένα – όχι μόνο ελληνικό – στρατηγικό πλεονέκτημα που αφορά στο στόλο και τους πλοιοκτήτες».
Η διεθνής ναυτιλιακή οργάνωση Bimco, σε πρώτη της εκτίμηση για τη νέα πολιτική δασμών, αναφέρει ότι οι δασμοί του Τραμπ θα προκαλέσουν μείωση του παγκόσμιου όγκου των μεταφερόμενων με πλοίο εμπορευματοκιβωτίων τουλάχιστον κατά 0,5%. Σύμφωνα με τον επικεφαλής του τμήματος αναλύσεων της Bimco, Niels Rasmussen, ο κλάδος των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων θα επηρεαστεί περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο.
Η Bimco αναμένει με ενδιαφέρον την αντίδραση των Αμερικανών καταναλωτών, καθώς αυτή θα κρίνει και την τελική επίπτωση στη ναυτιλία. Είναι πιθανό να υπάρξει μείωση στις προαιρετικές δαπάνες, όπως τα ταξίδια και οι υπηρεσίες, γεγονός που μπορεί να αυξήσει την ανεργία στους τομείς αυτούς. Από την άλλη πλευρά, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των δαπανών για αγαθά και να περιορίσει τις επιπτώσεις στη ναυτιλία.
Οι αυξήσεις των δασμών θα έχουν ως αποτέλεσμα τη μηδενική αύξηση των εισαγωγών εμπορευματοκιβωτίων στις ΗΠΑ, με συνέπεια να μειωθεί ο παγκόσμιος όγκος κατά 0,5%. Επιπλέον, οι αυξήσεις των εισαγωγικών δασμών κατά 25% σε επιλεγέντα αγαθά ενδέχεται να αυξήσουν τον μέσο όρο των συνολικών δασμών κατά 15-20%.
Οι χώρες που πλήττονται – Κίνα, Νότια Κορέα, Ιαπωνία και η ΕΕ – έχουν ήδη δηλώσει ότι θα απαντήσουν με αντίμετρα, εντείνοντας τον εμπορικό πόλεμο και επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο την παγκόσμια οικονομία. Ο Rasmussen εκτιμά ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα πληγούν περισσότερο από τις ξένες, καθώς το κόστος εισαγωγών θα αυξηθεί σημαντικά. Η εξέλιξη αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε αυξημένο πληθωρισμό στις ΗΠΑ και σε επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης.
Ένα από τα βασικά προβλήματα που αναδεικνύει η νέα πολιτική Τραμπ είναι η εξάρτηση των ΗΠΑ από κινεζικής κατασκευής πλοία. Τον Φεβρουάριο του 2025, το 20% των πλοίων που κατέφθασαν σε αμερικανικά λιμάνια ήταν κινεζικής κατασκευής. Ωστόσο, οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν ισχυρή ναυπηγική βιομηχανία. Σήμερα, η Κίνα κατασκευάζει 1.700 πλοία ετησίως, ενώ η αμερικανική παραγωγή είναι ελάχιστη. Χωρίς εναλλακτικές, οι αμερικανικές εξαγωγές, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, βρίσκονται σε κίνδυνο.
Το American Petroleum Institute έχει εκφράσει έντονη ανησυχία, εκτιμώντας ότι οι εξαγωγές αργού πετρελαίου θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 20%, ενώ οι καταναλωτές ενδέχεται να επωμιστούν επιπλέον 30 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως λόγω της αύξησης του κόστους. Παρόμοιες ανησυχίες εκφράζουν και οι εξαγωγείς αιθανόλης, καθώς φοβούνται ότι θα χάσουν ανταγωνιστικότητα στις διεθνείς αγορές.
Όπως αναφέρει το Reuters, τα προτεινόμενα τέλη θα μπορούσαν να φτάσουν έως και 3 εκατομμύρια δολάρια ανά επίσκεψη σε λιμάνι των ΗΠΑ. Επιπλέον, διεθνείς φορείς προειδοποίησαν ότι ενδέχεται να επιβληθεί αναδρομική ποινή, επιβαρύνοντας πλοιοκτήτες που έχουν ήδη επενδύσει σε κινεζικά ναυπηγεία. Οι αμερικανικοί φορείς εκμετάλλευσης πλοίων πρότειναν να μην ισχύσουν τα τέλη για πλοία που έχουν ήδη αγοραστεί.
