Ο Μάριο Βίττι, ο οποίος απεβίωσε χθες, Τετάρτη, στη Ρώμη σε ηλικία 96 ετών, είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη, όπου έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του.
Η κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα της Πόλης, η ελληνική και ιταλική καταγωγη του, η πραότητα και το αίσθημα του μετρου που ήταν έμφυτα στον χαρακτήρα του, ήταν από τα βασικά στοιχεία που του επέτρεψαν να ξεχωρίσει στην μελέτη και στην προβολή της ελληνικής λογοτεχνίας.
Η κριτική του προσέγγιση στην γενιά του 30, η συγγραφή της Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας με τρόπο άμεσο και προσιτό και για το ιταλικό αναγνωστικό κοινό, η στήριξη νέων συγγραφέων και ποιητών, ήταν ορισμένα μόνον από τα στοιχεία που τον έκαναν να ξεχωρίζει.
Είχε τιμηθεί από πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού.
“Η φυσική απόσταση από την Ελλάδα, με την οποία γράφω, ορισμένες φορές με κάνει να φοβάμαι ότι μπορεί και να λαθέψω”, συνήθιζε να λέει, σχολιάζοντας, με μετριοφροσύνη, τους τόσους επαίνους.
“Στην πραγματικότητα, είμαι ένας παραγωγικός τεμπέλης”, μας είχε πει, γελώντας, με την γνωστή, πνευματώδη του διάθεση.
Εμπράκτως, μεταφράζοντας Οδυσσέα Ελύτη και τόσους άλλους μεγάλους ποιητές μας, απέδειξε ότι η βαθύτερη απόδοση του νοήματος των έργων τους είναι μια μοναδική μείξη που γεννιέται από την γνώση της γλώσσας, αλλά και την κατανόηση του βαθύτερου, καινοτόμου συχνά, μηνύματος των στίχων τους.
Εκτός από ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας, στον ελεύθερο χρονο του ήταν και φωτογράφος. Με την μηχανή του, είχε απαθανατίσει σε ξένοιαστες στιγμές πολλές γνωστές μορφές των γραμμάτων μας και είχε εκθέσει επανειλημμένα και σε πανεπιστημιακές αίθουσες τις φωτογραφίες του, στο πλαίσιο φιλολογικών συνεδρίων.
Στην ιταλική πρωτεύουσα, και όχι μόνο, θα θυμούνται όλοι τον Μάριο Βίττι ως μια εξέχουσα προσωπικότητα, η οποία εδώ και πολλά χρόνια συνήθιζε να στηρίζει και να δίνει συμβουλές σε νεότερους καθηγητές, λογοτέχνες, δημοσιογράφους, με πολύτιμη γενναιοδωρία και ευστοχία.