Το πρώτο Ανθρωπάκι του Γιάννη Γαΐτη εμφανίστηκε περίπου το 1967, εκεί κοντά στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου.
Το Ανθρωπάκι δεν είναι χαριτωμένο, ούτε διασκεδαστικό. Είναι ένα ομοίωμα που κουβαλάει τις νευρώσεις μας, έχει άλλοτε τέσσερα μάτια και άλλοτε τρεις μύτες, παρακολουθεί και παρακολουθείται από ένα πλήθος ομοίων του – μορφές σαρκαστικές, φιγούρες ανησυχητικές. Το Ανθρωπάκι μάς κοροϊδεύει ή μας τρομάζει; Ο ίδιος ο ζωγράφος είχε πει: «Ο κόσμος δεν θέλει να βλέπει τον εαυτό του Ανθρωπάκι. Προτιμάει δηλαδή ένα βότσαλο, ένα λουλούδι ή κάτι άλλο, αλλά ποτέ Ανθρωπάκι! Γιατί, σου λέει, εγώ δεν είμαι αυτός. Και όμως, είναι!».
Ομως το Ανθρωπάκι είχε έρθει στη ζωή του για να μείνει. Αυτός ο καλλιτέχνης, που ανδρώθηκε στην Αθήνα της δεκαετίας του 1940 μέσα στα μετεμφυλιακά χρόνια με τις μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες, που σπούδασε στην ΑΣΚΤ ζωγραφική με δάσκαλο τον Παρθένη, βρήκε στο Ανθρωπάκι τον απόλυτο πρωταγωνιστή του εικαστικού του σύμπαντος. Κι αυτό δεν συνέβη στην Αθήνα, αλλά στο Παρίσι, όπου ο Γαΐτης έφτασε με υποτροφία για σπουδές. Στο Παρίσι, από όπου νωρίτερα είχαν περάσει ο Κωνσταντίνος Παρθένης, ο Σπύρος Παπαλουκάς, ο Φώτης Κόντογλου. Στο Παρίσι, όπου ο ελληνικής καταγωγής εκδότης Κριστιάν Ζερβός με το μακροβιότατο μοντερνιστικό περιοδικό Cahiers d’Art ξανασύστηνε στη σύγχρονη Ευρώπη την αρχαιοελληνική τέχνη, ενώ ο Μυτιληνιός τεχνοκριτικός και συλλέκτης Στρατής Ελευθεριάδης-Τεριάντ εξέδιδε το σουρεαλιστικό περιοδικό Minotaure.
Σε αυτή την πόλη που, τη δεκαετία του 1950, βρισκόταν στο επίκεντρο των εκφραστικών αναζητήσεων, οι οποίες διαμόρφωναν την πρωτοπορία στην ευρωπαϊκή τέχνη, εγκαταστάθηκαν πολλοί από τους Ελληνες της εικαστικής γενιάς του ’60. Ο ρόλος τους στο Παρίσι ήταν σημαντικός, αφού μεταξύ άλλων ο Δημήτρης Τσίγκος, ο Γεράσιμος Σκλάβος, ο Takis, ο Τζον Χριστοφόρου, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Αλέκος Φασιανός, ο Παύλος, ο Κώστας Τσόκλης, ο Νίκος Κεσσανλής, ο Βλάσης Κανιάρης, ο Γιάννης Μαλτέζος, ο Δανιήλ έδωσαν μια διαφορετική ώθηση στην πορεία της νεοελληνικής τέχνης. Επίσης συνεργάστηκαν εποικοδομητικά με μουσεία, πινακοθήκες, γκαλερί, διεθνείς καλλιτέχνες, εξέχοντες θεωρητικούς και κριτικούς της τέχνης εδραιώνοντας μια νέα εικόνα της ελληνικής εικαστικής πραγματικότητας στο εξωτερικό.
Ανάμεσά τους ήταν και ο Γιάννης Γαΐτης. Βρέθηκε εκεί όπως κι εκείνοι, χωρίς γνωριμίες, με οικονομικά προβλήματα, αλλά ήταν –όπως κι εκείνοι– νέος, ενθουσιώδης κι έτοιμος να ζήσει μια πραγματικά δημιουργική εποχή. Στα 31 του χρόνια εγκαταστάθηκε στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου εντέλει έμεινε επί δύο δεκαετίες. Στο πλευρό του στάθηκε η γλύπτρια Γαβριέλλα Σίμωσι. Παντρεύτηκαν τη χρονιά της άφιξής τους στην πόλη, το 1954, κι απέκτησαν τη μοναχοκόρη τους Λορέττα.
«Ο κόσμος δεν θέλει να βλέπει τον εαυτό του Ανθρωπάκι. Προτιμάει ένα βότσαλο, ένα λουλούδι ή κάτι άλλο, αλλά ποτέ Ανθρωπάκι! Γιατί, σου λέει, εγώ δεν είμαι αυτός. Και όμως, είναι!».