Αρκετές είναι οι φωνές και στην Ελλάδα που υποστηρίζουν ότι η απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλουν λιμενικά τέλη σε όλα τα πλοία που έχουν ναυπηγηθεί στην Κίνα, ανεξαρτήτως πλοιοκτησίας και σημαίας, αποτελεί σοβαρή απειλή για την ελληνική ναυτιλία. Οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν επενδύσει πάνω από 66 δισεκατομμύρια δολάρια σε κινεζικά ναυπηγεία την τελευταία δεκαετία, και το επιπλέον κόστος των 1,5 εκατομμυρίων δολαρίων ανά κατάπλου θα μπορούσε να πλήξει σημαντικά τη βιωσιμότητα πολλών εταιρειών. Αυτό θα έχει επιπτώσεις τόσο στη μεταφορά εμπορευμάτων όσο και στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής ναυτιλίας, που αποτελεί βασικό παράγοντα του παγκόσμιου εμπορίου.
Οι αγορές αποτύπωσαν άμεσα την ανησυχία για τον αντίκτυπο των δασμών στο θαλάσσιο εμπόριο, με τους επενδυτές να αποσύρονται από τον ναυτιλιακό τομέα και να αναζητούν ασφαλέστερες επιλογές. Μάλιστα, η πρώτη μέρα μετά την ανακοίνωση των νέων δασμών συνοδεύτηκε από έντονες αναταράξεις στις διεθνείς χρηματαγορές, με τις μετοχές ναυτιλιακών εταιρειών να καταγράφουν σημαντικές απώλειες. Στην Ιαπωνία, ο δείκτης Nikkei σημείωσε πτώση 2,77%, ενώ η μετοχή της Kawasaki Kisen Kaisha (K Line) υποχώρησε κατά 8,14%. Αντίστοιχα, η Nippon Yusen KK (NYK Line) κατέγραψε πτώση 5,56% και η Mitsui OSK Lines (MOL) απώλειες 5,55%. Στη Σαγκάη, η COSCO SHIPPING έχασε 2,95%, ενώ η Orient Overseas Container Line (OOCL) στο Χονγκ Κονγκ σημείωσε πτώση 5,25%.
Απώλειες σημειώθηκαν και στην ευρωπαϊκή αγορά: η Costamare, ελληνικών συμφερόντων, είδε τη μετοχή της να καταγράφει πτώση 9,5%, η Hapag-Lloyd 8,87%, και η MPC Container Ships 3,62%. Αντίστοιχες ήταν οι απώλειες και για τις υπόλοιπες εισηγημένες ναυτιλιακές εταιρείες ελληνικών συμφερόντων, κυρίως που δραστηριοποιούνται στα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Η γεωπολιτική διάσταση: Το λιμάνι του Παναμά και η Κίνα
Η ένταση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας δεν περιορίζεται μόνο στον ναυτιλιακό τομέα. Πρόσφατα, η κινεζική εταιρεία CK Hutchison ανέστειλε την πώληση δύο λιμανιών στον Παναμά προς την BlackRock, μια συμφωνία που είχε χαιρετιστεί από την κυβέρνηση Τραμπ. Η κίνηση αυτή αντανακλά την αυξανόμενη επιφυλακτικότητα της Κίνας απέναντι στις αμερικανικές στρατηγικές στην περιοχή.
Το Πεκίνο φαίνεται να βλέπει τη συμφωνία ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας των ΗΠΑ να περιορίσουν την κινεζική επιρροή στη Λατινική Αμερική. Η Ta Kung Pao, μια εφημερίδα προσκείμενη στην κινεζική κυβέρνηση, υποστήριξε ότι η συναλλαγή θα έπρεπε να ακυρωθεί, καθώς εξυπηρετεί την αμερικανική στρατηγική αποδυνάμωσης της Κίνας.
Ναύλοι εμπορευματοκιβωτίων-
Την ίδια ώρα η εμπορική λωρίδα του Ειρηνικού βλέπει από εβδομάδα σε εβδομάδα μια μεταβλητότητα στις τιμές της spot ναυλαγοράς εμπορευματοκιβωτίων λόγω των πρόσφατων ακυρώσεων πλόων και της επιβολής δασμών, που ανακοίνωσε ο Τραμπ.
Σύμφωνα με τον δείκτη εμπορευματοκιβωτίων της Drewry, οι ναύλοι από τη Σαγκάη προς το Λος ‘Αντζελες αυξήθηκαν κατά 10% ή 239 δολάρια σε 2.726 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40 ποδών και οι ναύλοι από τη Σαγκάη προς τη Νέα Υόρκη κατά 8% ή 272 δολάρια σε 3.894 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40 ποδών.
Αντίθετα, οι τιμές spot από το Ρότερνταμ προς τη Σαγκάη μειώθηκαν κατά 7% ή 34 δολάρια σε 466 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40ft και εκείνες από τη Σαγκάη προς τη Γένοβα μειώθηκαν κατά 4% ή 140 δολάρια σε 3.031 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40ft.
