Συνέχεια στο προσωπικό του μπαράζ αποδόμησης των κυβερνητικών επιχειρημάτων με τα οποία το Μ. Μαξίμου επιχειρεί να συγκαλύψει πλήρως το σκάνδαλο των υποκλοπών έδωσε απόψε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Πρόκειται για το πολλοστό χτύπημα στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτή τη φορά μέσα από μια επιστημονική ανάλυση για τις συνταγματικές/θεσμικές διαστάσεις της άρσης του απορρήτου στο πλαίσιο της συζήτησης που διοργανώθηκε από την Επιστημονική Επιτροπή του Νομικού Βήματος του ΔΣΑ.
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με την επίκληση του απορρήτου στην Εξεταστική Επιτροπή, «μιλάμε για τον διασυρμό της ερμηνείας και της εφαρμογής του Συντάγματος και της έννοιας των οργανωτικών βάσεων του πολιτεύματος». Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον πάνελ και οι καθηγητές Μ. Σταθόπουλος, Ν. Αλιβιζάτος, Γ. Καραβοκύρης.
Το επιχείρημα που έφερε στην επιφάνεια είναι το εξής. Ο Ευ. Βενιζέλος εξήγησε ότι η Εξεταστική είναι ο ανώτερος κοινοβουλευτικός έλεγχος και τυποποιείται στο άρθρο 68 του Συντάγματος. Εξήγησε ότι με βάση το εδάφιο ά και ΄β στο άρθρο 68 του Συντάγματος προβλέπονται οι κοινές εξεταστικές και εκείνες που αφορούν στην εξωτερική πολιτική και εθνική άμυνα, αντίστοιχα.
Οι δεύτερες έχουν ως αντικείμενο τα απόρρητα. Αυτές για να συγκροτηθούν απαιτείται απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των βουλευτών, δηλαδή όλων των βουλευτών και εφόσον συγκροτηθούν δεν ισχύει το απόρρητο, καθώς η Ολομέλεια δίνει την εντολή να αρθεί για να ασκηθεί ο έλεγχος.
Ωστόσο, επισήμανε, στην περίπτωση των υποκλοπών η κυβέρνηση δεν θεώρησε ότι εμπίπτει σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας, ψήφισε «παρών» και με 148 συγκροτήθηκε η επιτροπή του εδαφίου ά. «Άρα δεν εμπίπτει στα απόρρητα για λόγους εθνικής άμυνας και εξωτερικής πολιτικής. Εδώ σταματά όλη η συζήτηση», υπογράμμισε ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου.
Τόνισε ότι το άρθρο 68 δεν θα ερμηνεύεται με βάση διάσπαρτες διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής, ώστε κάθε υπουργός και ο πρωθυπουργός επικαλούμενος το απόρρητο να εξουδετερώνει κάθε είδους έλεγχο. «Αλλιώς οδηγούμαστε στην εκμηδένιση της κοινοβουλευτικής ευθύνης και της λογοδοσίας και της δυνατότητας να ασκείται κοινοβουλευτικός έλεγχος και στη διακωμώδηση της αναθεώρησης του 2019 που δήθεν διευκόλυνε την αντιπολίτευση να συγκροτεί εξεταστικές» και «μιλάμε για τον διασυρμό της ερμηνείας και της εφαρμογής του Συντάγματος και της έννοιας των οργανωτικών βάσεων του πολιτεύματος».