Η δημόσια συνομολόγηση των επισυνδέσεων και παρακολουθήσεων αρχηγού Κόμματος από τον κ. Πρωθυπουργό γεννά εύλογα ερωτήματα νομικής και πολιτικής φύσης.
Θεμιστοκλής Ι. Σοφός*
Οι δύο ταυτόχρονες παραιτήσεις, που υλοποιήθηκαν ως «προγραμματισμένος τοκετός» της 5ης Αυγούστου, επιβεβαιώνουν τον συντονισμό ΠΘ και Κυβερνητικών οργάνων, καθώς και τη σαφή γνώση τους ως προς τα τεκταινόμενα. Η δηλούμενη άγνοια του ΠΘ οδηγεί αναπόδραστα στην αναγκαιότητα διερεύνησης πειθαρχικών και ποινικών ευθυνών για τις πράξεις και παραλείψεις των υπαιτίων προσώπων. Μόνη η σπουδή του κ. Μητσοτάκη να δηλώσει την (ανυπαίτια τάχα) άγνοιά του καταμαρτυρεί την εκ μέρους του έμμεση, πλην σαφή απόδοση ευθυνών για σφάλματα των υφισταμένων του, τα οποία όμως ελέγχονται και υπό το πρίσμα των οικείων ποινικών διατάξεων. Λέει όμως την αλήθεια ο ΠΘ ;
Οι εισαγγελικές διατάξεις εκδίδονται σχεδόν μηχανικά, όπως είναι πλέον διατυπωμένη η παρ. 1γ του άρ. 5 του Ν. 3649/2008, τροποποιηθείσα με το Ν. 4622/2019, Ν. 4625/2019 και τελευταία με την Π.Ν.Π 2/9-8-2022. Μόνη η υπηρεσιακώς διαβιβαζόμενη επίκληση της εθνικής ασφάλειας άνευ αιτιολογίας και ονόματος αρκεί για να επικυρωθεί η επισύνδεση ορισμένου τηλεφωνικού αριθμού απο την εποπτεύουσα εισαγγελέα της ΕΥΠ.
Ο πειθαρχικός έλεγχος έτσι εστιάζει στα πρόσωπα της ομάδας εργασίας, αρμόδιας για την ένδειξη αριθμού-προσώπου ως υπόπτου για την προστασία της εθνικής ασφάλειας. Αυτός ο έλεγχος πρέπει να εκκινήσει εσωτερικά-υπηρεσιακά και να ολοκληρωθεί με τη σύνταξη πειθαρχικού πορίσματος, που οφείλει να κοινοποιηθεί στον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, για τις περαιτέρω νόμιμες ενέργειες. Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο έχει σαφήνεια, που δεν καταλείπει περιθώρια “παρερμηνειών”.
Η ΕΥΠ υπάγεται στην Κεντρική Δημόσια Διοίκηση ως υπηρεσία της Προεδρίας της Κυβέρνησης (κατ’ άρ. 19 Ν. 4622/2019) και ως εκ τούτου αποστολή της είναι η εκτέλεση και διαφύλαξη των επιταγών του Συντάγματος και των νόμων, ενώ οφείλει να λειτουργεί βάσει των αρχών της καλής διακυβέρνησης και της χρηστής διοίκησης, όπως αυτές καθορίζονται από τη διεθνή επιστημονική ανάλυση και πρακτική, ιδίως της αρχής της νομιμότητας, της διαφάνειας και λογοδοσίας, της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας, της αναγκαιότητας και επικουρικότητας, της αξιοκρατίας και του επαγγελματισμού. Υποχρεούται, κατά τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα, να τηρεί τις διατάξεις των ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α), όπως ισχύει, 3471/2006 (ΦΕΚ 133 Α) και 3115/2003 (ΦΕΚ 47 Α) και των εκτελεστικών διατάξεων του τελευταίου.
Δυστυχώς το παράδειγμα της ομολογίας παρακολούθησης αρχηγού Κόμματος προδίδει σοβαρά νοσηρή δυσλειτουργία της Κυβέρνησης ως προς την τήρηση των ανωτέρω αρχών, ενώ φαιδρά υποστηρικτικές δηλώσεις Κυβερνητικών στελεχών βαθαίνουν περισσότερο το χάσμα μεταξύ της θέσης τους και των αρχών της χρηστής διοίκησης και διαφάνειας, ενισχύοντας υπαίτια το πνεύμα μισαλλοδοξίας στο δημόσιο διάλογο.
Είναι λυπηρό να βλέπει κανείς θύματα και δράστες της ίδιας υπόθεσης να κοιτάζουν με αμηχανία το ίδιο συμβάν, καθώς η παθητική στάση του κ. Ν. Ανδρουλάκη, η χλιαρή αντιπολιτευτική αντίδραση του κ. Τσίπρα (λόγω του αριθμού αντίστοιχων εισαγγελικών διατάξεων επί των ημερών του) και η ασύγγνωστη “άγνοια” του κ. Μητσοτάκη(που προτιμά το άδειασμα των υφισταμένων του από την έντιμη ανάληψη της πολιτικής ευθύνης), επιτείνουν την αβεβαιότητα του Πολίτη τόσο ως προς το τι ακριβώς συνέβη όσο και ως προς την αδυναμία των θεσμικών οργάνων της Πολιτείας να τηρήσουν τις συνταγματικές επιταγές για την εύρυθμη λειτουργία του Κράτους. Ουχ ήττον, η σκανδαλώδης ανακοίνωση της παρακολούθησης με τις προδήλως προγραμματισμένες παραιτήσεις, αν δεν διακινδυνεύει έτι περαιτέρω την εθνική ασφάλεια, σίγουρα απαξιώνει οποιαδήποτε προσπάθεια θεσμικής θωράκισης της προστασίας της. Η συγγνώμη που εκφράζει συναφώς ο ΠΘ, ανειλικρινής και ανέξοδη, γίνεται δεκτή μόνον λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας εύρεσης άλλου ανώδυνου τρόπου επικοινωνίας, για τη διατήρηση (διάσωση;) μιας καλής εικόνας. Ακόμα και η απόφασή του να μην προκηρυχθούν εκλογές το Σεπτέμβριο συναρτάται με την προκειμένη πολιτική συγκυρία, καθώς η υποβολή της μηνυτήριας αναφοράς είχε προηγηθεί.
Βέβαιον είναι ότι υπό τις παρούσες περιστάσεις ουδείς πολιτικός σχηματισμός δύναται να αντλήσει πίστωση πολιτικού ή κοινοβουλευτικού προβαδίσματος από μόνη την επιβεβαίωση επισυνδέσεων-υποκλοπής των επικοινωνιών χιλιάδων πολιτών ετησίως επί πολλά έτη.
Θεμιστοκλής Ι. Σοφός, Δ.Ν. – Δικηγόρος, Γεν. Γραμματέας του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Ποινικού Δικαίου, τ. Αντιπρόεδρος Δ.Σ.Α.