Οι τιμές από τη Σαγκάη προς το Ρότερνταμ μειώθηκαν κατά 3% ή 66 δολάρια σε 2.304 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40ft, ενώ οι τιμές από τη Νέα Υόρκη προς το Ρότερνταμ και από το Ρότερνταμ προς τη Νέα Υόρκη μειώθηκαν κατά 2% σε 831 δολάρια και 2.124 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40ft, αντίστοιχα. Οι τιμές από το Λος ‘Αντζελες προς τη Σαγκάη μειώθηκαν κατά 1% ή 4 δολάρια σε 705 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40ft.
Ο παγκόσμιος δείκτης εμπορευματοκιβωτίων της Drewry αυξήθηκε κατά 2% στα 2.208 δολάρια ανά εμπορευματοκιβώτιο 40 ποδών αυτή την εβδομάδα, 79% κάτω από το προηγούμενο ανώτατο όριο της πανδημίας των 10.377 δολαρίων τον Σεπτέμβριο του 2021.
Ωστόσο, ο δείκτης ήταν κατά 55% υψηλότερος από τον μέσο όρο των 1.420 δολαρίων το 2019 (πριν από την πανδημία).
-Οι αμερικανικοί δασμοί εισαγωγής αυτοκινήτων επιτείνουν τα προβλήματα των θαλάσσιων μεταφορέων οχημάτων-
Η αμερικανική κυβέρνηση επιβεβαίωσε την εφαρμογή δασμών 25% σε όλα τα αυτοκίνητα ξένης κατασκευής, κάτι που αναμένεται να προσθέσει μεγαλύτερη πίεση στις τιμές των θαλάσσιων μεταφορέων αυτοκινήτων, οι οποίες τους τελευταίους μήνες προέρχονται από πολυετή υψηλά επίπεδα.
Παράλληλα, επιβεβαιώθηκε ότι δασμοί 25% θα ισχύσουν και για τα εισαγόμενα ανταλλακτικά αυτοκινήτων, με ισχύ το νωρίτερο από τον Μάιο, γεγονός που αναμένεται να έχει ιδιαίτερο αντίκτυπο στις αγορές εμπορευματοκιβωτίων.
Σύμφωνα με το Ρόιτερ οι συνολικές εισαγωγές οχημάτων και εξαρτημάτων των ΗΠΑ, χωρίς την αξία των ηλεκτρονικών υπολογιστών αυτοκινήτων, ήταν 459,6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η προαναγγελία των συγκεκριμένων δασμών στα οχήματα οδήγησε από το Φεβρουάριο σε αύξηση 22% σε ετήσια βάση στις αποστολές οχημάτων από την Ε.Ε. προς τις ΗΠΑ τον Φεβρουάριο, ενώ εκείνες από την Ιαπωνία αυξήθηκαν κατά 14%. Επίσης οι αποστολές από τη Νότια Κορέα προς τη Βόρεια Αμερική αυξήθηκαν κατά 15%.
Σύμφωνα με το Ρόιτερ ο Stian Omli, αντιπρόεδρος της Esgian, μιας πλατφόρμας παρακολούθησης των μεταφορέων αυτοκινήτων, δήλωσε ότι υπάρχει μια «αξιοσημείωτη αύξηση» των πλοίων που κατευθύνονται από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ.
Συνολικά 33 λεγόμενα roll on, roll off πλοία – σχεδιασμένα για τροχήλατο φορτίο και μεταφέροντας κυρίως καινούργια αυτοκίνητα – έφυγαν από την Ευρώπη για τις ΗΠΑ τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, όπως επισημαίνει η εταιρεία ανάλυσης δεδομένων Esgian, η οποία παρακολουθεί τις ναυτιλιακές διαδρομές και τα λιμάνια παγκοσμίως.
Πάντως οι διαμάχες για τους δασμούς έρχονται καθώς η ποντοπόρος ναυτιλία αντιμετωπίζει μεγαλύτερο δυνητικό κίνδυνο από ένα ξεχωριστό σχέδιο του Τραμπ να επιβάλει υψηλά τέλη προσέγγισης στα λιμάνια των ΗΠΑ σε πλοία που ναυπηγούνται στην Κίνα.
Οι πολέμιοι αυτής της πρότασης λένε ότι θα μπορούσε να αποδεκατίσει τους εγχώριους εξαγωγείς γεωργίας και ενέργειας που ο Τραμπ υποσχέθηκε να υποστηρίξει.
Προειδοποιούν επίσης ότι θα μπορούσε να αναζωπυρώσει το χάος σε επίπεδο πανδημίας στα λιμάνια εκτός ΗΠΑ προτρέποντας τους φορείς εκμετάλλευσης πλοίων να αποφύγουν με αυτόν τον τρόπο τα αμερικανικά τέλη
‘Πηγή: ΑΠΕ, ΟΤ