Ο Κώστας Τσόκλης έχει εξομολογηθεί στον κριτικό και επιμελητή Τάκη Μαυρωτά: «Ημουν πολύ φίλος με τον Γιάννη. Ο Γαΐτης για πολλά χρόνια κοίταζε τη δουλειά των άλλων, κατόρθωσε όμως να καταλήξει σε μια δουλειά άκρως προσωπική, που δεν έχει κανείς άλλος. Σε αυτό είναι αξιέπαινος. Αξιαγάπητος. Τα Ανθρωπάκια του είναι η άκρως προσωπική του δουλειά, σε αντίθεση με τη Γαβριέλλα, η οποία ήταν εσωστρεφής και δεν κοίταγε τι κάνουν οι άλλοι, αλλά τον εαυτό της. Εκείνος ήταν έξω καρδιά, ήθελε την ευτυχία και τη ζωή. Η τέχνη της Γαβριέλλας εκφράζει μια εσωτερική δουλειά, που δεν ταυτιζόταν με την εποχή της. Ηταν ένα περίεργο ζευγάρι. Ο ένας εξωστρεφής και η άλλη εσωστρεφής, ο ένας τυχερός, η άλλη άτυχη. Τον γνώριζα από τη Σχολή Καλών Τεχνών, αν και ήταν μεγαλύτερός μου. Ηθελε πάντα να κάνει μοντέρνα πράγματα. Στο Παρίσι πήγαν με υποτροφίες. Πνευματικός πατέρας και των δύο ήταν ο Τσίγκος, σπουδαίος άνθρωπος, αρχιτέκτονας… Στο Παρίσι βλεπόμασταν σχεδόν κάθε μέρα, είχα ένα ατελιεδάκι στη Cité des Arts και εκείνος έμενε rue de Sèvres. Κάθε πρωί πέρναγα από το ατελιέ του για να πιούμε καφέ και να παίξουμε με το μηχανάκι…».
Το 1959 ο Γαΐτης συμμετείχε ενεργά, μαζί με τους Κανιάρη, Τσόκλη, Κοντό και Κεσσανλή –την Ομάδα Σίγμα–, σε δύο εκθέσεις στις γκαλερί Cancello στην Μπολόνια και San Carlo στη Νάπολη παρουσιάζοντας ομαδικά το έργο τους. Το 1964 ήταν η χρονιά της ιστορικής έκθεσης «Mythologies Quotidiennes» (Καθημερινές Μυθολογίες). Μεταξύ των 37 Ευρωπαίων καλλιτεχνών που πήραν μέρος –«Νέοι Ρεαλιστές» όπως η Σεν-Φαλ και ο Βος, θεωρητικοί και ανατροπείς σαν τον Πιστολέτο, αλλά και δάσκαλοι όπως ο Κρεμονίνι– σχολιάζοντας με χιούμορ, προκλητικότητα και τόλμη την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της εποχής, ήταν και ο Γαΐτης. Παρουσίασε έργα με εμφανή επιρροή από την αρχαία ελληνική τέχνη και μυθολογία.
Και πάλι μιλώντας με τον Τάκη Μαυρωτά ο Λεονάρντο Κρεμονίνι είχε εκμυστηρευθεί, με την αφορμή της τελευταίας αναδρομικής του έκθεσης στην Αθήνα, που εκείνος επιμελήθηκε το 2010: «Πιστεύω ότι το μήνυμα ενός έργου τέχνης μπορεί να αποκαλυφθεί μόνο σε εκείνον που το αναζητάει. Η αρχαία ελληνική τέχνη επηρέασε αποφασιστικά τη ζωγραφική μου. Ηταν μεγάλα τα ερεθίσματα που αισθάνθηκα όταν νέος επισκέφθηκα την Πομπηία. Η αρχαία ελληνική γλυπτική με βοήθησε στη διαμόρφωση της δικής μου τέχνης. Ολα τα μνημεία της αρχαίας Ελλάδας με επηρέασαν, γιατί αποτελούν εστίες γνώσης και μάθησης. Στην εποχή μας, δυστυχώς, δεν έχουμε αντίστοιχα μνημεία. Η αρχαία ελληνική τέχνη μάς άφησε αιώνια παραδείγματα έμπνευσης και γνώσης».
Η έκθεση που έρχεται
Η έκθεση «Γιάννης Γαΐτης. Η ουσία του απρόσωπου» εγκαινιάζεται την προσεχή Τετάρτη στο Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη, με την ευκαιρία των 100 χρόνων από τη γέννηση του ζωγράφου, σε συνεργασία με την κόρη του Λορέττα Γαΐτη και επιμέλεια του Τάκη Μαυρωτά. Η έκθεση περιλαμβάνει περίπου 100 έργα, που καλύπτουν την πορεία της καλλιτεχνικής του διαδρομής, από την περίφημη «Αυτοπροσωπογραφία» του 1944 έως το τέλος της δημιουργικής του δράσης. Ξεκινάει με τις αυτοπροσωπογραφίες του ζωγράφου, τα πορτρέτα της οικογένειάς του και της συζύγου του, της γλύπτριας Γαβριέλλας Σίμωσι, ενώ συνεκτίθενται έργα της από γύψο, πολυεστέρα και ορείχαλκο μαζί με τα αινιγματικά κολάζ της. Τα εκθέματα προέρχονται από την Εθνική Πινακοθήκη, δημόσιες συλλογές ιδρυμάτων, μεγάλες και μικρότερες ιδιωτικές συλλογές. Η παρουσίαση θα συνοδεύεται από πολυσέλιδο ομότιτλο κατάλογο, με όλα τα εκτιθέμενα έργα.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