Όταν το 2013 ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο έγινε ο πρώτος Πάπας από τη Λατινική Αμερική, ένα κύμα ενθουσιασμού κατέκλυσε όχι μόνο τους καθολικούς αλλά και όσους είδαν στο πρόσωπό του έναν ηγέτη με ταπεινότητα και κοινωνική ευαισθησία. Ωστόσο, από νωρίς ήρθε στο προσκήνιο ένα σκοτεινό κεφάλαιο του παρελθόντος του: η στάση του ως ηγέτης των Ιησουιτών στην Αργεντινή την εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας (1976–1983), γνωστής και ως La Guerra Sucia — ο «Βρόμικος Πόλεμος».
Οι Ιησουίτες και η καταστολή
Ο Μπεργκόλιο, σε ηλικία μόλις 36 ετών, διορίστηκε επαρχιακός ηγούμενος των Ιησουιτών στην Αργεντινή το 1973, λίγο πριν την επιβολή της στρατιωτικής χούντας. Κατά τη διάρκεια της επταετίας, το καθεστώς του Βιντέλα εξαπέλυσε ένα πρωτοφανές κύμα καταστολής: δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι εξαφανίστηκαν, βασανίστηκαν ή εκτελέστηκαν. Οι εκκλησίες, και ιδίως η Καθολική Εκκλησία, βρέθηκαν σε θέση δύσκολη — μεταξύ σιωπής, συνενοχής και αντίστασης.
Το πιο πολυσυζητημένο περιστατικό που αφορά τον Μπεργκόλιο αφορά τη σύλληψη δύο Ιησουιτών ιερέων, του Ορλάντο Γιόριο και του Φρανσίσκο Χαλίκς, τον Μάιο του 1976. Και οι δύο είχαν αναπτύξει κοινωνική δράση στις φτωχογειτονιές του Μπουένος Άιρες και θεωρούνταν ύποπτοι από τις αρχές για φιλομαρξιστική δράση. Συνελήφθησαν, κρατήθηκαν και βασανίστηκαν για πέντε μήνες.
Οι επικριτές του Μπεργκόλιο υποστηρίζουν πως απέσυρε την επίσημη προστασία της Εκκλησίας από τους δύο, παραδίδοντάς τους ουσιαστικά στη χούντα. Ορισμένοι πάνε πιο μακριά, αφήνοντας υπόνοιες για παθητική συνενοχή.

Υπερασπιστές και απαντήσεις
Ο ίδιος ο Μπεργκόλιο έχει απορρίψει τις κατηγορίες, λέγοντας πως έκανε ό,τι μπορούσε «μέσα από το παρασκήνιο» για να σώσει ζωές. Σύμφωνα με μαρτυρίες, μεσολάβησε πράγματι για την απελευθέρωση των δύο ιερέων, ενώ φέρεται να βοήθησε κρυφά και άλλα πρόσωπα να διαφύγουν στο εξωτερικό. Ορισμένοι μάλιστα αναφέρουν ότι διατηρούσε επαφή με αντιστασιακές δυνάμεις και ότι ο ίδιος κινδύνευε.
Ο Ορλάντο Γιόριο, μέχρι τον θάνατό του το 2000, παρέμεινε επικριτικός, κατηγορώντας τον Μπεργκόλιο για «έλλειψη στήριξης». Ο Χαλίκς, αντίθετα, έχει κρατήσει πιο διακριτική στάση και έχει αναγνωρίσει προσπάθειες διάσωσης.
Το 2005, όταν ο Μπεργκόλιο ήταν αρχιεπίσκοπος Μπουένος Άιρες, κλήθηκε να καταθέσει στη δίκη για εγκλήματα της χούντας. Παρά τις πιέσεις, η κατάθεσή του δόθηκε κεκλεισμένων των θυρών. Οι επικριτές του θεώρησαν ότι δεν ήταν αρκετά διαφωτιστική ή τολμηρή, ενισχύοντας την αίσθηση αμφισημίας.
Η αμφισημία της Εκκλησίας
Δεν είναι μόνο ο Μπεργκόλιο που έχει δεχτεί κριτική. Η Καθολική Εκκλησία συνολικά στην Αργεντινή θεωρείται ότι σε μεγάλο βαθμό ανέχτηκε ή συνεργάστηκε με το καθεστώς. Ελάχιστες ήταν οι φωνές που αντιστάθηκαν ανοιχτά. Υπήρξαν επίσκοποι που ευλογούσαν στρατιωτικές επιχειρήσεις ή έκλειναν τα μάτια σε βασανιστήρια.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος του Μπεργκόλιο —ούτε φανερά αντιστασιακός, ούτε ανοιχτά συνεργατικός— καθίσταται δύσκολος στην ερμηνεία του. Είναι ο ρόλος ενός θρησκευτικού ηγέτη που προσπάθησε να ισορροπήσει ανάμεσα στην επιβίωση του Τάγματος και την ηθική ευθύνη απέναντι στα θύματα.
Η μετέπειτα πορεία
Ως Πάπας Φραγκίσκος, ο Μπεργκόλιο έχει εκφράσει πολλές φορές την ανάγκη για αυτοκριτική και για «συγγνώμη» της Εκκλησίας για τη στάση της σε ιστορικά εγκλήματα. Έχει στηρίξει την αποκάλυψη των εγκλημάτων της χούντας και έχει ενθαρρύνει την πρόσβαση στα αρχεία του Βατικανού για την περίοδο εκείνη.
Η εικόνα του σήμερα είναι βαθιά αντιφατική: για πολλούς στην Αργεντινή, ο Φραγκίσκος είναι ένα σύμβολο ελπίδας, παρρησίας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Για άλλους, ειδικά για συγγενείς θυμάτων, το παρελθόν του παραμένει ένα αγκάθι.
Η ιστορία του Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο στη διάρκεια της δικτατορίας στην Αργεντινή δεν είναι απλή. Δεν προσφέρεται για εύκολες απαντήσεις, ούτε για δογματικές ερμηνείες. Αντικατοπτρίζει τη σύνθετη σχέση μεταξύ εξουσίας και ηθικής ευθύνης, πίστης και φόβου, θεσμικής προστασίας και προσωπικής συνείδησης. Και ίσως εκεί βρίσκεται και το ουσιώδες ερώτημα: τι σημαίνει, τελικά, να πράττεις το σωστό σε καιρούς σκοτεινούς;