Μερικοί κουβαλούσαν λουλούδια και άλλοι κυμάτιζαν την παλιά σημαία της χώρας. Είχαν έρθει για να επισκεφθούν το μαυσωλείο του Τίτο του ιδρυτή της σοσιαλιστικής Γιουγκοσλαβίας και να τιμήσουν τα γενέθλια του δικτάτορα, ημέρα που ήταν επίσημη αργία πριν από τη διάλυσή της. Ανάμεσά τους ήταν και κάποιο πολύ νεότεροι.
Η αγάπη για το παλιό σύστημα αναφέρεται συχνά ως «Γιουγκονοσταλγία», αναφερει ο Guardian και όπως φαίνεται έχει αρκετούς οπαδούς στις χώρες που καποτε αποτελούσαν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας.
Την ίδρυσε ο στρατάρχης Τίτο το 1945 και συμπεριελάμβανε 6 δημοκρατίες – Σερβία, Κροατία, Βοσνία & Ερζεγοβίνη, Σλοβενία , Μαυροβούνιο και Μακεδονία (η τωρινή Βόρεια Μακεδονία) – συν δύο αυτόνομες περιοχές –Κόσοβο και Βοϊβοντίνα.
Στόχος του Τίτο ήταν να ενώσει τις διαφορετικές εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες της περιοχής υπό το σύνθημα «ενότητα και αδελφοσύνη».
Η άνοδος του εθνικισμού μετά τον θάνατό του, το 1980 οδήγησε στους αιματηρούς γιουγκοσλαβικούς πολέμους της δεκαετίας του 1990 και στην διάλυσή του της Ομοσπονδίας
Κοινή αφήγηση ήταν ότι ο Τίτο, για σχεδόν μισό αιώνα, ανάγκαζε διαφορετικούς λαούς να ζήσουν μαζί ενάντια στις επιθυμίες τους. Όμως, 30 χρόνια μετά, πολλοί εξακολουθούν να τρέφουν βαθιά στοργή για τη χώρα που δεν υπάρχει πια και λυπούνται για τη διάλυσή της.
«Η διάλυση ήταν επιζήμια»
Όπως αναφέρει στο ρεπορτάζ του ο Guardian στη Σερβία, το 81% λέει ότι πιστεύει ότι η διάλυση ήταν κακή για τη χώρα τους. Στη Βοσνία, η οποία ήταν πάντα η πιο πολυπολιτισμική από τις δημοκρατίες, το 77% συμμερίζεται αυτήν την ιδέα.
Ακόμη και στη Σλοβενία, η οποία ήταν η πρώτη πρώην Γιουγκοσλαβική χώρα που εντάχθηκε στην ΕΕ και θεωρείται ευρέως ως η πιο «επιτυχημένη», το 45% εξακολουθεί να λέει ότι η διάλυση ήταν επιζήμια.
Όπως είναι αναμενόμενο ωστόσο, μόνο το 10% στο Κοσσυφοπέδιο, το οποίο δεν είχε πλήρη ανεξαρτησία επί της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας λυπάται για τη διάλυση.
«Όλοι αγαπούσαν ο ένα τον άλλον»
Στα σκαλιά του μαυσωλείου ο 18χρονος Milos Tomcic φοράει το καπέλο και το κασκόλ των «πρωτοπόρων», της νεολαίας του Γιουγκοσλάβου σοσιαλιστή
«Ήθελα να δω μια φωτογραφίες εκείνης της εποχής», είπε στον Guardian. « Όλοι αγαπούσαν ο ένας τον άλλον».
Θεωρεί τον εαυτό του Σέρβο ή Γιουγκοσλάβο; «Γιουγκοσλαβικός», απάντησε χωρίς δισταγμό. «Η μαμά μου είναι Σέρβα, ο μπαμπάς μου Μαυροβούνιος, η γιαγιά μου Κροάτη. Στην πραγματικότητα, η οικογένειά μου είναι από όλη τη Γιουγκοσλαβία»..
Ωστόσο, η Larisa Kurtović, από το Σεράγεβο που μελετά τη μετα-γιουγκοσλαβική ταυτότητα στη Βοσνία, είναι επιφυλακτική ως προς τον όρο «Γιουγκονοσταλγία» «Αρκετοί νεότεροικοιτάζουν πιο κριτικά την περίοδο, αξιολογώντας τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά της» λέει.
«Υπάρχει μεγάλη εκτίμηση για τη σοσιαλιστική περίοδο και συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη και τις τεράστιες βελτιώσεις στο βιοτικό επίπεδο», δηλώνει ωστόσο. Οι «αποτυχημένες υποσχέσεις» του γιουγκοσλαβικού σχεδίου ωχριούν σε σύγκριση με τον εθνικισμό και τη βία που ακολούθησε.
Τα περισσότερα κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας έχουν δει τεράστια οικονομική παρακμή μετά τους πολέμους.
Ιδιαίτερα η Βοσνία και η Σερβία μαστίζονται από πολιτικές διαμάχες . Αν και η Κροατία και η Σλοβενία έχουν βρει σχετική σταθερότητα ως μέλη της ΕΕ, οι αιτήσεις άλλων χωρών έχουν μπολοκάρει με πολλούς να αμφιβάλλουν αν θα ενταχθούν ποτέ στην Ένωση.
