Διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ορισμένοι εγχώριοι (φιλοκυβερνητικοί) αναλυτές με ληγμένο πασοκικό διαβατήριο ότι “ο Μελανσόν οδηγεί το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα κατευθείαν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας”. Αφορμή, η προσχώρηση του PS (με πλειοψηφία 62% αλλά με ηχηρές διαφωνίες) στο μέτωπο Ριζοσπαστικής Αριστεράς, Κομμουνιστών και Οικολόγων, υπό τον Ζαν Λυκ Μελανσόν, ως εναλλακτική πρόταση έναντι του κόμματος του επανεκλεγέντα στις προεδρικές εκλογές Εμανουέλ Μακρόν.
Η αγωνία τους εκκινεί, πρώτα απ΄ όλα, από λάθος βάση. Το PS δεν κινδυνεύει να οδηγηθεί στο “χρονοντούλαπο της ιστορίας” (όρος καθαρά “ανδρεϊκός” που ανασύρεται σκόπιμα…), διότι βρίσκεται στο βαθύτερο σημείο του χρονοντούλαπου –μεταξύ μούχλας και κάποιων σκονισμένων βιβλίων του Μαρξ– από το 2017. Η θητεία του Φρανσουά Ολάντ (2012-17) οδήγησε το PS σε ένα ποσοστό 6,4% με τον Μπενουά Αμόν (!) στις προεδρικές εκλογές, στις οποίες ανέτειλε ο άστρο του Μακρόν- ο οποίος προήλθε από το στενό επιτελείο του πρώην σοσιαλιστή γάλλου προέδρου. Έτσι, το χρονοντούλαπο έγινε το δεύτερο σπίτι του PS, κι αυτό επιβεβαιώθηκε και στις τελευταίες προεδρικές εκλογές, στις οποίες η σοσιαλίστρια πρώην δήμαρχος του Παρισιού Αν Ινταλγκό έλαβε ποσοστό 1,75%!!!
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πόσο πιο βαθιά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας θα μπορούσε να οδηγήσει τους γάλλους σοσιαλιστές ο Μελανσόν και η ιστορική συμμαχία της γαλλικής αριστεράς.
Ο επικεφαλής του PS Ολιβιέ Φορ είπε, επικυρώνοντας την προσχώρηση στην “συμμαχία Μελανσόν”, πως οι γάλλοι σοσιαλιστές ανήκουν στην αριστερά και όχι στο πλευρό του Εμανουέλ Μακρόν, αν και ο Φρανσουά Ολάντ και ο πρώην πρωθυπουργός Μπερνάρ Καζνέβ διαφώνησαν ηχηρά. Αλλά και η δήμαρχος της Λιλ Μαρτίν Όμπρι, η οποία συμφώνησε, δεν έκρυψε τις επιφυλάξεις της για τις συχνά ακατάληπτες απόψεις του Μελανσόν για την Ευρώπη και την τοποθέτηση της Γαλλίας στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς.
Οι γνωρίζοντες τα του γαλλικού εκλογικού συστήματος αναφέρουν πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να εκλεγεί ο Μελανσόν πρωθυπουργός της Γαλλίας και να υπάρξει αυτή η ενδιαφέρουσα αλλά αναμφίβολα περιπετειώδης συγκατοίκηση. Εκ πρώτης όψεως, ο Μακρόν στα Ηλύσια Πεδία και ο Μελανσόν στην πρωθυπουργία είναι ένα σχήμα που δεν χωράει εύκολα στις συμβατικές προβλέψεις. Θα μοιραστούν πολλά …Ζάναξ στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Οι εγχώριοι αναλυτές, ωστόσο, εκδηλώνουν την αγωνία τους, όχι, προφανώς, από κάποιο πηγαίο και ειλικρινές ενδιαφέρον για το γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα, ούτε καν για το άδηλο μέλλον των ευρωπαϊκών πολιτικών ισορροπιών, αλλά επειδή προεκτείνουν τις εξελίξεις στο Παρίσι σε μία νοητή γραμμή που φθάνει στην Αθήνα. Ο Ανδρέας Λοβέρδος ήταν ο πρώτος που επισήμανε τον “πραγματικό” κίνδυνο.
Ακριβώς το ίδιο υπονοούν οι εκπρόσωποι του “ακραίου κέντρου” στα καθ΄ημάς: …οι σοσιαλιστές της Γαλλίας μετατρέπονται σε συνοδοιπόροι του ακραίου και επικίνδυνοι λαϊκισμού.
