Η μείωση του χρόνου εργασίας αποτελεί «μονόδρομο» προκειμένου να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της «άεργης ανάπτυξης», φαινόμενο που οξύνεται λόγω της ψηφιακής επανάστασης σχεδιασμό.
Του Γιώργου Σταμπουλή
Η μείωση του χρόνου εργασίας αποτελεί εμβληματική δέσμευση για την Αριστερά του 21ου αιώνα, σε συνθήκες ψηφιακής επανάστασης που αλλάζουν τα δεδομένα για την εργασία και την παραγωγή, και αναγνωρίζεται ως προτεραιότητα από προοδευτικές δυνάμεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, σε επίπεδο υλοποίησης πολιτικής αποτελεί στόχο που πρέπει να υλοποιηθεί σε πρώτο πολιτικό χρόνο, για να έχει και πολιτικά αποτελέσματα και σχετικά ευνοϊκές συνθήκες, στην αρχή μιας κυβερνητικής περιόδου.
Η μείωση σε 35 ώρες με πειραματική εφαρμογή, μάλλον δεν θα έχει εμφανή αποτελέσματα και ενδεχομένως δίνει την αίσθηση έλλειψης πίστης στον καθολικό χαρακτήρα που χρειάζεται να έχει το εγχείρημα.
Πιθανή πειραματική εφαρμογή στον δημόσιο τομέα μπορεί να είναι εφικτή, αλλά είναι προβληματική επικοινωνιακά και πρακτικά δεν προετοιμάζει το έδαφος για την εφαρμογή του στον ιδιωτικό τομέα.
Από την άλλη, το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό σύστημα είναι αναποτελεσματικό στην αντιμετώπιση των αναγκών των ηλικιωμένων (χαμηλές ή καθόλου συντάξεις για την πλειοψηφία) και επιβαρύνει δημοσιονομικά (>10% του ΑΕΠ από τον ΚΠΥ) και λειτουργικά την οικονομία (εισφορές 26 δισ.. ευρώ, 15,7% του ΑΕΠ).
Είναι ένα άδικο δεύτερο φορολογικό σύστημα που επιβαρύνει την εργασία για δαπάνες που θα πρέπει να βασίζονται στη γενική φορολογία (υγεία, ανεργία, αναπηρία κλπ.) και αποθαρρύνει τις προσλήψεις.
Αποκλείει τους μη αμειβόμενους εργαζόμενους και, σε συνθήκες επισφάλειας, θα καταλήξει σε πολύ χαμηλές συντάξεις για τις επόμενες γενιές.
Η πρόταση που περιγράφεται συνοπτικά παρακάτω συνοψίζεται στα εξής:
• Άμεση μείωση του χρόνου πλήρους απασχόλησης από 40 σε 30 ώρες την εβδομάδα (6ωρο/5μερο)
• Κατάργηση ασφαλιστικών εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων (πλην επικουρικής)
• Θέσπιση οριζόντιας καθολικής εθνικής σύνταξης με κριτήριο τη φορολογική κατοίκηση της τάξης των 900 ευρώ σε τρέχουσες τιμές.
• Εθελοντική μετάβαση όλων των επικουρικών σε ενιαία ευέλικτη επικουρική (οι εργαζόμενοι θα μπορούν ανάλογα με τις ανάγκες τους να αποφασίζουν για το ύψος της εισφοράς, εντός κάποιων ορίων) από ειδικό φορέα διαχείρισης (επενδυτικό-αναπτυξιακό Ταμείο) εντός ή υπό την επίβλεψη της Αναπτυξιακής Τράπεζας, όπου και θα κεφαλαιοποιούνται ατομικά οι εισφορές των ασφαλισμένων με ευέλικτο τρόπο, ανάλογα με την εργασιακή κατάσταση, με κρατική εγγύηση. Όσοι επιλέξουν αυτόνομο επικουρικό (επαγγελματικό) ταμείο δεν θα έχουν κρατική εγγύηση
• Αύξηση της αποζημίωσης των υπερωριών
• Μετακίνηση μέρους (π.χ. 1500-2000) των εργαζομένων του ΕΦΚΑ στο ΣΕΠΕ.
Τα αποτελέσματα της εφαρμογής θα είναι:
- Δημιουργία 600+ χιλιάδων θέσεων εργασίας
- Μείωση του συνολικού μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων κατά 5%-10%
- Δημιουργία αναπτυξιακού πόρου από τις επικουρικές και αποθάρρυνση της ιδιωτικοποίησης του ασφαλιστικού συστήματος
- Παράθυρο για εξορθολογισμό της φορολογικής πολιτικής σε προοδευτική κατεύθυνση, καθώς μειώνονται οι ασφαλιστικές επιβαρύνσεις επιχειρήσεων και αυτό-απασχολούμενων και απλοποιείται η λειτουργία του συστήματος, των επιχειρήσεων και των πολιτών
- Σημαντική και άμεση αύξηση των (οικογενειακών) εισοδημάτων και της κατανάλωσης
- Βελτίωση της παραγωγικότητας, αύξηση της ζήτησης των επιχειρήσεων και μείωση του λειτουργικού κόστους
- Βελτίωση των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών υπέρ της εργασίας
- Ενθάρρυνση των μακροπρόθεσμων επενδύσεων σε τεχνογνωσία, καινοτομία.
Δείτε εδώ ολόκληρο το κείμενο εργασίας του Γ. Σταμπουλή.
* Ο Γεώργιος Σταμπουλής είναι αν. καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας