Η αλήθεια είναι μία και είναι αδιαμφισβήτητη. Ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ που μόλις απεβίωσε υπήρξε βασιλιάς της Ελλάδας και αρχηγός κράτους. Υφέρπει όμως και άλλη μία αλήθεια που τεχνικά έχουμε ξεχάσει και παραγκωνίσει, τα 48 χρόνια που έχουν παρέλθει από τη μεταπολίτευση και την κατάργηση του Βασιλευομένου πολιτεύματος στην Ελλάδα: Όσα προσάπτονται στον τέως βασιλιά, στη βασιλομήτωρα Φρειδερίκη, οι κατηγορίες για συνομωσία και προδοσία και άλλα τόσα ευγενή, παρέμειναν χωρίς νομικές συνέπειες.
Το καρκίνωμα της ατιμωρησίας που ταλανίζει τη χώρα – κατά τα φαινόμενα – διαχρονικά, δεν θα μπορούσε να μην προσβάλλει και το θεσμό της Βασιλείας, τον ίδιο τον τέως και όσους συνέβαλαν σε αυτό το τσίρκο. Έχουμε λησμονήσει ως λαός – ίσως γιατί δεν βλέπουμε να μετουσιώνεται σε πράξη μπροστά μας εδώ και καιρό – πως κάθε πράξη, ειδικά παράνομη, προδοτική, αντεθνική και γενικώς αντισυνταγματική, έχει (ή πρέπει να) νομικές συνέπειες.
Ακόμα και αυτή η Χούντα, κάποια στιγμή δικάστηκε. Ο Παπαδόπουλος δεν υπήρξε αρχηγός κράτους; Υπήρξε όταν έχρισε τον εαυτό του ως ΠτΔ (τρομάρα του) το 1973. Δικάστηκε όμως και καταδικάστηκε για εσχάτη προδοσία. Και αυτό υπήρξε νομικά κατοχυρωμένο από τη δικαστική απόφαση.
Όσοι ήθελαν τιμητικό άγημα στην κηδεία του (ορισμένοι από τους οποίους βρίσκονται σήμερα στην Κυβέρνηση), όσο και να καίγονταν γι’ αυτό, δεν μπορούσαν να το βασίσουν πουθενά για έναν αποδεδειγμένα προδότη. Κι ας έπεφταν πυροβολισμοί στο νεκροταφείο την ώρα της ταφής του προδότη συνταγματάρχη.
Ο τέως, εξέπεσε του αξιώματος. Ο λαός τον καταδίκασε. Κανένα δικαστήριο δεν δίκασε ή καταδίκασε τις πράξεις του και παρόλο που υπήρξαν τα τελευταία 48 χρόνια πολλές αναφορές περί προδοτικών σχεδίων αλλά και κατηγορίες για το γεγονός ότι επισημοποίησε νομικά την κυβέρνηση της Χούντας, δεν υπήρξε κανένα νομικό πλαίσιο που να τον καταδίκασε ως ένοχο. Με λίγα, σημερινά, λόγια γλύτωσε γιατί ήταν όλα αδιευκρίνιστα. Πιθανώς να έφταιξε η ολιγωρία (σαράντα οκτώ χρόνια είναι πολλά) της δικαιοσύνης αλλά σίγουρα η έλλειψη πολιτικής βούλησης για να κινηθεί η οποιαδήποτε νομική διαδικασία απέναντί του.
Ο ίδιος χρησιμοποίησε όποιο νομικό (και πολιτικό) μέσο είχε στη διάθεσή του για να αποζημιωθεί από το Ελληνικό Κράτος – και την τσέπη των πολιτών. Ακόμα και στη δεκαετία του 90 παρόλο που υπήρξαν πολιτικές αντιθέσεις μεταξύ τότε Μητσοτάκη και μετέπειτα Παπανδρέου ως προς τα δικαιώματα του τέως, τίποτα το ουσιαστικό δεν έγινε.
Φτάσαμε λοιπόν στο τέλος της ζωής του τέως, πάλι με κυβέρνηση Μητσοτάκη, καταλήγοντας στο εξής συμπέρασμα.
Ο τέως κατάφερε μετά θάνατον να γίνεται εκ νέου λόγος για τη παρωχημένη Βασιλεία και τα “πάμε σαν άλλοτε” καθεστώτα. Είναι δυστυχές που το Ελληνικό κράτος μέσα σε σχεδόν πενήντα χρόνια δεν προέβλεψε ώστε να μην συμβεί κάτι τέτοιο.
Τελικά το κύκνειο άσμα ορισμένες φορές ακούγεται μετά θάνατον.
Δεν έγινε κάτι σημαντικό αν υπάρξει άγημα στην κηδεία ούτε πρόκειται να επιστρέψει η Βασιλεία ως πολίτευμα. Θα επρόκειτο για παγκόσμια πρωτοτυπία. Έχει βρει άλλωστε η “άριστη” Δημοκρατία άλλους, πλάγιους αλλά εξίσου αποτελεσματικούς τρόπους, για να τροφοδοτεί συγκεκριμένες οικογένειες και “αυλικούς” με ζεστό χρήμα του λαού.
Ας προσέχαμε.