Η Ευρωπαϊκή Ένωση χτυπά την Ρωσία εκεί που πονά, στην πετρελαϊκή βιομηχανία. Αλλά χρειάζεται να προσέξει για να μην αυτοτραυματιστεί και τελικά υποστεί το πλήγμα η εύθραυστη παγκόσμια οικονομία, σημειώνει το politico.
Σε άρθρο υπό τον τίτλο «ο πετρελαϊκός πόλεμος της Δύσης με την Ρωσία γίνεται πραγματικότητα», το politico σημειώνει ότι η απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού αργού, μέσω των θαλάσσιων οδών, τίθεται από σήμερα σε ισχύ και πρόκειται για μια από τις πιο σκληρές κυρώσεις που επιβάλλονται στην Μόσχα, με στόχο να αποστερηθεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν τα έσοδα με τα οποία χρηματοδοτεί την εισβολή στην Ουκρανία.
Όμως το ρωσικό πετρέλαιο είναι ιδιαίτερης σημασίας για την παγκόσμια οικονομία. Η Ρωσία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ και την Σαουδική Αραβία και ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας αργού πετρελαίου μετά την Σαουδική Αραβία. Το 2021 η μισή ρωσική παραγωγή εξήχθη στη Ευρώπη.
Ο πόλεμος δεν άλλαξε πολλά ως προς τη δυνατότητα της Ρωσίας να κερδίζει από τις πωλήσεις πετρελαίου: Μέχρι τώρα οι συνολικές εξαγωγές της Ρωσίας είναι πολύ ψηλά –στα 7,7 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως τον Οκτώβριο, σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας. Δηλαδή βρίσκεται μόλις 400.000 βαρέλια χαμηλότερα από τα προπολεμικά επίπεδα. Η Ρωσία εισπράττει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια από τα ορυκτά καύσιμα στη διάρκεια του πολέμου. Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι θέλουν να το αλλάξουν αυτό.
Το δυτικό σχέδιο
Νωρίτερα φέτος η ΕΕ συμφώνησε σε κυρώσεις που προβλέπουν την απαγόρευση εισαγωγών ρωσικού αργού μέσω θαλάσσιων μεταφορών. Τις εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου έχουν απαγορεύσει επίσης οι χώρες της G7 και η Αυστραλία.
Το μέτρο αυτό συμπίπτει με την επιβολή πλαφόν στα 60 δολάρια το βαρέλι, για το ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται στον υπόλοιπο κόσμο, κάτι που θεωρητικά επιβλέπουν η ΕΕ και η G7. Τον Φεβρουάριο του 2023 θα τεθεί σε ισχύ και η ευρωπαϊκή απαγόρευση εισαγωγών προϊόντων του ρωσικού πετρελαίου, όπως η βενζίνη, το πετρέλαιο κίνησης και τα καύσιμα αεροσκαφών.
Τα μέτρα αυτά έχουν δυνητικά διαφορετικές συνέπειες για την Ευρώπη, την Ρωσία και τη διεθνή αγορά και η κάθε μία ενέχει κινδύνους για την ήδη εύθραυστη διεθνή οικονομία.
Τι σημαίνει η ευρωπαϊκή απαγόρευση
Από σήμερα οι χώρες της ΕΕ δεν μπορούν να εισάγουν ρωσικό αργό μέσω θαλάσσιων μεταφορών, με εξαίρεση την Βουλγαρία, που έχει κάποιο χρονικό περιθώριο προσαρμογής. Σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, η απαγόρευση αφορά στο 90% των εισαγωγών ρωσικού αργού πετρελαίου στην ΕΕ.
Οι ρωσικές εξαγωγές στην ΕΕ έχουν ήδη μειωθεί δραματικά αφότου έγινε η εισβολή στην Ουκρανία και έχουν πέσει συνολικά στα 3,95 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως (τον Οκτώβριο). Το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού πετρελαίου που εισάγεται στην ΕΕ ανακατευθύνεται στην Κίνα και την Ινδία.
Με την απαγόρευση που ισχύει από σήμερα αλλάζουν πολλά στη ροή του πετρελαίου στη διεθνή αγορά, δήλωσε στο politico ο Κλαούντιο Γκαλιμπέρτι, αντιπρόεδρος της εταιρίας αναλύσεων ενέργειας Rystad. «Υπάρχει η δυνατότητα ανακατεύθυνσης σχεδόν όλου του αργού πετρελαίου που πηγαίνει στην Ευρώπη», πρόσθεσε.
Αν συμβεί αυτό, η επίδραση στις τιμές των καυσίμων αναμένεται να είναι ήπια, κάτι που σημαίνει ότι οι καταναλωτές στην Ευρώπη δεν θα δουν άμεσα μία αύξηση των τιμών. Αλλά οι κυβερνήσεις θα πρέπει να παρακολουθούν καθημερινά τις διακυμάνσεις.
Την Παρασκευή το πετρέλαιο τύπου Μπρεντ βρισκόταν στα 87 δολάρια το βαρέλι, κάτω από τα 110 δολάρια που ήταν τον Ιούνιο, κάτι που αποδίδεται στις ενδείξεις για επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας. Η ζήτηση στην Κίνα παραμένει σε χαμηλότερα του αναμενομένου επίπεδα και λόγω των συνεπειών της πολιτικής μηδενικής ανοχής στην πανδημία.
Πού πηγαίνει το ρωσικό αργό πετρέλαιο
«Η ΕΕ θα εισάγει αργό πετρέλαιο από αλλού», δήλωσε η Σιμόν Ταλιαπιέτρα, αναλύτρια του think tank Bruegel. Η Ρωσία αναμένεται ότι θα αυξήσει τις εξαγωγές αργού πετρελαίου στην Κίνα και την Ινδία, κάτι που θα μειώσει τη ζήτηση πετρελαίου από τη Μέση Ανατολή, απ΄ όπου θα παίρνει περισσότερο πετρέλαιο η Ευρώπη. Η κατάσταση στην αγορά θα παραμείνει περίπου ίδια.
Το εμπάργκο της ΕΕ δεν αφορά στις εισαγωγές ρωσικού αργού στην Ευρώπη μέσω αγωγών. Αυτό σημαίνει ότι η Ουγγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία και η Σλοβακία θα εξακολουθήσουν να παίρνουν ρωσικό αργό μέσω του αγωγού Druzhba.
Η Γερμανία και η Πολωνία επίσης εξακολουθούν να παίρνουν πετρέλαιο μέσω αγορών, αλλά έχουν δεσμευτεί ότι θα σταματήσουν μέχρι το τέλος του χρόνου. Λόγω της εξάρτησης που έχει η Βουλγαρία εξασφάλισε εξαίρεση από την απαγόρευση εισαγωγών μέσω θαλάσσης μέχρι το τέλος του 2024.
Πώς δουλεύει το πλαφόν στην τιμή
Τον Σεπτέμβριο οι χώρες της G7 και η ΕΕ ανακοίνωσαν σχέδια να επιβάλουν πλαφόν στην τιμή του ρωσικού αργού στην παγκόσμια αγορά, κάτι που ισχύει από σήμερα.
Το μέτρο αυτό επιβλέπεται από τα μέλη της G7, μέσω της απαγόρευσης στις εταιρίες ναυτιλιακών μεταφορών και ασφαλιστικών καλύψεων να συναλλάσσονται με ρωσικές εταιρίες που στέλνουν φορτία με τιμή πάνω από το πλαφόν. Πάντως τα μέλη της ΕΕ συμφώνησαν ότι η τιμή του πλαφόν τελεί υπό αναθεώρηση, με βάση τις αλλαγές στην παγκόσμια αγορά.
Ωστόσο το επίπεδο των 60 δολαρίων δεν επηρεάζει ουσιαστικά τις εισπράξεις τις Μόσχας, αφού το ρωσικό αργό την περασμένη εβδομάδα βρισκόταν στο επίπεδο των 52 δολαρίων το βαρέλι.
«Πλαφόν τιμής στα 60 δολάρια το βαρέλι δεν πλήττει την Ρωσία», δήλωσε η Ταλιαπιέτρα, «αλλά έχει νόημα αν το επιβάλλουμε αρχικώς και στη συνέχεια αυξήσουμε την πίεση μειώνοντας το πλαφόν».
Τα πλοία από χώρες εκτός ΕΕ που παραβιάζουν το πλαφόν θα αντιμετωπίσουν ήπιες κυρώσεις: θα τους απαγορεύεται να ασφαλίζουν, χρηματοδοτούν ή να εξυπηρετούν τη διαδικασία μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου για 90 ημέρες. Οι ποινές για τα πλοία από χώρες της ΕΕ καθορίζονται από την εθνική νομοθεσία κάθε χώρας-μέλους.
Άρα;
Στην πραγματικότητα η επιβολή πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου είχε ως σκοπό να μειώσει τα κέρδη που εξασφαλίζει η Ρωσία χωρίς να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στην παγκόσμια αγορά.
Χωρίς το πλαφόν οι ευρωπαϊκές κυρώσεις που ισχύουν από σήμερα θα είχαν πλήξει τη δυνατότητα της Ρωσίας να ανακατευθύνει τις ευρωπαϊκές εξαγωγές στην Ινδία και την Κίνα που εξαρτώνται από θαλάσσιες μεταφορές πετρελαίου, τις οποίες διαχειρίζονται και ασφαλίζουν ευρωπαϊκές και βρετανικές εταιρίες. Κάτι τέτοιο θα προκαλούσε κίνδυνο να αποσυρθούν εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού αργού από την παγκόσμια αγορά, με προφανείς επιπτώσεις στην τιμή του μαύρου χρυσού.
Στον βαθμό που η τιμή του πετρελαίου και το πλαφόν στην τιμή του ρωσικού αργού είναι εργαλείο ελέγχου του πληθωρισμού, οι Ευρωπαίοι μπορούν να αντισταθμίσουν τις συνέπειες των κυρώσεων που έχουν επιβάλει στη Ρωσία.