Οι διαφορές από τα άλλα κράτη του Σιδηρούν παραπετέσματος
Σε αυτό το πλαίσιο, ορισμένοι αναρωτιούνται αν το παρελθόν θα μπορούσε να περιέχει λύσεις για το μέλλον. Η Kurtović αναφέρει τα κινήματα για τα δικαιώματα των εργαζομένων που ξεπήδησαν στη Βοσνία την τελευταία δεκαετία, βασισμένα στο παλιό γιουγκοσλαβικό σοσιαλιστικό μοντέλο εργατικής αυτοοργάνωσης. «Αυτό το σύστημα ήταν πολύ συγκεκριμένο για τη Γιουγκοσλαβία», λέει, εξηγώντας την απόκλισή του από τη σταλινική κρατική ιδιοκτησία της βιομηχανίας.
Αν και η Γιουγκοσλαβία ήταν ένα μονοκομματικό κράτος, υπήρχαν σαφείς διαφορές από άλλες χώρες του σιδηρούν παραπετάσματος. Ο Τίτο ίδρυσε το κίνημα των αδέσμευτων και διατήρησε ισορροπημένες σχέσεις μεταξύ της Δύσης και της ΕΣΣΔ, και οι Γιουγκοσλάβοι πολίτες μπορούσαν να ταξιδέψουν σε οποιαδήποτε περιοχή.
«Είμαστε λιγότερο σημαντικοί»
Η αντίληψη ότι μια σχετικά μεγάλη, σεβαστή χώρα εχει διασπαστεί σε πολύ μικρότερα κομμάτια κανουν τους πολίτες να αισθάνονται ότι ζουν σε μια λιγότερο σημαντική χώρα.
Ο George Peraloc γεννήθηκε στη Μακεδονία (τώρα Βόρεια Μακεδονία) το 1989, αλλά σήμερα ζει στην Μπανγκόκ. «Όποτε πρέπει να κάνω κάτι γραφειοκρατικό όπως να ανοίξω έναν τραπεζικό λογαριασμό εδώ, δεν μπορούν ποτέ να βρουν τη Βόρεια Μακεδονία στο σύστημά τους, αλλά μπορούν να βρουν τη Γιουγκοσλαβία», μου είπε.
«Αν με ρωτάτε, θα μπορούσαμε ακόμα να επωφεληθούμε από μια ομοσπονδία, ακόμα κι αν δεν είναι η Γιουγκοσλαβία, επειδή είμαστε τόσο μικροί και ασήμαντοι από μόνοι μας».
Πιστεύει ότι αυτό τα συναίσθημα είναι κοινό μεταξύ των ανθρώπων της ηλικίας του, που δεν έζησαν ποτέ στην πραγματικότητα κάτω από το παλιό σύστημα. «Όλη μας η υποδομή είναι από εκείνη την περίοδο και τώρα καταρρέει», προσθέτει.
Ο Peter Korchnak, ο οποίος μεγάλωσε στην τότε Τσεχοσλοβακία, κυκλοφόρησε το podcast «Memoring Yugoslavia » το 2020. «Μεγαλώνοντας, η Γιουγκοσλαβία μου φαινόταν παράδεισος», λέει, εξηγώντας ότι πολλοί άνθρωποι που έφευγαν από το τσεχοσλοβακικό καθεστώς θα δραπέτευαν στη Γιουγκοσλαβία. Οι αντιφρονούντες από άλλες κομμουνιστικές χώρες, όπως η Ρουμανία της εποχής Τσαουσέσκου, έκαναν συχνά το ίδιο.
Οι επικριτές
Ωστόσο, κάποιοι είναι πιο επικριτικοί απέναντι σε αυτό που θεωρούν υπερβολικό ρομαντισμό. Η οικογένεια της Arnela Išerić είναι από τη Βοσνία και κατέφυγε στις ΗΠΑ, όπου μεγάλωσε κατά τη διάρκεια του πολέμου. «Η εντύπωσή μου ως παιδί ήταν ότι [η Γιουγκοσλαβία] ήταν η πιο υπέροχη εποχή και όλα ήταν αρμονικά», λέει. «Όταν όμως μεγάλωσα, συνειδητοποίησα ότι υπήρχαν πράγματα σε αυτό που δεν μου άρεσαν». Επικαλείται την έλλειψη δικαιωμάτων LGBT και την καταστολή της πολιτικής διαφωνίας. Ωστόσο, λέει ότι μπορεί ακόμα να ταυτιστεί με το «πνεύμα» της Γιουγκοσλαβίας.
«Όταν ταξιδεύω σε άλλα μέρη της περιοχής, όπως το Μαυροβούνιο ή την Κροατία, νιώθω πάντα ότι συνδέομαι με ανθρώπους. Μπορώ να μιλήσω τη γλώσσα τους και έχουμε παρόμοια κουλτούρα».
Καθώς ο χρόνος περνάει και οι νεότεροι επηρεάζονται λιγότερο άμεσα από το τραύμα του πολέμου, ορισμένοι πιστεύουν ότι γίνεται πιο εύκολο να μιλάς για εκέινη την περίοδο. «Σχεδόν κάθε μέρα, κάποιος ρωτά αν μπορεί να μας πάρει συνέντευξη για τη διατριβή του σχετικά με τη μετα-γιουγκοσλαβική ταυτότητα», λέει ο Dolecki, μαέστρος χορωδίας.
«Για πολύ καιρό ήταν ένα κοινωνικά ταμπού θέμα», συμφωνεί ένας άλλος. «Αλλά αυτή η γενιά έχει την πολυτέλεια να μην επηρρεάζεται από προκαταλήψεις και τραύματα»