Ήταν η 28η Απριλίου του 2017, η 99η ημέρα της πρώτης του θητείας, και ο Πρόεδρος Τραμπ ήταν πολύ δυσαρεστημένος. «Πρόκειται για ένα αρχαϊκό σύστημα», είπε σε έναν δημοσιογράφο για τη συνεργασία του με το Κονγκρέσο. Τώρα που είναι Πρόεδρος για δεύτερη φορά, αποφάσισε να απαλλαγεί από αυτό το αρχαϊκό σύστημα.
Οι πρώτες του 100 ημέρες ήταν διαφορετικές από εκείνες οποιουδήποτε άλλου Προέδρου στη σύγχρονη ιστορία, που συνήθως επιδιώκει να περάσει κάποια μέτρα. Ο Τραμπ δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον για το Κονγκρέσο, κι ας ελέγχουν οι Ρεπουμπλικανοί τόσο τη Βουλή όσο και τη Γερουσία. Χρησιμοποιεί τις αυτοκρατορικές εξουσίες της προεδρίας για να κάνει ό,τι θέλει: να επιβάλλει δασμούς, να παρακάμπτει τη γραφειοκρατία, να πατάσσει τους αντιπάλους του.
Για τον Τραμπ, η εκτελεστική εξουσία είναι η προέκταση της προσωπικότητάς του. Σε ένα διάταγμα που υπέγραψε στις 18 Φεβρουαρίου αναφέρει ότι «ο Πρόεδρος και ο υπουργός Δικαιοσύνης, που υπόκεινται στην εποπτεία και τον έλεγχο του Προέδρου, θα παρέχουν έγκυρες ερμηνείες του νόμου για την εκτελεστική εξουσία». Το πόσο μακριά θα φτάσει ο Τραμπ στην εκπλήρωση των φιλοδοξιών του θα καθορίσει την αμερικανική πολιτική από σήμερα μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026.
Τα δικαστήρια εκδικάζουν σειρά υποθέσεων και θα χρειαστούν μήνες για την έκδοση αποφάσεων, και ίσως χρόνια για την εξέταση όλων των εφέσεων. Οι μηνύσεις του Χάρβαρντ και των δικηγορικών γραφείων που έχει βάλει στο στόχαστρό του ο Τραμπ μπορεί να δώσουν την ευκαιρία στο Ανώτατο Δικαστήριο να σταματήσει ή να περιορίσει τις προσπάθειες του Αμερικανού Προέδρου να ελέγξει την κοινωνία των πολιτών. Πολλά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος εκφράζουν ιδιωτικά τη δυσαρέσκειά τους για τον Τραμπ, φοβούνται όμως να εκφραστούν δημοσίως για να μη χάσουν τις επόμενες προκριματικές εκλογές. Αλλά και οι εξουσίες του Κονγκρέσου είναι περιορισμένες, καθώς ο Τραμπ τις αγνοεί: χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόφαση που ελήφθη πέρυσι με μεγάλη πλειοψηφία για την πώληση του TikTok, την οποία δεν εφαρμόζει ο Αμερικανός Πρόεδρος επικαλούμενος λόγους εθνικής ασφαλείας.
Όλο το βάρος πέφτει έτσι στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ο πρόεδρός του δεν επιζητεί τη σύγκρουση, όμως το δικαστήριο δύσκολα θα δεχθεί την πρόθεση του Αμερικανού Προέδρου να καταργήσει το δίκαιον του αίματος, αφού το Σύνταγμα αναφέρει σαφώς ότι όλοι όσοι γεννιούνται ή πολιτογραφούνται στις ΗΠΑ, και κατά συνέπεια υπόκεινται στη δικαιοδοσία τους, είναι Αμερικανοί πολίτες. Αν η κυβέρνηση συνεχίσει να αγνοεί τους δικαστές, ο πρόεδρος Τζον Ρόμπερτς μπορεί να χρησιμοποιήσει πιο σκληρή γλώσσα.
Ένας άλλος κίνδυνος είναι να καταργηθούν τα θεσμικά αντίβαρα στο εσωτερικό της εκτελεστικής εξουσίας. Η στελέχωση του Δημοσίου δεν υπόκειται πλέον μόνο σε περικοπές, αλλά και σε τεστ νομιμοφροσύνης. Και η πολιτικοποίηση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική στις υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Όπως λέει ο Αζίζ Χακ, καθηγητής του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, οι ενέργειες του Τραμπ οδηγούν σε ένα νομικό σύστημα δύο λωρίδων: στη μία επιβάλλεται ο νόμος από τα δικαστήρια και στην άλλη κυριαρχεί ο Πρόεδρος. Ένα τέτοιο μοντέλο χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την Κίνα και τη Σιγκαπούρη.
(Πηγή: The Economist)