Η ρωσική απάντηση
Η Ρωσία είναι βέβαιο ότι θα βρει νέους αγοραστές για το αργό πετρέλαιο, αλλά παράλληλα κανένας δεν θα πρέπει να αγνοήσει την πιθανότητα μίας σκληρής απάντησης από την πλευρά του Βλαντίμιρ Πούτιν.
Τις τελευταίες εβδομάδες η Μόσχα είχε απειλήσει με διακοπή πωλήσεων πετρελαίου σε χώρες που συνεργάζονται με την πολιτική του πλαφόν. Την ίδια ώρα η Ρωσία είναι γνωστό ότι έχει εξασφαλίσει έναν ικανοποιητικό «σκιώδη στόλο» μεγάλης ηλικίας δεξαμενοπλοίων, με τα οποία θα μπορούσε η ίδια και χωρίς μεσολάβηση ξένων εταιριών, να ανοίξει δρόμους εξαγωγών του προϊόντος της.
Η Τατιάνα Μίτροβα, αναλύτρια του Κέντρου Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής στο πανεπιστήμιο Κολούμπια δήλωσε ότι η Ρωσία «θα μπορούσε να μειώσει τις εξαγωγές και την παραγωγή» έτσι ώστε να εξωθήσει σε αύξηση τις τιμές στην παγκόσμια αγορά και με τη σειρά την να καταφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στις οικονομίες των δυτικών αντιπάλων της.
«Τα οικονομικά συμφέροντα μπορούν να θυσιαστούν προς όφελος των πολιτικών και στρατιωτικών στόχων», πρόσθεσε η Μίτροβα, εξηγώντας γιατί η Ρωσία μπορεί να ακολουθήσει μια πολύ σκληρή πολιτική, που σε πρώτη ανάγνωση δεν θα εξυπηρετεί τα οικονομικά συμφέροντά της.
Πολύ περισσότερο όταν το καρτέλ των πετρελαιοπαραγωγών κρατών, ο ΟΠΕΚ, θεωρεί ότι είναι επιτυχημένη η υφιστάμενη πολιτική των ποσοστώσεων στην παραγωγή, παρά τις πιέσεις των Αμερικανών για αύξηση της παραγωγής.
«Ο ΟΠΕΚ αντιλαμβάνεται ότι αν πετύχει αυτός ο μηχανισμός (κυρώσεων και πλαφόν) μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλες περιπτώσεις και οι ίδιες οι χώρες του ΟΠΕΚ να γίνουν οι επόμενοι στόχοι. Δεν είναι χαρούμενες με αυτόν τον μηχανισμό. Θέλουν να αποτύχει», τόνισε η Τατιάνα Μίτροβα.
Το επόμενο βήμα στο… κενό (;)
Ακόμα κι αν η παγκόσμια αγορά παρουσιάσει μια σχετική σταθερότητα τις επόμενες εβδομάδες, το επόμενο πακέτο κυρώσεων της ΕΕ μπορεί να προκαλέσει σημαντικό σοκ -τόσο για τις ενεργειακές προμήθειες της Ευρώπης, όσο και για τις τιμές στην παγκόσμια αγορά.
Η ευρωπαϊκή απαγόρευση «σε προϊόντα διύλισης πετρελαίου» από την Ρωσία, που θα ισχύσει από τις 5 Φεβρουαρίου 2023 είναι «πολύ σημαντικό» μέτρο, όπως τόνισε ο Γκαλιμπέρτι, πολύ περισσότερο όταν αφορά ένα συγκεκριμένο προϊόν: το πετρέλαιο κίνησης.
«Η Ευρώπη εξαρτάται από την Ρωσία για τις εισαγωγές πετρελαίου κίνησης: το 60% προέρχεται από την Ρωσία. Δεν υπάρχουν εύκολες εναλλακτικές», δήλωσε. «Πολύ πιθανό να έχουμε ελλείψεις πετρελαίου στην Ευρώπη στα μέσα στου χειμώνα. Το πετρέλαιο χρησιμοποιείται παντού στην Ευρώπη- από τα αυτοκίνητα μέχρι τη βιομηχανία και τη θέρμανση».
Η Ρωσία θα μπορέσει να πουλήσει κάποιες ποσότητες πετρελαίου που πήγαινα στη Ευρώπη σε άλλους πελάτες, στη βόρεια Αφρική και στη Τουρκία. «Αυτό σημαίνει ότι θα μειώσουν την παραγωγή αργού», αφού η Ρωσία είτε πρέπει να βρει πελάτες για να διοχετεύσει όλο το πετρέλαιο κίνησης που πήγαινε στην Ευρώπη και αν δεν μειώσει την παραγωγή αργού δεν θα έχει επαρκείς χώρους αποθήκευσης.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας στην μηνιαία έκθεσή της, το Νοέμβριο, εκτίμησε ότι η ρωσική παραγωγή θα μειωθεί κατά 1,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2023 -κάτι που μπορεί να προκαλέσει αύξηση της τιμής στις διεθνείς αγορές. «Τα επίπεδα της αβεβαιότητας ουδέποτε ήταν τόσο υψηλά», τόνισε στην έκθεσή της η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας.