Το σαρακιασμένο καράβι έχει φάει τα ψωμιά του και δρόμος πολύς δεν του αναλογεί. Τα πρόσκαιρα οφέλη ίσα που θα χαρτζιλικώσουν το πλήρωμα για να γυρίσει πίσω στην στεριά ασφαλές μετά το ακροτελευταίο φούντο. Με τα παλιά υλικά δεν κάνεις ανακαίνιση και με τα λούστρα συντήρησης απλά πετάς τα λεφτά σου.
Αν κάποιος καταλαβαίνει, είναι αρκετό για να πει, με πόνο ψυχής αποσύρομαι στην γωνιά μου για να αναπολώ τα παλιά και τα ωραία. Δεν μένω πια εδώ, που πια δεν έχει τόπο να σπείρω και να ελπίσω πως θα δρέψω καρπούς και νέους σπόρους. Συνειδητά, δεν μου ταιριάζει το παρόν γιατί καθόλου δεν προσομοιάζει στα όνειρα και τα οράματα μου. Άρα, πάμε αλλού ή δεν πάμε και πουθενά.
Καλύτερα πουθενά. Έτσι κι αλλιώς οι χρονολογικοί αριθμοί αλλάζουν, οι άνθρωποι παραμένουν αμετακίνητοι στα προσωπικά τους αξεπέραστα στερεότυπα. Μια φήμη, ένα βόλεμα, ένας σταθερός προσπορισμός, μια κάποια εξουσία έναντι άλλων και πολλά πολλά σχέδια, στρατηγικές, στόχοι και δήθεν οράματα, βγαλμένα σε τιμή ευκαιρίας, από το κατάστημα ανακύκλωσης υλικών κατεδάφισης, πασπαλισμένα με ολίγη από νιόφερτη στρασόσκονη γκλίτερ για την πουτανιά της στιγμής.
Πουθενά ορατά. Χωμένος στα βιβλία, στον μόχθο της επιβίωσης, στον τοκετό της συγγραφής, στον φόβο του όποιου επερχόμενου ζόφου, αναλώσιμος σαν όλα τα αναλώσιμα και απρόβλεπτος για τις συναστρίες και τις ευθυγραμμίσεις διαττόντων αστέρων, πλανητών ή αστεροειδών με επικίνδυνες ουρές στα όρια της ολοκληρωτικής καταστροφής.
Πουθενά. Σκύλος κακοποιημένος να γλύφει τις πληγές του μέχρι την οριστική τους επούλωση.
Δεν έχει και κανένα νόημα να σέρνεται κανείς ως παλαμικιστικό πλήθος, σε σύγχρονες αρένες, αδημονώντας να σηκώσει τον αντίχειρα υποδεικνύοντας θάνατο ή επιβίωση με ένα αίσθημα επιβεβαίωσης μιας αόρατης αμελητέας εξουσίας. Μιας ανοησίας στο διηνεκές στο βασίλειο λύκων και των φίλων τους. Στον παράδεισο της εξέδρας και στην δύναμή της επί αντιπάλων στιγμιαίων και ανοίκειων. Επί αλλότριων και ομόσταυλων. Επί συνδαιτυμόνων και αποσυνάγωγων.
Αν ποτέ αλλάξουν τα πράγματα θα φανεί στους ανθρώπους. Στα χαμόγελα της εμπιστοσύνης και της κατανόησης. Στις σχεδόν ερωτικές ματιές στο απροσδιόριστο μέλλον. Στις μικρές ανάσες καθώς θα κοντοστέκονται για να προλάβουν και οι πιο καθυστερημένοι να συγχρονίσουν το βήμα τους. Στις σιωπές που θα λένε πολλά και στις φωνές που θα μελωδούν το ανθρώπινο μεγαλείο χωρίς έπαρση και παραφωνίες. Στα πολλά πανανθρώπινα εμείς που θα έχουν εξοστρακίσει τα εγώ, στα καλάθια των αχρήστων της Ιστορίας και της αιώνιας Λήθης.
Ως τότε, πουθενά. Αρκετός μάταιος κόπος και δυσανάλογα μεγάλη η πληρωμή για τα ψίχουλα της κουτσουρεμένης εξαργύρωσης έναντι αδρών αμοιβών εξ υπεραξίας, δωρεάν υπηρεσιών στα υψηλά κλιμάκια και λοιπούς κοντραδόρους της εκάστης μιας σαρακιασμένης πυραμίδας.
Ως εδώ!!