Έχει τεχνοκράτες ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ; Στην ερώτηση είχε απαντήσει πριν πολύ καιρό ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, παρουσιάζοντας εκείνο το think tank που εξέπληξε θετικά πολλούς. Διότι από την εμπειρότατη Ζωρζέτα Λάλη και την ενθουσιώδη διεθνώς αναγνωρισμένη επιστήμονα Δανάη Βουτυράκου, έως τον πασίγνωστο στο εξωτερικό καθηγητή Ιατρικής Όθωνα Ηλιόπουλο, τον Γιώργο Σταμπουλή, τον Αιμίλιο Αυγουλέα, τον Δημήτρη Λιάκο και άλλους, εμφανίστηκε μία ομάδα που ζωντάνεψε (τότε) την στατική εικόνα της εσωστρέφειας των τάσεων και των ποσοστώσεων.
Και μετά, η ομάδα άρχισε να “σκουριάζει” στα αποδυτήρια. Με εξαίρεση, ίσως, τον αιματολόγο από την Σορβόνη Γρηγόρη Γεροτζιάφα που έγραψε πολλά χιλιόμετρα παρουσιάζοντας θέσεις για την πανδημία. Την ευθύνη για τις χαμηλές ταχύτητες αυτής της ομάδας έχει ο ίδιος ο Τσίπρας. Πιστώνεται την ανάδειξή της, χρεώνεται την στασιμότητα που ακολούθησε.
Υπάρχει, βεβαίως, η δικαιολογία της αντίστασης των μικρών εσωτερικών φρουρίων που δεν ήθελαν να ακούσουν για οιονδήποτε δεν διέθετε κομματικές περγαμηνές και θητεία στις ομάδες της εποχής του 3%. Αυτά τελείωσαν με την απευθείας εκλογή ηγεσίας στις 15 Μαϊου και κλείνουν οριστικά με τη νέα Κεντρική Επιτροπή, το νέο Εκτελεστικό Γραφείο και το Πολιτικό Συμβούλιο. Όχι πως δεν θα λείψουν ορισμένοι (εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ) που δεν θα σπείρουν ενστάσεις και αμφιβολίες για κάποια από τα πρόσωπα αυτά και κάποιες σχέσεις τους, κατά το παρελθόν, π.χ με την task force του Ράϊχενμπαχ. Να τα περιμένει αυτά ο Τσίπρας. Αλλά, πως να το κάνουμε, ακόμα και ο μαρξιστής Τσακαλώτος υπήρξε καλός διαχειριστής του τρίτου μνημονίου και άσκησε πολιτικές που ξόρκιζε ακαδημαϊκά.
Επειδή, όμως, μετά τον μικρό θρίαμβο της εγγραφής 110.000 νέων μελών στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (συνολικά 173.000), ο Αλέξης Τσίπρας έχει πάρει διαζύγιο από ανασφάλειες και αναγκαστικές εσωκομματικές ισορροπίες, κάθε καθυστέρηση στην ανάδειξη νέων προσώπων θα είναι απολύτως δική του ευθύνη.
Βασική προϋπόθεση είναι, φυσικά, η οργανωτικότητα. Πρέπει να αποκτήσει περιβάλλον επαγγελματιών και όχι μόνο πρόθυμων και εργατικών πιστών. Από τους πρώτους έχει, δυστυχώς, ελάχιστους, οι δεύτεροι είναι αλήθεια πως βρίσκονται σε επάρκεια, κυρίως της αναμφισβήτητης χαρισματικότητάς του. Δεν αρκούν, όμως, πέραν του ότι κινδυνεύουν να “καούν”…
Το παράδειγμα του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν πρέπει να υποτιμάται. Ασχέτως άλλων παραμέτρων, το γεγονός πως συνεχίζει να έχει δίπλα του ένα “σκληρό” επαγγελματικό επιτελείο στο Μέγαρο Μαξίμου, σε συνεργασία με επικοινωνιακές ομάδες και συμβούλους εσωτερικού και εξωτερικού, κάτι σημαίνει.
Το think tank, λοιπόν, πρέπει να βγει τάχιστα από τα αποδυτήρια στο γήπεδο. Αφενός γιατί η ελεγχόμενη και με κοινωνικό πρόσημο τεχνοκρατία, πάντοτε έχει πολλά να προσφέρει, αφετέρου επειδή στην πορεία προς τις εκλογές δεν θα αντιπαρατεθεί μόνο ο ίδιος με τον πρωθυπουργό αλλά και οι (πιθανές) ομάδες διακυβέρνησης. Και για να προσεγγίσεις νέα εκλογικά ακροατήρια στον ευρύ χώρο της λεγόμενης κεντροαριστεράς πρέπει να υπάρχει αριθμητικά και ποιοτικά επαρκής ομάδα που να παραπέμπει στο νέο που ευαγγελίζεται και όχι μόνο στις επιτυχημένες εκδοχές της προηγούμενης διακυβέρνησης- για τις αποτυχημένες, ως προς τα πρόσωπα και τις συμπεριφορές, καλύτερα να μην μιλάμε…
Το think tank, λοιπόν, είναι η “μαγιά” που πρέπει να εμπλουτιστεί με πρόσωπα που να έχουν θετικό προφίλ ακόμα και στην “άλλη πλευρά”. Να προσελκύουν και να μην φοβίζουν. Να μιλούν ήρεμα και με γνώση, και όχι να βροντοφωνάζουν πάνω από πληκτρολόγια προς τέρψη των θερμόαιμων. Τους τελευταίους, άλλωστε, “τους έχει” ο ίδιος ο Τσίπρας, δεν χρειάζεται αντιπροσώπους.