Με την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία το ρούβλι υπέστη καθίζηση. Αλλά οι δυτικές κυρώσεις το έχουν ισχυροποιήσει όσο ήταν το 2017. Γι αυτό υπάρχουν εξηγήσεις.
Ακόμη και πολλοί Ρώσοι δεν μπορούν να πιστέψουν στα μάτια τους όταν πάνε σε ανταλλάξουν ρούβλια σε άλλο νόμισμα. Το ρούβλι γίνεται όλο και πιο δυνατό. Ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, οι δυτικές κυρώσεις, η μαζική αποχώρηση εταιρειών, όλα αυτά αποδυναμώνουν την οικονομία της γιγαντιαίας “αυτοκρατορίας”. Κανονικά θα έπρεπε να επηρεάσει και τη συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλίου. Και όμως. Ενώ αρχές Μαρτίου λίγο μετά την έναρξη του πολέμου για 145 ρούβλια έπαιρνε κανείς κάτι περισσότερο από ένα ευρώ, αυτή τη στιγμή δίνεις μόνο 65 ρούβλια. Το ότι η Ρωσία χειραγωγεί την αξία του νομίσματός της είναι γνωστό εδώ και καιρό. Ωστόσο, η άνοδος της ισοτιμίας εγείρει πολλά ερωτήματα.
Το ρούβλι ενισχύεται τεχνητά
“Το ισχυρό ρούβλι δεν είναι σημάδι δύναμης” υποστηρίζει ο Μόριτς Κράμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας LBBW. „Είναι αλήθεια ότι το ρωσικό νόμισμα κατακρημνίστηκε στην αρχή του καλοκαιριού, η κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας και επικείμενη χρεοκοπία φαινόταν προδιαγεγραμμένη, αλλά το ρούβλι είναι ισχυρότερο από ό,τι ήταν εδώ και πολύ καιρό”. Η συναλλαγματική του ισοτιμία έναντι του ευρώ και του δολαρίου ΗΠΑ όχι μόνο έφτασε τα επίπεδα προ του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά είναι τόσο υψηλή, όσο ήταν το 2017. Για τους κατοίκους της μεγαλύτερης χώρας στον κόσμο (από πλευράς έκτασης) δεν υπάρχουν άλλα πλεονεκτήματα. Γιατί μετά την κατάρρευση του νομίσματός τους οι τιμές στα εισαγόμενα αγαθά, όπως το τυρί ή το αλκοόλ από τη Δύση, προσαρμόστηκαν στην υψηλή συναλλαγματική ισοτιμία. Για παράδειγμα, ένα μπουκάλι σαμπάνιας αξίας 2.900 ρουβλίων με τη νέα τιμή έγινε 4.900 ρούβλια. Αλλά αυτές οι τιμές δεν αναπροσαρμόστηκαν στο ισχυρό ρούβλι. Το αποτέλεσμα; H σαμπάνια, που κόστιζε 34 ευρώ πριν τον πόλεμο, τώρα την αγοράζει κανείς πάνω από 75 ευρώ. Και δεν είναι μόνο τα προϊόντα πολυτελείας που έχουν γίνει πιο ακριβά. Πολλοί Ρώσοι διαμαρτύρονται ότι και η τιμή των τροφίμων έχει εκτιναχθεί στα ύψη. Από την αρχή του έτους ορισμένα αγαθά κοστίζουν 50% με 70% πιο ακριβά, το λάχανο περίπου 60%, τα καρότα 61% και η ζάχαρη κατά 50% σύμφωνα τουλάχιστον με την εθνική στατιστική υπηρεσία Rosstat.
