Σήμερα συμπληρώνονται 57 χρόνια από την μακρινή 15η Ιουλίου του 1965. Ο Ιούλιος συνολικά εκείνης της χρονιάς έχει καταγραφεί στην μνήμη αλλά και στην νεώτερη ιστορία της χώρας, ως μήνας της πολιτικής υπονόμευσης της κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου.
Μια συνθήκη που οδήγησε σε κρίση το πολιτικό σύστημα και σταδιακά η χώρα ποδηγετήθηκε ώστε να φτασουμε στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967 και την Χούντα. Αν και τότε δεν ήταν ακόμη αρχηγοί κομμάτων, την περίοδο εκείνη αναδεικνύονται στην πολιτική σκηνή ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
15-7-1965: Βασιλικό πραξικόπημα. Ο Γ. Παπανδρέου αναγκάζεται σε παραίτηση. Κυβέρνηση αποστατών υπο τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα. Ο λαός ξεκινά ανένδοτο αγώνα για την τήρηση της Συνταγματικής νομιμότητας. Οι διαδηλώσεις οι πορείες και οι συγκρούσεις με την αστυνομία θα διαρκέσουν 70 ημέρες (16-7-1965/25-9-1965). Η χώρα, με την αποπομπή της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου 1965, βυθίζεται σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας που θα οδηγήσει στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών στις 21 Απριλίου 1967.
Η περίοδος αυτή είναι γνωστή και ως Αποστασία του 1965 αφού μετά την παραίτηση Γ. Παπανδρέου οι κυβερνήσεις που σχηματίστηκαν διαδοχικά από βουλευτές της Ενώσεως Κέντρου ήταν αποτέλεσμα χρηματισμού και υποσχέσεων ανάληψης πολιτικών αξιωμάτων. Έτσι, μερίδα του Τύπου και του λαού απέδωσε το χαρακτηρισμό του «αποστάτη» στους βουλευτές που ανέβαιναν στην εξουσία. Η περίοδος αυτή χρωματίστηκε και από την έντονη ανάμειξη του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, παραβιάζοντας τις διατάξεις του Συντάγματος του 1952.
Τα Ιουλιανά
Η έκφραση «Ιουλιανά» αποδίδεται στην αλληλουχία πολιτικών γεγονότων που ξεκίνησαν στις 15 Ιουλίου του 1965 οπότε και οι συνεχείς αρνήσεις του Βασιλιά Κωνσταντίνου να υπογράψει διατάγματα που σχετιζόμενα με την διακυβέρνηση όπως και η συνολική προκλητική και πατερναλιστική συμπεριφορά του, οδήγησαν στην παραίτηση τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Του ανθρώπου που ως επικεφαλής της Ένωσης Κέντρου είχε στις εκλογές του 1964 λάβει πάνω από 2 εκατομμύρια ψήφους κερδίζοντας 171 έδρες οι οποίες αντιστοιχούσαν στο 52,7% του εκλογικού σώματος. Η Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση είχε αποσπάσει το 35,2% ενώ διατήρησε σημαντικές δυνάμεις, 11,8% και η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ). Μετά την πτώση της κυβέρνησης του Γεώργιου Παπανδρέου, υπήρξαν συνεχείς παρασκηνιακές κινήσεις, όπου ενεπλάκει ενεργά το παλάτι και ο διεθνής παράγοντας προκειμένου να σχηματιστεί κυβέρνηση με την συμμετοχή της ΕΡΕ.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου την περίοδο εκείνη ήταν κατηγορηματικά αντίθετος σε μία τέτοια προοπτική. Παρόλα αυτά έγιναν τρείς απόπειρες με υποψήφιους πρωθυπουργούς, πρόσωπα από τον χώρο της Ένωσης Κέντρου, τους Γεώργιο Αθανασιάδη – Νοβα, Ηλία Τσιριμώκο (θεωρήθηκε έκπληξη η εμπλοκή του λόγω των παλιότερων σχέσεων του με το ΕΑΜ) και Στέφανο Στεφανόπουλο.
Η τελευταία προσπάθεια θα επιτύχει να σχηματίσει κυβέρνηση, με την συμμετοχή όμως 39 βουλευτών της Ένωσης Κέντρου που θα αυτονομηθούν από το κόμμα τους, και θα κάνουν την κίνηση που έμεινε γνωστή ώς «η αποστασία», αν και αντίστοιχος χαρακτηρισμός «αποστάτες» επιφυλάχθηκε και τις τους τρείς προαναφερόμενους υποψήφιους . Ανάμεσά στους 39 βουλευτές ήταν και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ο οποίος και θα οριστεί και υπουργός Οικονομικών (Συντονισμού) στην κυβέρνηση Στεφανόπουλου.
