Την ώρα που η χώρα συνταράσσεται από το σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών, όπως αποκαλύπτει το Documento πως επί δύο μήνες παρέμενε στα αζήτητα στα γραφεία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών η πρώτη δικογραφία που είχε σχηματιστεί στα μέσα του περασμένου Απριλίου για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη.
Αν και επρόκειτο για ζήτημα μείζονος δημόσιου ενδιαφέροντος που έχει να κάνει με τη λειτουργία της ίδιας της δημοκρατίας, ο εισαγγελέας Αντώνης Ελευθεριάνος που ανέλαβε την έρευνα ανέθεσε σε μια απλή πταισματοδίκη τη λήψη καταθέσεων από τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Κάτι που σύμφωνα με νομικές πηγές ναι μεν συνηθίζεται στη Δικαιοσύνη, αλλά όχι για τόσο σοβαρές υποθέσεις, που φέρουν και τον χαρακτηρισμό της επείγουσας, καθώς είναι απαραίτητη η εισαγγελική εμπειρία.
Εντύπωση, επίσης, προκαλεί το γεγονός ότι από τον περασμένο Ιούνιο, οπότε η δικογραφία επέστρεψε από την πταισματοδίκη στην Εισαγγελία Πρωτοδικών, μέχρι και πριν από λίγες ημέρες δεν είχε ανατεθεί σε εισαγγελέα. Είναι άγνωστο δε πού θα βρισκόταν ακόμη και σήμερα η δικογραφία για τις παρακολουθήσεις Κουκάκη εάν δεν ξεσπούσε τις τελευταίες 15 ημέρες εγχώριος και διεθνής σάλος για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, μετά και τις αποκαλύψεις για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη.
Σημειώνεται πως στο σύνολό της η υπόθεση υπέστη πλήρη σαλαμοποίηση. Δύο απολύτως σχετικές μεταξύ τους δικογραφίες –τρεις μέχρι πριν από λίγο καιρό– βρίσκονται ανοιχτές στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, ενώ έρευνα διενεργεί προσωπικά και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος για το πώς διέρρευσαν τα στοιχεία των παρακολουθήσεων στους παρακολουθούμενους και όχι για την ουσία του σκανδάλου.
Το χρονικό
Ηταν μόλις η αρχή των αποκαλύψεων για το ελληνικό Watergate της κυβέρνησης του Κυρ. Μητσοτάκη. Η έρευνα ανατέθηκε στον έμπειρο εισαγγελέα Πρωτοδικών Αντ. Ελευθεριάνο και αφορούσε το κατά πόσο έχει τελεστεί η αξιόποινη πράξη της παραβίασης τηλεφωνικού απορρήτου στην περίπτωση Κουκάκη, όπως επίσης ποια πρόσωπα εμπλέκονταν στη δυσώδη υπόθεση των παρακολουθήσεων.
Ο εισαγγελέας Ελευθεριάνος διαβίβασε τη δικογραφία σε πταισματοδίκη προκειμένου να πάρει καταθέσεις από εμπλεκόμενα πρόσωπα, παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση. Η δικογραφία επέστρεψε από το πταισματοδικείο στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθήνας στις 22 Ιουνίου.
Μεταξύ όσων εξετάστηκαν από την πταισματοδίκη ήταν και ο ίδιος ο δημοσιογράφος Θ. Κουκάκης, ο οποίος κατέθεσε ως μάρτυρας μέσω υπομνήματος. Θα περίμενε κανείς ότι γρήγορα η δικογραφία είτε θα χρεωνόταν εκ νέου στον εισαγγελέα Ελευθεριάνο είτε σε κάποιον άλλο εισαγγελέα προκειμένου να συνεχίσει με γοργούς ρυθμούς την έρευνα.
Ωστόσο μέχρι και πριν από λίγες μέρες η δικογραφία βρισκόταν… ξεχασμένη σε κάποιο συρτάρι κάποιου γραφείου της εισαγγελίας. Παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα και παρά το γεγονός ότι από τις αρχές Αυγούστου η πολιτική ζωή του τόπου κλυδωνίζεται από το ελληνικό Watergate, μετά και τις αποκαλύψεις για την παρακολούθηση του τηλεφώνου και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Ν. Ανδρουλάκη, με τις παρακολουθήσεις να γίνονται πρώτο θέμα σε κορυφαία διεθνή ΜΜΕ.
