Οι επιπτώσεις των δασμών είναι ήδη ορατές στις ΗΠΑ, με επιχειρήσεις και καταναλωτές να ετοιμάζονται για μια νέα οικονομική πραγματικότητα υψηλότερου κόστους.
Οι νέοι δασμοί του Τραμπ σε κινεζικά εισαγόμενα αγαθά έχουν ήδη αρχίσει να πλήττουν την αμερικανική οικονομία, με επιχειρήσεις να αναφέρουν άμεσες αυξήσεις στο κόστος και αναγκαστικές προσαρμογές. Παρόλο που οι φόροι έχουν “παγώσει” για 90 ημέρες, οι επιπτώσεις φαίνονται αμέσως: από ακυρωμένες παραγγελίες έως εκτοξευμένες τιμές και αναστολή επενδύσεων. Επιχειρηματίες εκφράζουν ανησυχία για την αβεβαιότητα που επικρατεί, ενώ οι καταναλωτές προετοιμάζονται για ακριβότερες αγορές.
Άμεση αύξηση κόστους για επιχειρήσεις
Ένας κατασκευαστής βιολογικών προϊόντων υγείας στην Αϊόβα προβλέπει έξτρα κόστος 5 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως λόγω των δασμών σε συστατικά όπως βανίλια και κακάο. Παράλληλα, μια διευθύντρια θεάτρου στο Κολοράντο αντιμετώπισε απροσδόκητη αύξηση 140.000 δολαρίων στην ανακαίνιση αίθουσας λόγω νέων δασμών σε καναδικά καθίσματα.
Ο Steve Shriver, ιδρυτής της Eco Lips, δηλώνει: «Αντιμετωπίζουμε συνεχώς την αβεβαιότητα του μέλλοντος και των αλυσίδων εφοδιασμού»
Ακυρώσεις παραγγελιών και παύση επενδύσεων
Επιχειρήσεις σε όλη την Αμερική αναφέρουν ακυρώσεις παραγγελιών από κινεζικούς προμηθευτές, διακοπή επεκτάσεων και αναβολή νέων προσλήψεων και τη μεταφορά κόστους στους καταναλωτές
η Emily Ley, ιδιοκτήτρια εταιρείας σχεδιασμού γραφείων, υπολόγισε ότι οι δασμοί της περιόδου Τραμπ της έχουν κοστίσει πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια.
Σοκ στον τομέα logistics – “Ολα σε αναμονή”
Σύμφωνα με ειδικούς ήδη παρατηρείται πλήρης διακοπή εισαγωγών επίπλων, ρούχων και αθλητικού εξοπλισμού από Κίνα, εγκαταλειμμένα φορτία σε λιμάνια λόγω απότομης αύξησης δασμών
Ο συνολικός δασμός 145% αναμένεται να διακόψει το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου ΗΠΑ-Κίνας
Ο Alan Baer, CEO εταιρείας logistics, επισημαίνει: «Σχεδόν ό,τι σχετίζεται με κινεζικές επιχειρήσεις είναι σε αναμονή»
Μελλοντικές προκλήσεις
Οι δασμοί επηρεάζουν ιδιαίτερα αγαθά με χαμηλό περιθώριο κέρδους, τα οποία μπορεί να γίνουν μη βιώσιμα. Ενώ η Κίνα παραμένει κύριος στόχος, η 90ήμερη “παύση” για άλλες χώρες δίνει προσωρινή ανάσα – αλλά η αβεβαιότητα παραμένει.
«Δανειζόμαστε λεφτά από τους κινέζους αγρότες για να αγοράσουμε τα πράγματα που παράγουν αυτοί οι κινέζοι αγρότες. Αυτό δεν είναι συνταγή για οικονομική ευημερία, ούτε για χαμηλές τιμές, και δεν είναι συνταγή για καλές δουλειές στις ΗΠΑ» δήλωσε ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς στο Fox News στις 3 Απριλίου, στρώνοντας το έδαφος για τη «βόμβα» των δασμών που πυροδότησε ο Ντόναλντ Τραμπ την επομένη, στο όνομα της προστασίας των αμερικανών εργαζομένων.
Ο Βανς δεν χρησιμοποίησε τυχαία τον όρο «peasants» μιλώντας για τους Κινέζους, καθώς αυτός μπορεί να μεταφραστεί επίσης ως «χωριάτες», ακόμα και ως «δουλοπάροικοι». Από τη μια επιχείρησε να υποτιμήσει την κατάσταση της κινεζικής οικονομίας και από τη άλλη να εμψυχώσει τους αμερικανούς εργαζομένους και αγρότες που ψήφισαν τον Τραμπ και είναι από τους πρώτους που επωμίζονται τις άμεσες συνέπειες του εμπορικού πολέμου.