Παραδοχές
Για τα γεγονότα του Ιουλίου του 1965, την πτώση της κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου όπως και τις τρείς απόπειρες δημιουργίας νέας κυβέρνησης έχουν γραφθεί πολλές εκτιμήσεις. Συνισταμένη κοινής αποδοχής θεωρείται η παρεμβατικότητα του Παλατιού στα ζητήματα της διακυβέρνησης και κυρίως η πρόθεσή του βασιλιά Κωνσταντίνου, να ελέγχει την ηγεσία του στρατεύματος.
Η δεύτερη ευρέως αποδεκτή παραδοχή είναι πώς ο εκφυλισμός των δημοκρατικών και κοινοβουλευτικών θεσμών, μέσω της υπονόμευσής τους από τον βασιλικό θεσμό αλλά και από τον εξωτερικό παράγοντα δημιούργησε όχι ίσως τις συνθήκες αλλά σίγουρα τις αφορμές για την εκδήλωση του στρατιωτικού πραξικοπήματος, που οδήγησε στην 7χρονη δικτατορία.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά όμως της περιόδου, ήταν η εμπλοκή στις πολιτικές διαδικασίες ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων. Αυτή σχηματοποιήθηκε με τις μαζικότατες διαδηλώσεις κατά των παρεμβάσεων του Παλατιού, και υπέρ της δημοκρατικής νομιμότητας. Επίσης μέσω της στήριξης στην εκλεγμένη κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, που θα εκφράσει ως προσωπικότητα, εκείνη την περίοδο, τον χώρο του πολιτικού κέντρου.
Αυτά σε μία πολιτική συγκυρία που ήταν καθόλα υπαρκτή και η πολιτική επιρροή της ΕΔΑ. Της παράταξης που την δεκαετία του ’60 βρέθηκε κατά κύριο λόγο στο στόχαστρο και συνέχισε να βρίσκεται, ώς ο πολιτικός χώρος της αριστεράς.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου
Η περίοδος εκείνη ήταν παράλληλα η απαρχή της ριζοσπαστικοποίησης ενός προσώπου που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στις μετέπειτα εξελίξεις. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ως στέλεχος της Ένωσης Κέντρου και γιός του επικεφαλής της, βρέθηκε στο επίκεντρο των πολιτικών αντιπαραθέσεων.
Από την ΕΡΕ και με την στήριξη του Παλατιού κατηγορήθηκε ως ο επικεφαλής της οργάνωσης ΑΣΠΙΔΑ, που φέρεται να δρούσε στους κόλπους των αξιωματικών του στρατεύματος, αν και ουδέποτε τεκμηριώθηκε κάτι σχετικό.
Μετά τις πολιτικές εξελίξεις και την αποστασία ο Ανδρέας Παπανδρέου θα δώσει σαφή δείγμα διαφοροποίησης από τον πατέρα του. Έτσι το 1966 θα αρνηθεί να εμπλακεί στις διεργασίες για την στήριξη μεταβατικού κυβερνητικού σχήματος, από κοινού, μεταξύ Ένωσεως Κέντρου και ΕΡΕ. Αντιθέτως εντός της Ένωσης Κέντρου θα δημιουργήσει το δικό του πολιτικό ρεύμα. Τα πολιτικά μηνύματα που θα εκπέμψει κινούνται στην κατεύθυνση της ρήξης με το τότε καθεστώς. Αυτά θα αποτελέσουν – 8 χρόνια αργότερα- τα εχέγγυα του Ανδρέα Παπανδρέου για την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ.
Η κόντρα Παπανδρέου – Μητσοτάκη
Στα Ιουλιανά να σημειωθεί ότι έχει τις ρίζες του και το στοιχείο της έντονης πολιτικής αλλά και προσωπικής αντιπαράθεσης που υπήρξε στις δεκαετία του 1980 και του 1990 ανάμεσα στον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, συμπεριλαμβάνονταν – όπως αναφέρθηκε- ανάμεσα στους βουλευτές που επέλεξαν να αποσχιστούν από την Ένωση Κέντρου. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε μεταγενέστερες συνεντεύξεις του έχει δηλώσεις πως ό λόγος που έκανε αυτή την επιλογή ήταν για να συμβάλλει στην δημιουργία συνθηκών πολιτικής ομαλότητας και να αποφευχθούν εκτροπές. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, όμως είχε την εκτίμηση ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πραγματοποίησε συνειδητή αποστασία και για τον λόγο αυτό είχε απευθυνθεί εναντίον του με έντονους χαρακτηρισμούς, ανάμεσα στους οποίους και αυτός του «Εφιάλτη».
