Το Ταμείο Πληθυσμού των Ηνωμένων Εθνών (UNFPA) ανέφερε, ότι σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, ο παγκόσμιος πληθυσμός έχει φτάσει τα 8 δισεκατομμύρια άτομα, στις 15 Νοεμβρίου.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΟΗΕ, η ανθρωπότητα θα είναι σε θέση να φτάσει τα 9 δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη μέχρι το 2037 και μέχρι το 2080 θα φτάσει στο ανώτατο όριο των 10 δισεκατομμυρίων. Σημειώνεται ότι τότε το ποσοστό θνησιμότητας θα ξεπεράσει το ποσοστό γεννήσεων.
Ο λόγος της μείωσης του πληθυσμού είναι η χαμηλή γεννητικότητα, η οποία δεν εξασφαλίζει αντικατάσταση γενεών, και η γήρανση του πληθυσμού (αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων στο σύνολο του πληθυσμού). Με τη σειρά τους, τα αίτια της γήρανσης είναι η μείωση του ποσοστού γεννήσεων και η αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Για να αντικατασταθούν οι γονικές γενιές από τις παιδικές, είναι απαραίτητο μια γυναίκα να έχει περισσότερα από δύο παιδιά κατά μέσο όρο, υποστηρίζουν οι δημογράφοι.
Οι ειδικοί του ΟΗΕ σημειώνουν επίσης ότι σύμφωνα με τις προβλέψεις τους, μέχρι το 2100 ο πληθυσμός της Ινδίας θα είναι περίπου 1,53 δισεκατομμύρια άνθρωποι, ενώ στην Κίνα θα μειωθεί στα 771 εκατομμύρια άτομα (άλλα σενάρια αναφέρουν περίπου 1 δισεκατομμύριο πληθυσμό). Αυτό αναμένεται να συμβεί επειδή στην Κίνα το ποσοστό γεννήσεων έπεσε κάτω από το όριο των δύο γεννήσεων νωρίτερα από ό,τι στην Ινδία, και μάλιστα πολύ απότομα. Στην Κίνα, αυτό συνέβη στο γύρισμα των δεκαετιών 1980-1990, ενώ η Ινδία μόλις τώρα πλησίασε αυτό το κατώφλι. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τα ποσοστά γεννήσεων σε αυτές τις χώρες ήταν περίπου τα ίδια. Από αυτή την άποψη, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών το 2030 (περίπου τότε, σύμφωνα με τους ειδικούς, η Ινδία θα ξεπεράσει την Κίνα σε πληθυσμό) θα είναι σχεδόν 20% στην Κίνα και μόνο κοντά στο 10% στην Ινδία.
Αυτή θα είναι μια τεράστια αλλαγή, σε γεωπολιτικό και γεωοικονομικό επίπεδο, αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τις αντίστοιχες εξελίξεις εκείνης της εποχής. Οι ΗΠΑ θα έχουν μικρή αύξηση του πληθυσμού και θα φτάσουν περίπου τα 395-400 εκατομμύρια, ενώ η Ρωσία θα πέσει περίπου στα 126 εκατομμύρια.
Η Τουρκία θα παραμείνει σταθερή, περίπου στα 86 εκατομμύρια, ενώ ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί στα 6,82 εκατομμύρια κατοίκους.
Οι λόγοι για το γεγονός ότι η ανάπτυξη της ανθρωπότητας θα σταματήσει περίπου στα 10-11 δισεκατομμύρια είναι οι ίδιες οι τάσεις γονιμότητας, αν συνεχιστούν. Σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, ο μέσος αριθμός γεννήσεων μιας γυναίκας στον κόσμο θα πέσει κάτω από δύο γεννήσεις το 2050-2060.