Σύγχυση και άγνοια
Απαντώντας στην επιβολή δασμών έως 145% στα κινεζικά προϊόντα από τον Τραμπ, το Πεκίνο ανέβασε τους δικούς του δασμούς σε 125% για τα αμερικανικά αγαθά.
Αν και είναι νωρίς για να εκτιμηθεί το κόστος του εν εξελίξει εμπορικού πολέμου στην πραγματική οικονομία και στις τσέπες των Αμερικανών, η μεγάλη πλειοψηφία τους (57% έναντι 39%) είναι αντίθετη στους δασμούς και βλέπει να έρχεται περισσότερη ακρίβεια σε ευρύ φάσμα καταναλωτικών αγαθών.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που ολοκληρώθηκε την περασμένη Κυριακή και δημοσιεύθηκε στα μέσα της εβδομάδας, το 73% των Αμερικανών πιστεύει ότι μέσα στους επόμενους έξι μήνες θα αυξηθούν οι τιμές των προϊόντων που αγοράζει σε καθημερινή βάση.
Μόλις το 4% θεωρεί ότι θα υποχωρήσουν οι τιμές, ενώ το υπόλοιπο 23% δεν περιμένει κάποια αλλαγή ή δεν απάντησε στην έρευνα (Reuters/Ipsos). Ωστόσο, ένας στους δύο ερωτηθέντες συμφώνησε με το επιχείρημα του Τραμπ ότι οι άλλες χώρες εκμεταλλεύονται τις ΗΠΑ καθώς και ότι βραχυπρόθεσμα αξίζει τον κόπο προκειμένου να γίνει ισχυρότερη η Αμερική στο μέλλον.
Επίσης, τρεις στους τέσσερις (76%) δήλωσαν ότι οι νέοι δασμοί θα έπρεπε να επιβληθούν στις χώρες που εκμεταλλεύονται το σύστημα, όχι σε όλες.
Ομως τα παραπάνω ευρήματα της δημοσκόπησης «θολώνουν» εφόσον συνεκτιμηθούν οι λάθος απαντήσεις που έδωσαν οι Αμερικανοί στην ίδια δημοσκόπηση στο βασικό ερώτημα για το τι είναι οι δασμοί και ποιους επιβαρύνουν. Οι περισσότεροι (46%) απάντησαν λάθος ότι «δασμοί είναι οι φόροι που πληρώνει η χώρα που εξάγει τα αγαθά», ενώ μόλις το 32% απάντησε σωστά και το 21% ότι δεν γνωρίζει.
Το ποσοστό των λανθασμένων απαντήσεων εκτοξεύεται στο 72% όταν πρόκειται για τηλεθεατές του καναλιού Fox News, οι οποίοι είναι κατά κύριο λόγο ψηφοφόροι του Τραμπ. Με άλλα λόγια, σχεδόν ένας στους δύο Αμερικανούς και οι περισσότεροι από τους υποστηρικτές του Τραμπ απάντησαν για τους δασμούς έχοντας λανθασμένη αντίληψη περί τίνος πρόκειται.
Η σύγχυση περί δασμών θα μπορούσε να ωφελήσει βραχυπρόθεσμα τον Τραμπ καθώς κάνει μπρος-πίσω στο πλαίσιο μιας «σκληρής διαπραγμάτευσης» με αντιπάλους και φίλους προκειμένου, όπως λέει, να «ξανακάνει μεγάλη την Αμερική».
Ομως το αποτέλεσμα θα φανεί μέσα στους επόμενους μήνες στο πορτοφόλι του μέσου Αμερικανού (που ψήφισε με γνώμονα την οικονομία), δηλαδή σε ποιο σημείο θα βρίσκονται οι τιμές στα καύσιμα, στα τρόφιμα, στα είδη πρώτης ανάγκης, στο ρεύμα.
Με την πολιτική «μαστίγιο (δασμοί) και καρότο (κίνητρα)» ο πρόεδρος Τραμπ προτρέπει τις μεγάλες εταιρείες να μεταφέρουν μονάδες παραγωγής στις ΗΠΑ, υποσχόμενος μεταξύ άλλων περιορισμό των γραφειοκρατικών, περιβαλλοντικών «εμποδίων», ακόμα και διευκολύνσεις για την κατασκευή δικών τους ενεργειακών μονάδων (δεδομένου ότι το δίκτυο ηλεκτροδότησης είναι σε πολλές περιοχές προβληματικό). Θα χρειαστούν μήνες, αν όχι χρόνια, για να κατασκευαστούν τα εργοστάσια και να βρουν εκεί δουλειές οι Αμερικανοί.
