Οι φετινές εκλογές στην Τουρκία δεν λείπουν από καμία λίστα με τις πιο σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις του 2023, με κοινή πεποίθηση ότι θα είναι η πιο κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων 20 ετών για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Θριάμβευσε στις εκλογές του 2002, έγινε πρωθυπουργός το 2003 και έκτοτε είναι ο κορυφαίος άνδρας στην Άγκυρα. «Ο Ερντογάν κυβέρνησε την Τουρκία μεγαλύτερο διάστημα από όσο τα Starbucks έχουν παρουσία στην εστίαση της χώρας», όπως λέει χαρακτηριστικά το Foreign Policy.
Πλέον ο Τούρκος πρόεδρος θέλει να γιορτάσει τα 100 χρόνια της Δημοκρατίας της Τουρκίας, κερδίζοντας και πάλι τις προεδρικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για τις 18 Ιουνίου. «Είναι μια αδίστακτη προσπάθεια του Ερντογάν να προσκολληθεί στην εξουσία το 2023, και ας ελπίσουμε ότι θα αποτύχει», σχολιάζει το Politico προσθέτοντας ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει συντρίψει την τουρκική οικονομία και έχει εξαθλιώσει τη μεσαία τάξη.
Σοβαρή προοπτική πολιτικής αλλαγής;
«Σήμερα σέρνει τώρα τη χώρα του σε έναν περιττό πόλεμο και χειραγωγεί τα δικαστήρια εναντίον των αντιπάλων του», συνεχίζει το Politico που εκτιμάει ότι οι εκλογές στην Τουρκία θα λειτουργήσουν ως φάρος υποδεικνύοντας εάν η χώρα θα συνεχίσει να κινείται προς το μονοπάτι για να γίνει μια αυταρχική, επεκτατική δύναμη ή εάν θα επιλέξει έναν πιο φιλελεύθερο, πλουραλιστικό δρόμο.
Διακρίνει πάντως για πρώτη φορά από το 2002, όταν ανέλαβε την εξουσία ο Ερντογάν, μια σοβαρή προοπτική πολιτικής αλλαγής: Ο πληθωρισμός τρέχει πάνω από 80% ετησίως, η τουρκική λίρα έχει σημειώσει κατακόρυφη βουτιά έναντι του δολαρίου και η δημοτικότητα της κυβέρνησης έχει βυθιστεί καθώς οι οικονομικές δυσκολίες έχουν αυξηθεί.
Πώς διεκδικεί την ψήφο των πολιτών
Το γεγονός ότι «απειλείται» στις δημοσκοπήσεις έχει οδηγήσει τον Ερντογάν σε αντιδράσεις «χαρακτηριστικά βάναυσες τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές μέτωπο», σημειώνει το Politico αναφέροντας την επιχείρηση στην Συρία, τις απειλές σε βάρος της Ελλάδας «αν και το διεθνές οικονομικό και πολιτικό κόστος οποιασδήποτε τέτοιας ενέργειας την καθιστά εξαιρετικά απίθανη», τον ρόλο του διαμεσολαβητή στον πόλεμο της Ουκρανίας και τις καλές σχέσεις με το Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Στα εγχώρια πράγματα, το Politico σημειώνει ότι η Τουρκία διαθέτει ένα σύστημα δικαιοσύνης που δεν είναι αρκετά γνωστό για την ανεξαρτησία του, και υποστηρίζει ότι ο Ερντογάν προσπαθεί να αποκλείσει τους πιο ισχυρούς πιθανούς αμφισβητίες του, με αναφορές στην καταδίκη του Εκρέμ Ιμάμογλου και τις δίκες που αντιμετωπίζουν πάνω από 100 πολιτικοί από το φιλοκουρδικό Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα (HDP).
«Μένει να δούμε πόσο μακριά είναι διατεθειμένος να φτάσει αυτή τη φορά όσον αφορά την πραγματική στρατιωτική δράση για να παίξει το εθνικιστικό χαρτί στον αγώνα του για επανεκλογή», σχολιάζει το Politico παρατηρώντας επίσης την «επίθεση φιλίας» σε κάποιες χώρες με τις οποίες η Τουρκία είχε δύσκολες σχέσεις, «εν μέρει επειδή η αποτυχία των εξεγέρσεων της Αραβικής Άνοιξης που υποστηρίχθηκε από την Τουρκία τον ανάγκασε να προσαρμόσει την εξωτερική του πολιτική, αλλά και επειδή χρειάζεται απεγνωσμένα αραβικό και δυτικό κεφάλαιο για να στηρίξει την οικονομία, που πλήττεται από την απερίσκεπτη πολιτική του να διατηρεί χαμηλά επιτόκια».
Οι επόμενοι μήνες θα είναι «γεμάτοι πολεμικές χειρονομίες»
Η επιχείρηση επανεκλογής του Ερντογάν χρειάζεται μια ισορροπία καθώς θα μπορούσε να τον οδηγήσει σε «λάθη», εκτιμάει το Politico σημειώνοντας ότι μια χερσαία επιχείρηση στη Συρία ή η υπερβολική εκμετάλλευση του δικαστικού σώματος προς όφελός του θα μπορούσαν να γυρίσουν μπούμερανγκ.
Όπως και να’ χει, δεδομένου ότι «η κοινή γνώμη στην Τουρκία διακατέχεται από έντονα εθνικιστικά αισθήματα», οι επόμενοι μήνες θα είναι «γεμάτοι πολεμικές χειρονομίες» σε μια προσπάθεια του Ερντογάν να αναδείξει την επιρροή της Τουρκίας που αποκαθίσταται σε έναν πολυπολικό κόσμο όπου οι μεσαίες δυνάμεις μπορούν να ασκήσουν μεγαλύτερη επιρροή. Ουσιαστικά το Politico ασπάζεται αυτό που οι Financial Times έχουν σημειώσει, ότι η ένταση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας δημιουργεί «χώρο» για τις «μεσαίες δυνάμεις», όπως η Τουρκία.
Ωστόσο, δεν θεωρεί ότι η Άγκυρα θα είναι ανεξέλεγκτη σε αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων που είναι υπό διαμόρφωση, αναφέροντας πως μπορεί κάλλιστα να σταματήσει μια χερσαία επίθεση στη Συρία, εάν οι μεγάλες δυνάμεις συνεχίσουν να προειδοποιούν κατά μιας τέτοιας επιχείρησης. Αυτή που βλέπει να μην έχει «λόγο» στις κινήσεις της Τουρκίας είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία «είναι πιθανό να παραμένει θεατής και όχι δύναμη μετριοπάθειας ή αλλαγής».
«Το μπλοκ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας, αλλά έχει χάσει την επιρροή του στην Άγκυρα, καθώς η διαδικασία ένταξης της χώρας στην ΕΕ αργοπεθαίνει και οι Βρυξέλλες πρέπει να εξαγοράζουν τακτικά την Τουρκία με βοήθεια για να παραμείνουν οι σχεδόν 4 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες στο έδαφός της», σχολιάζει καταλήγοντας πως αν και η Δύση «αναμφίβολα» θα ανακουφιζόταν βλέποντας την έξοδο του Ερντογάν, οι αξιωματούχοι διατηρούν ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας «στον ισχυρό άνδρα στον Βόσπορο και προσφέρουν καταθλιπτικά ελάχιστη δημόσια βοήθεια στην αντιπολίτευση, παρόλο που προσεύχονται σιωπηλά για μια πιο μετριοπαθή, φιλοδυτική Τουρκία τον Ιούνιο».