Επιπλέον, σημειώνεται ότι από τα 7 στα 8 δισεκατομμύρια ανθρώπους, ο πληθυσμός της Γης χρειάστηκε 12 χρόνια για να αυξηθεί. Ωστόσο, σύμφωνα με την πρόβλεψη του ΟΗΕ, οι κάτοικοι της Γης θα φτάσουν τα 9 δισεκατομμύρια με αργότερο ρυθμό, σε 15 χρόνια.
Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ταχείς ρυθμοί ανάπτυξης εξασφαλίστηκαν από τη μείωση της θνησιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της παιδικής θνησιμότητας, και τη διατήρηση υψηλού ποσοστού γεννήσεων στις αναπτυσσόμενες χώρες στο πλαίσιο του υψηλού ποσοστού νέων στο σύνολο του πληθυσμού. Έτσι, το 1960, το 55% του παγκόσμιου πληθυσμού ήταν άτομα κάτω των 25 ετών. Τώρα αντιπροσωπεύουν το 40%, και μέχρι το 2050 – λιγότερο από το 30%.
Το ποσοστό γεννήσεων μειώνεται, το ποσοστό θνησιμότητας μειώνεται κυρίως σε μεγαλύτερες ηλικίες, ο πληθυσμός γερνάει – όλοι αυτοί είναι παράγοντες επιβράδυνσης της ανάπτυξης που οδηγούν τελικά σε ερήμωση, η οποία ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη σε πολλές χώρες. Η Αφρική παραμένει εξαίρεση, με αναμενόμενη αύξηση του πληθυσμού της στα 4 δισεκατομμύρια.
Παράλληλα, υπάρχουν και ιατρικές εξελίξεις.
Η ανθρώπινη γονιμότητα βρίσκεται σε κρίση, καθώς, σύμφωνα με τελευταία επιστημονικά δεδομένα, ο αριθμός των σπερματοζωαρίων παγκοσμίως έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 50% σε λιγότερο από μισό αιώνα.
Η φυσική αναπαραγωγή βρίσκεται αντιμέτωπη με δύσκολες προοπτικές, σύμφωνα με τα όσα δείχνουν δύο μελέτες: η μία δημοσιεύθηκε το 2017 και αναφέρει μείωση των σπερματοζωαρίων στη Δύση και η δεύτερη δημοσιεύτηκε πριν από λίγες ημέρες στο περιοδικό Human Reproduction Update, από μια διεθνή ερευνητική ομάδα.
Η πρώτη μελέτη, το 2017, ανέφερε μείωση του αριθμού των σπερματοζωαρίων στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη και την Αυστραλία, δηλαδή στις χώρες της Δύσης, με βάση δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από το 1981 έως το 2013. Η νέα μελέτη της ίδιας ομάδας περιλαμβάνει 53 ακόμη χώρες -στη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αφρική, δηλαδή τον Παγκόσμιο Νότο- και βασίζεται σε δεδομένα έως το 2018. Δηλαδή, οι μελέτες πλέον έχουν εξετάσει ολόκληρο τον κόσμο και διαπίστωσαν ότι ο αριθμός των σπερματοζωαρίων μειώνεται παντού, πάνω από 50% τα τελευταία 46 χρόνια.
Η τάση αυτών των στατιστικών υποδηλώνει ότι το ανθρώπινο σπέρμα μπορεί να πλησιάσει σε μηδενικά επίπεδα, περίπου το 2045. Από εκεί και πέρα, αναμένεται ότι θα αυξηθεί το ποσοστό της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Αλλά το ερώτημα που τίθεται, είναι ποιες χώρες και ποια κοινωνικά στρώματα μπορούν να επωμισθούν τα κόστη της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και ποια θα είναι η επίπτωση στις διεθνείς ισορροπίες ισχύος.
Τον Απρίλιο του 2019, ο ΟΗΕ ανέφερε ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός είναι 7,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του, μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, περίπου 10,5-11 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα ζουν στον πλανήτη.
Βαγγέλης Χωραφάς – Διευθυντής του Geoeurope.org
Πρώτη δημοσίευση στο Facebook