«Τοξικός» o Μασκ
Εν τω μεταξύ είναι ήδη ορατά τα αποτελέσματα των περικοπών και των απολύσεων που γίνονται στο αμερικανικό Δημόσιο με το πριόνι του «ειδικού προεδρικού συμβούλου» και επικεφαλής του «υπουργείου» Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας Ιλον Μασκ.
Παρότι δεν υπάρχει ακόμη επίσημη, συνολική εικόνα για τον αριθμό των απολυμένων, οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχασαν τη δουλειά τους μέσα στο πρώτο δίμηνο της δεύτερης προεδρίας Τραμπ (Φεβρουάριος – Μάρτιος 2025) υπολογίζονται σε περισσότερους από 280.000 σε 27 υπηρεσίες.
Εξαιτίας των μαζικών απολύσεων δημόσιων υπαλλήλων, ο συνολικός αριθμός των Αμερικανών που έχασαν τις δουλειές τους μέσα στο πρώτο τρίμηνο του έτους άγγιξε το μισό εκατομμύριο, δηλαδή αριθμούς που είναι οι υψηλότεροι από την εποχή της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σε αυτούς τους αριθμούς δεν συνυπολογίζονται «παράπλευρες απώλειες» εργαζομένων σε επιχειρήσεις που κάνουν δουλειές με το ομοσπονδιακό Δημόσιο. Ο αντιπρόεδρος Βανς πήρε αποστάσεις από τον Μασκ κάνοντας λόγο για την ανάγκη να διορθωθούν γρήγορα κάποια λάθη επειδή «πολλοί καλοί άνθρωποι εργάζονται στο Δημόσιο».
Εχοντας σηκώσει μεγάλο βάρος της λαϊκής οργής για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Ιλον Μασκ ετοιμάζεται να αποχωρήσει από τον άτυπο υπουργικό θώκο, διατηρώντας όμως την προνομιακή σχέση με τον πρόεδρο Τραμπ. Ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε «σκουπίδια» τα δημοσιεύματα περί σύγκρουσης με τον Τραμπ και επιστροφής του Μασκ στις επιχειρήσεις του.
Μετά την προσωπική ήττα του Μασκ στην εκλογική μάχη στο Ουισκόνσιν (όπου ο εκλεκτός του για το ανώτατο δικαστήριο της Πολιτείας ηττήθηκε από τη φιλελεύθερη Σούζαν Κρόφορντ), τους καβγάδες και τις βαριές κουβέντες με υπουργούς, τις κατηγορίες ότι εξυπηρετεί προσωπικά συμφέροντα, ο προεδρικός σύμβουλος και φίλος αντιμετωπίζει ένα άτυπο μποϊκοτάζ των εταιρειών του από καταναλωτές που εξοργίστηκαν από τους ναζιστικούς χαιρετισμούς και τη συνολική πολιτική του.
Μαζικές διαδηλώσεις
Οι διαδηλώσεις σε 1.200 πόλεις της Αμερικής το περασμένο Σάββατο, στις οποίες συμμετείχαν πάνω από δύο εκατομμύρια άνθρωποι σύμφωνα με τους διοργανωτές, ήταν η πρώτη εκδήλωση μαζικής οργής και αντίδρασης στην προεδρία Τραμπ. Στους δρόμους δεν βγήκαν μόνο απολυμένοι ή υπό απόλυση δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά ένα μέρος της κοινωνίας που αντιδρά στην κατά μέτωπο επίθεση εναντίον της φιλελεύθερης Αμερικής.
Χωρίς να έχει συνέλθει ακόμα από την εκλογική ήττα, το Δημοκρατικό Κόμμα ποντάρει στη λαϊκή δυσαρέσκεια για να ανακτήσει τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων στις ενδιάμεσες εκλογές τον Νοέμβριο του 2026. Στην πολιτική αντεπίθεση κατά του Τραμπ πρωτοστατεί σε επίπεδο βάσης η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών, υπό τον Μπέρνι Σάντερς. Ομως, προς το παρόν, η μεγαλύτερη απειλή για τον Τραμπ είναι ο εαυτός του.