Ο κάποτε πολυαγαπημένος των αγορών κρυπτογραφημένων νομισμάτων και ενεργός ευεργέτης, καθώς και ιδρυτής της χρεοκοπημένης πλέον πλατφόρμας συναλλαγών FTX, Σαμ Μπάνκμαν – Φράιντ συνελήφθη στις Μπαχάμες, όπου και η έδρα της εταιρείας του, καθώς διώκεται ποινικά από τις αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ.
Σε δήλωσή του ο γενικός εισαγγελέας της νησιωτικής χώρας, Ράιαν Πίντερ, ανέφερε ότι κρατείται εκεί εν αναμονή της έκδοσής του στις ΗΠΑ. Ερευνες για τα πεπραγμένα του διεξάγονται και στις δύο χώρες, ενώ ήδη οι εισαγγελικές αρχές στις ΗΠΑ αποκάλυψαν χθες ότι βαρύνεται με οκτώ κατηγορίες για εγκληματικές πράξεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η συνωμοσία και η οικονομική απάτη για φερόμενη κατάχρηση δισεκατομμυρίων δολαρίων από κεφάλαια πελατών της πλατφόρμας του FTX, πριν από τη θεαματική κατάρρευση του οικοσυστήματος των ψηφιακών του νομισμάτων.
Εν τω μεταξύ, οι αρμόδιοι δικηγόροι των Αρχών στις Μπαχάμες ζητούν να ανακτήσουν 35 ακίνητα, που αγόρασαν στο νησί ο Σαμ Μπάνκμαν – Φράιντ και ο συνεργάτης του Ράιαν Σάλαμι αντί 256,3 εκατ. δολαρίων. Διατείνονται ότι το αρμόδιο δικαστήριο πτωχεύσεων στο Ντελαγουέρ των ΗΠΑ, που ανέλαβε την υπόθεση και θα αναθέσει σε φορείς εντός χώρας τη διαχείριση των ακινήτων, δεν θα είναι αποτελεσματικό, ενώ η διαδικασία είναι παράνομη βάσει της νομοθεσίας της χώρας τους.
Οι εισαγγελικές αρχές στις ΗΠΑ αποκάλυψαν χθες ότι βαρύνεται με οκτώ κατηγορίες για εγκληματικές πράξεις.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο στις ΗΠΑ, ο Μπάνκμαν – Φράιντ είχε έλθει σε συμφωνία με τρίτους, με στόχο «να εξαπατήσει τους πελάτες του FTX.com, οικειοποιούμενος τις καταθέσεις τους, ώστε να τις χρησιμοποιήσει για να πληρώσει τα έξοδα και τα χρέη της Alameda Research». Η τελευταία είναι μία ακόμη εταιρεία του κατηγορουμένου. Οι καταιγιστικές εξελίξεις σημειώθηκαν αφότου η αστυνομία στις Μπαχάμες, όπως σχετικώς αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, συνέλαβε τον επιχειρηματία τη Δευτέρα, μόλις μερικές ώρες πριν καταθέσει ενώπιον του αμερικανικού Κογκρέσου για την πτώση της FTX. Ο 30χρονος Σαμ Μπάνκμαν – Φράιντ παραδέχθηκε ότι έχει υποπέσει σε σοβαρά σφάλματα όσον αφορά τη διοίκηση της εταιρείας του, αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι εν γνώσει του εξαπάτησε ανθρώπους ή παραβίασε τη νομοθεσία. Πάντως, οι εισαγγελικές αρχές διατείνονται πως ο επιχειρηματίας και άλλα στελέχη της FTX, ξεκινώντας από το 2019, άρχισαν να χρησιμοποιούν χρήματα της πελατείας τους για να καλύψουν οικονομικές εκκρεμότητες της εταιρείας εμπορίας ψηφιακών νομισμάτων Alameda Research. Eπιπλέον, ισχυρίζονται ότι έδωσε ψευδείς πληροφορίες στις πιστώτριες τράπεζές του για την κατάσταση της οικονομικής υγείας της Alameda, ενώ είχε παραπλανήσει πελάτες και σχετικά με τα οικονομικά της FTX, οργάνωσε συνωμοσία για να ξεπλύνει τα έσοδα από την απάτη και, ακόμα, έκανε χρήση ορισμένων εκ των χρημάτων αυτών για να χρηματοδοτήσει προεκλογικό αγώνα πολιτικών στις ΗΠΑ, παραβιάζοντας τη σχετική νομοθεσία. Οι δωρεές που δόθηκαν μέσω της συνεργασίας του κατηγορουμένου με τρίτους σε πολιτικούς υποψηφίους και επιτροπές υπερέβησαν το νόμιμο όριο των 25.000 δολαρίων. Γι’ αυτό, όπως επισημαίνουν οι εισαγγελικές αρχές, χρησιμοποιούσε ονόματα άλλων για να συνεχίσει να κάνει τις κινήσεις αυτές.
Οι εισαγγελείς του Μανχάταν στη Νέα Υόρκη άρχισαν να ερευνούν την κατάρρευση του FTX τον Νοέμβριο, διότι υπήρχαν καταγγελίες ότι είχαν διακινηθεί και αναμειχθεί κεφάλαια δισεκατομμυρίων δολαρίων ανάμεσα στην πλατφόρμα κρυπτογραφημένων νομισμάτων FTX και στον αδελφό οίκο Alameda Research. Πάντως, πρέπει να επισημανθεί ότι η ταχύτητα με την οποία έγινε η σύλληψη του 30χρονου ιδρυτή των δύο ανωτέρω πλατφορμών, είναι ασυνήθιστη σε περίπλοκες υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος και ειδικά όταν υπάρχει και έλλειψη εταιρικών δεδομένων.
BLOOMBERG, REUTERS, CNBC