Ας συγκεφαλαιώσουμε τα βασικά χαρακτηριστικά των Ιουλιανών:
■ Μετωπική σύγκρουση των δημοκρατικών δυνάμεων και των δυνάμεων της ολιγαρχίας για το «ποιος κυβερνάει τη χώρα» (η κάθε νόμιμη κυβέρνηση ή το Παλάτι και οι ξένοι;) Το πρόβλημα βέβαια δεν ήταν τυπικό, αλλά ουσιαστικό: θα παίρνονταν ορισμένα πρώτα μέτρα στοιχειώδους, πολιτικού και κοινωνικού εκδημοκρατισμού ή θα συνεχιζόταν η αντιδραστική πολιτική της Δεξιάς;
■ Λαϊκό ξέσπασμα: Για να αποδώσουμε το κλίμα των ημερών, φτάνει να πούμε ότι σε όλες σχεδόν τις καθημερινές μεγάλες πορείες προς την πλατεία Συντάγματος οι μάζες των διαδηλωτών -και όχι λίγοι «θερμόαιμοι»- ήθελαν να φτάσουν ώς το παλάτι και με μεγάλο κόπο οι κάθε φορά επικεφαλής συγκρατούσαν το πλήθος, που έπαιρνε τον «κατήφορο» της Πανεπιστημίου και εκτονωνόταν μουντζώνοντας την εφημερίδα του Μητσοτάκη, την «Ελευθερία».
■ Υψηλό σημείο λαϊκής ενότητας που έφερε για κάποιο διάστημα ακόμα πιο κοντά την κορυφή των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων ή έστω πέτυχε την παράλληλη, ομόρροπη στρατηγική τους. Γρήγορα όμως υπήρξε αποδυνάμωση της ενότητας της κορυφής (συμμετοχή Γεωργίου Παπανδρέου στο Συμβούλιο του Στέμματος, αποδοχή της κυβέρνησης Παρασκευόπουλου κ.ά.).
■ Αυθορμητισμός του λαϊκού στοιχείου στις διαδηλώσεις, που όχι μόνο δεν ερχόταν σε αντίθεση με τις δυνατότητες που εκείνη τη στιγμή είχε το δημοκρατικό κίνημα, αλλά, επειδή ήταν ένα γενικευμένο καθολικό φαινόμενο, τις πολλαπλασίαζε και έδινε τις βασικές πολιτικές συντεταγμένες αυτού του κινήματος. Στα «Ιουλιανά», με τρόπο ίσως μοναδικό στη νεότερη πολιτική μας ιστορία, κύριο στοιχείο των λαϊκών εκδηλώσεων ήταν το κέφι, η αισιόδοξη μαχητικότητα, η ανεξάντλητη δημιουργικότητα και εφευρετικότητα στα πανό, στα συνθήματα, στα τραγούδια.
■ Αναπόφευκτη, ώς έναν βαθμό, η μετατροπή των προσώπων (του Παπανδρέου, του Πέτρουλα, του Κωνσταντίνου, των αποστατών) σε σύμβολα, θετικά ή αρνητικά, ανάλογα. Η καθολική «θεοποίηση» ειδικά του Γεωργίου Παπανδρέου οφειλόταν «στη λαϊκή αντίληψη που συνηθίζει να υπεραπλουστεύει τις έννοιες» (Γιάννης Κάτρης), αλλά βέβαια και στο γενικότερο πολιτικό κλίμα και στο επίπεδο του κινήματος εκείνης της εποχής.
■ Οξείες αντιθέσεις, στον μεγάλο και πολυποίκιλο χώρο της Ενωσης Κέντρου, τις οποίες εκμεταλλεύτηκε κατάλληλα το Παλάτι…
■ Χαμηλό οργανωτικό και -κατά μία άποψη- ιδεολογικό επίπεδο της παραδοσιακής Αριστερός, της ΕΔΑ, που, εν πάση περιπτώσει, βρέθηκε κι αυτή, για τους δικούς της λόγους και στο δικό της μέτρο των ευθυνών, σε αναντιστοιχία με τη δυναμική των εξελίξεων. Η Αριστερά -με το ΚΚΕ εκτός νόμου- ήταν στις πρώτες γραμμές και πολλές φορές πρωταγωνίστησε στα πολιτικά πράγματα (κίνημα ειρήνης, κηδεία Λαμπράκη, σημαντικές πρωτοβουλίες στη Βουλή, ίδρυση Λαμπράκηδων κ.ά.), ωστόσο στάθηκε ανεπαρκής να προστατέψει αν όχι τις επιτυχίες του κινήματος -πράγμα από ένα σημείο και πέρα πολύ δύσκολο-, τουλάχιστον την ίδια της την ύπαρξη, όπως αποδείχτηκε και από τον τρόπο επικράτησης της δικτατορίας.