Επισημαίνουν, δηλαδή, τον κίνδυνο για το PS για να στείλουν μήνυμα στο καθ΄ημάς PS- ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ- να μην πράξει το ίδιο. Εξομοιώνοντας τον Μελανσόν με τον Αλέξη Τσίπρα, αν και ο πρώτος είχε ευθέως καταγγείλει τον δεύτερο για την στροφή του καλοκαιριού του 2015 με το δημοψήφισμα.
Παραβλέπουν, δε, πως ο “κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ” και ο σημερινός Τσίπρας δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τις εκκωφαντικές απόψεις του Μελανσόν για την Ε.Ε, το ΝΑΤΟ και μια σειρά άλλα ζητήματα. Για τους συγκεκριμένους αναλυτές, το δίλημμα Μακρόν ή Μελανσόν είναι η άλλη όψη του διλήμματος Μητσοτάκης ή Τσίπρας. Και προσπαθούν να πείσουν τον Νίκο Ανδρουλάκη πως θα οδηγηθεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας εάν υποκύψει στην στρατηγική του γαλλικού PS να συνταχθεί με το μέτωπο της αριστεράς.
Για να ενισχυθεί η μία πλευρά του διλήμματος, ανακαλείται στην υπηρεσία από το… Υπερπέραν και ο Φρανσουά Μιτεράν και λέγεται πως θα τρίζουν τα κόκκαλά του από μία τέτοια “παρά φύσιν” συνεργασία. Όμως, ο Μιτεράν ήταν που συνεργάστηκε με τον ηγέτη του ΚΚΓ Ζωρζ Μαρσαί για να κερδίσει την προεδρία (1981) και στη συνέχεια του ανέθεσε έναν σημαντικό αριθμό υπουργείων στην κυβέρνησή του.
Επί της ουσίας, όμως, η συνεργασία του γαλλικού PS (που κατρακύλησε στο 1,75% της Ινταλγκό) με τον αμφιλεγόμενο Μελανσόν, τους κομμουνιστές, και τους οικολόγους, υποκινείται από την πεποίθηση πως η πολιτική και εκλογική απαξίωσή του οφείλεται στο γεγονός ότι απομακρύνθηκε από τις κεντροαριστερές ρίζες του και γι αυτό λεηλατήθηκε από τον προερχόμενο από την ομάδα Ολάντ Εμανουέλ Μακρόν. Ένα PS που φλερτάρισε με τον -συχνά ακραίο- φιλελευθερισμό και την σκληρή (γερμανική) ευρωπαϊκή γραφειοκρατία επί Ολάντ εκπαίδευσε μέρος του εκλογικού του σώματος κατά τέτοιον τρόπο ώστε να προτιμήσει, τελικά, τον αυθεντικότερο “κεντρώο” Μακρόν.
Η συμμαχία, άλλωστε, υπό τον Μελανσόν (που έλαβε 22% στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και οριακά μόνο έχασε την ευκαιρία να είναι εκείνος στον δεύτερο γύρο αντί της ακροδεξιάς Λεπέν) δεν είναι από…έρωτα, αλλά μία αναγκαστική πολιτική συνύπαρξη για να αντιμετωπιστούν οι πολιτικές Μακρόν (συνταξιοδοτικό, καταστολή, κοινωνικό κράτος κ.ά).
Το ερώτημα μεταφέρεται εκ των πραγμάτων και στα καθ΄ ημάς και οι υποστηρικτές της άποψης Λοβέρδου έδωσαν ήδη μια πρώτη κατεύθυνση. Όπως το γαλλικό PS αντιμετωπίζει τώρα τον κίνδυνο διάσπασης, έτσι θα τον αντιμετωπίσει και το ΚΙΝΑΛ. Ήδη, οι διαφωνίες ως προς το όνομα –ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΛ ή ΠΑΣΟΚ-Δημοκρατική Συμπαράταξη-, όσο κι αν ακούγονται αστείες, υποκρύπτουν αυτή την εσωτερική αντίθεση. Κι’ όταν θα φτάσει η ώρα του αντίστοιχου διλήμματος είναι πολύ πιθανό να εκδηλωθούν εκρηκτικά οι φυγόκεντρες δυνάμεις. Είναι μάλλον απίθανο, σε οριακές εκλογικές και μετεκλογικές συνθήκες, να αποδεχθούν ο Ανδρέας Λοβέρδος και οι συν αυτώ (όπως και ο εκσυγχρονιστικός μικρόκοσμος που διαθέτει, όμως, ισχυρή επιρροή) μία σύμπραξη του Νίκου Ανδρουλάκη με τον Αλέξη Τσίπρα. Και είναι πολύ δύσκολο να αποδεχθούν ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Χάρης Καστανίδης, ο Μιχάλης Κατρίνης κ.ά μία κυβερνητική συνεργασία του ΚΙΝ.ΑΛ με τη Ν.Δ.