Το ταμπλόιντ «Moskowski Komsomolez» ζήτησε να διατεθούν χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό για να μπορούν οι άποροι να αγοράζουν τρόφιμα από την τοπική παραγωγή. Τέτοιου είδους βοήθεια “υπάρχει ακόμη και στην Αμερική”. Υπό αυτήν την έννοια ένα ισχυρό ρούβλι δεν είναι χρήσιμο για πολλούς καταναλωτές. Τουλάχιστον βοηθά τη ρωσική ηγεσία να διατηρεί τον πληθωρισμό μέσα σε όρια, ώστε τα αγαθά να μην γίνονται ακόμη πιο ακριβά. “Εάν το ρούβλι δεν ήταν τόσο ισχυρό, ο πληθωρισμός δεν θα ήταν 20% αλλά 30% με 40%” δηλώνει ο Ρώσος οικονομολόγος Σεργκέι Σουβέροφ, στην διαδικτυακή εφημερίδα Meduza. Παράλληλα ξεκαθαρίζει ότι η τρέχουσα πορεία δεν αντικατοπτρίζει “την οικονομία της αγοράς”. Το ρούβλι ενισχύεται “τεχνητά” με μια σειρά μέτρων, συμπεριλαμβανομένων και των συναλλαγματικών περιορισμών από την κεντρική τράπεζα της χώρας. Επίσης η μαζική αύξηση επιτοκίων βοήθησε πολύ στην ενίσχυση του εθνικού νομίσματος, γι αυτό πολλοί πολίτες επένδυσαν τις αποταμιεύσεις τους σε ρούβλια και όχι σε ξένα νομίσματα. Για την ώρα το βασικό επιτόκιο είναι στο 14%. Τέλος Φεβρουαρίου η κεντρική τράπεζα αύξησε το επιτόκιο δραστικά κατά 10,5% φτάνοντας στο 20%. Από τότε πολλές τράπεζες προσφέρουν ετήσια επιτόκια γύρω στο 10% για επενδύσεις σε ρούβλια, ενώ για ευρώ και δολάρια οι αποδόσεις είναι ελάχιστες.
“Τα περισσότερα υπό ελληνική σημαία”
Ωστόσο, ο κύριος λόγος για την ενίσχυση του νομίσματος είναι το πλεόνασμα-ρεκόρ στο εμπορικό ισοζύγιο. Η Ρωσία κερδίζει δισεκατομμύρια σε συνάλλαγμα από εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, τα οποία δεν μπορούν να ξοδευτούν. Επειδή οι εισαγωγές πολλών δυτικών προϊόντων έχουν καταρρεύσει, η χώρα κάθεται πάνω στα κέρδη της σε ευρώ και δολάρια. Αυτό είναι ένας από τους λόγους που ο πρόεδρος Πούτιν απαίτησε από 1ης Απριλίου την αλλαγή πληρωμών για φυσικό αέριο σε ρούβλια με το επιχείρημα ότι η Ρωσία δεν μπορεί να αγοράσει τίποτα πλέον σε συνάλλαγμα. Ειδικοί έχουν υπολογίσει μάλιστα ότι η χώρα μέχρι το τέλος του χρόνου θα μπορούσε να έχει πλεόνασμα 250 δις δολαρίων, επίσης λόγω των υψηλών τιμών ενέργειας. Ωστόσο, χρειάζονται ρούβλια για τον προϋπολογισμό, όπως λέει ο οικονομολόγος Σουβέρωφ. Λόγω της νομισματικής πολιτικής το ρούβλι έχει πλέον αποσυνδεθεί εντελώς από την οικονομία. “Εάν η οικονομία είναι σε ελεύθερη πτώση και η ισοτιμία του ρουβλιού ενισχύεται, τότε αυτό δεν είναι σωστό” επισημαίνει ο Ρώσος εμπειρογνώμων.
Η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι το ΑΕΠ της Ρωσίας θα μειωθεί φέτος κατά 8%. Η παλαιότερη εκτίμησή της ήταν οικονομική ανάπτυξη 2% έως 3%. “Είναι δύσκολο να πούμε ποια πορεία είναι η πιο σωστή” λέει ο Σουβέροφ. “Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν. Κατά την άποψή του πάγωμα των ρωσικών συναλλαγματικών αποθεμάτων στη Δύση θα οδηγούσε σε μαζική αποδυνάμωση του ρουβλίου. Βέβαια η κεντρική τράπεζα επιτρέπει και πάλι υψηλότερες εξαγωγές συναλλάγματος, πέντε φορές περισσότερο από 10.000 δολάρια. Όμως οι θεματοφύλακες του νομίσματος κρατούν σφιχτά τα “ηνία”. “Σε περίπτωση που επιβληθούν κυρώσεις και σε άλλες ρωσικές τράπεζες, αυτό θα μπορούσε να καταστρέψει τις εξαγωγές και να βλάψει μαζικά το νόμισμα” πιστεύει ο Σουβέροφ. Αλλά και ο επικεφαλής οικονομολόγος Μόριτς Κράμερ από την LBBW στη Στουτγάρδη βλέπει ότι “όσο η Ρωσία εξάγει, το ρούβλι θα παραμένει ισχυρό”. Μόνο ένα πλήρες εμπάργκο θα μπορούσε να το “γονατίσει”. Όμως από τα μέσα Απριλίου τα πετρελαιοφόρα, “τα περισσότερα υπό ελληνική σημαία”, παραλαμβάνουν ποσότητες-ρεκόρ αργού πετρελαίου στα ρωσικά λιμάνια.
Πηγή: DW – Ουλφ Μάουντερ/dpa