Τελικά, λίγο μετά τον Δεκαπενταύγουστο η ξεχασμένη δικογραφία για την παρακολούθηση Κουκάκη αναγκαστικά έπρεπε να «κινηθεί» και όντως χρεώθηκε ξανά στον εισαγγελέα Ελευθεριάνο. Ο εισαγγελέας όμως διαβίβασε για άλλη μία φορά τη δικογραφία σε πταισματοδίκη –για συμπληρωματικές ίσως καταθέσεις ή για κάποιον άλλο λόγο–, όπως έκανε και τον περασμένο Απρίλιο.
Να σημειωθεί ότι για την υπόθεση της παρακολούθησης του κινητού τηλεφώνου του δημοσιογράφου Κουκάκη έχει σχηματιστεί και δεύτερη δικογραφία στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, έπειτα από αναφορά που κατέθεσαν οι δημοσιογράφοι Νίκος Λεοντόπουλος και Θεόδωρος Χονδρόγιαννος. Τη συγκεκριμένη έρευνα είχε αναλάβει ο εισαγγελέας πρωτοδικών Γιώργος Νούλης. Αν και επρόκειτο για την ίδια υπόθεση με αυτήν του Κουκάκη, εντούτοις μέχρι και πριν από λίγες ημέρες διεξάγονταν δύο παράλληλες έρευνες. Τελικά συνενώθηκαν σε μία υπό τον εισαγγελέα Ελευθεριάνο.
Εκτός από τις δικογραφίες για την παρακολούθηση Κουκάκη, στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών έχει σχηματιστεί ακόμη μία για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Ν. Ανδρουλάκη, έπειτα από μηνυτήρια αναφορά που κατέθεσε ο ίδιος. Την έρευνα έχει αναλάβει ο εισαγγελέας πρωτοδικών Σπυρόπουλος και διεξάγεται προανάκριση από το τμήμα Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛΑΣ. Αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση της παρακολούθησης Ανδρουλάκη ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισ. Ντογιάκος ξεκίνησε ο ίδιος προσωπικά ποινική προκαταρκτική εξέταση.
Η έρευνα όμως δεν αφορούσε αυτή καθαυτή την ουσία του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, αλλά το πώς διέρρευσαν τα στοιχεία στους παρακολουθούμενους.
Το σκεπτικό πάντως της παρέμβασης του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου είχε να κάνει, σύμφωνα με πληροφορίες του Documento, με «λόγους εθνικής ασφάλειας» που σχετίζονται με τη λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών της χώρας. Ορισμένοι βέβαια στον χώρο της Δικαιοσύνης χαρακτηρίζουν «προσχηματικό» και το σκεπτικό της έρευνας Ντογιάκου αλλά και την εξήγησή του ότι ήδη διενεργούνται έρευνες επί της ουσίας από άλλους εισαγγελικούς λειτουργούς. Θέτουν μάλιστα το ερώτημα κατά πόσο η Δικαιοσύνη θέλει πράγματι να ρίξει άπλετο φως στο σκάνδαλο των υποκλοπών και να αποδώσει ευθύνες στους πραγματικούς ενόχους ή θέλει απλώς να διεξαγάγει μια έρευνα για τα μάτια του κόσμου που θα καταλήξει στο αρχείο.
Δεν είναι λίγοι μάλιστα οι έμπειροι νομικοί που με δημόσιες τοποθετήσεις τους έχουν ασκήσει κριτική για τις μέχρι τώρα κινήσεις λειτουργών της Δικαιοσύνης. Χαρακτηριστικό είναι πρόσφατο άρθρο του γνωστού ποινικολόγου Γιάννη Μαντζουράνη στο οποίο διατυπώνει τις νομικές του απόψεις επί του θέματος με συγκεκριμένα νομικά επιχειρήματα.
Συγκεκριμένα, ο ποινικολόγος έγραψε χαρακτηριστικά: «…η Ελληνική Δικαιοσύνη δεν δείχνει τα απαραίτητα αντανακλαστικά ταχείας αντίδρασης» αλλά «παραδέρνει» μεταξύ των ερευνών της Εισαγγελίας Πρωτοδικών και της έρευνας του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Οπως αναφέρει: «και μόνο η θέση στην ιεραρχική κλίμακα των δύο εισαγγελέων, που διενεργούν τις δύο προκαταρκτικές έρευνες, αποδεικνύει ότι η ενιαία Εισαγγελική Αρχή αποδίδει μεγαλύτερη αξία και σημασία στο να εντοπισθούν όσοι αποκάλυψαν το σκάνδαλο των υποκλοπών και τα συνδεόμενα με αυτό εγκλήματα και όχι όσοι διέπραξαν τις σχετικές αξιόποινες πράξεις, με επιδιωκόμενη συνέπεια τον εκφοβισμό των ερευνητών δημοσιογράφων και την αποτροπή νέων αποκαλύψεων».