Η ρωσική οικονομία πλήττεται, ενώ η Ουκρανία μετρά χιλιάδες νεκρούς και έχει καταστραφεί για πολλά χρόνια.
Μιχάλης Ψύλος
«Ο πόλεμος είναι μία κομπίνα», είχε πει το 1935 ο Αμερικανός υποστράτηγος Σμίντλεϊ Ντάρλινγκτον Μπάτλερ, στην περίφημη αντιπολεμική ομιλία. Ο Μπάτλερ διετέλεσε ανώτατος αξιωματικός του Σώματος των Πεζοναυτών. Πολέμησε στην Εξέγερση των Μπόξερ, τη Μεξικανική Επανάσταση και τον Α ‘ Παγκόσμιο Πόλεμο και ήταν ο πιο παρασημοφορημένος Αμερικανός αξιωματικός.
«Ο πόλεμος είναι ίσως το πιο παλιό, το πιο κερδοφόρο, σίγουρα το πιο μοχθηρό μέσο διεθνούς εμβέλειας, τα κέρδη του οποίου υπολογίζονται σε δολάρια και οι ζημίες σε ζωές. Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μια μικρή χούφτα συγκέντρωσε αμύθητα κέρδη. Τουλάχιστον 21.000 νέοι εκατομμυριούχοι και δισεκατομμυριούχοι έγιναν στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Πολέμου. Πόσοι από αυτούς τους εκατομμυριούχους του πολέμου σήκωσαν ένα τουφέκι; Πόσοι από αυτούς έσκαψαν μια τάφρο; Πόσοι από αυτούς ήξεραν τι σήμαινε να πεινάς σε ένα χαράκωμα μολυσμένο από αρουραίους; Πόσα από αυτούς πέρασαν άγρυπνες, φοβισμένες νύχτες, με τις οβίδες να σκάνε δίπλα τους; Πόσοι αντιμετώπισαν μια ξιφολόγχη ενός εχθρού; Ποιος βγάζει τα κέρδη από τον πόλεμο;» ρωτούσε ο Αμερικανός υποστράτηγος. Και απαντούσε: «Η αμυντική βιομηχανία, οι τράπεζες και οι κερδοσκόποι. Και «ποιος πληρώνει τον λογαριασμό; Οι φορολογούμενοι»!
Σχεδόν έναν αιώνα μετά, τίποτα δεν έχει αλλάξει. Τα λόγια του υποστράτηγου Μπάτλερ ηχούν σαν σειρήνα συναγερμού, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία κλείνει ένα χρόνο, χωρίς να διαφαίνεται το τέλος. Τουλάχιστον στο ορατό μέλλον.
Οι απειλές του Πούτιν
Ο κίνδυνος μιας ακόμη πιο επικίνδυνης κλιμάκωσης, είναι προ των πυλών. Ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν ανακοίνωσε σήμερα ότι η Ρωσία αναστέλλει τη συμμετοχή της στη συνθήκη για τα στρατηγικά πυρηνικά όπλα «New Start» με τις ΗΠΑ. « Η Μόσχα πρέπει να είναι έτοιμη να επαναλάβει τις δοκιμές πυρηνικών όπλων, εάν το πράξουν οι ΗΠΑ», απείλησε ο Πούτιν.
Τι κι αν οι ρωσικές απώλειες ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες: Τι κι αν η ρωσική οικονομία πλήττεται από τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας. Το έλλειμμα ανέρχεται σε 3,3 τρισ. ρούβλια (περίπου 44 δισ. ευρώ), όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Οικονομικών Αντόν Σιλουάνοφ. Που φυσικά πληρώνουν οι πολίτες.
Αλλά και στην αντίπερα όχθη τα πράγματα είναι χειρότερα, με την μαρτυρική Ουκρανία να μετρά χιλιάδες νεκρούς και τη χώρα να έχει καταστραφεί για πολλά χρόνια.
Το νέο σχέδιο Μάρσαλ
Το τέλος του πολέμου μπορεί να μην είναι ορατό, αλλά εντείνονται οι προετοιμασίες για το νέο «Σχέδιο Μάρσαλ», για την Ουκρανία. Ένα σχέδιο ανοικοδόμησης που θα ξεπεράσει τα 1,25 τρισεκατομμύρια δολάρια, όπως καθορίστηκε στη διεθνή εμπορική έκθεση «Rebuild Ukraine» που πραγματοποιήθηκε στη Βαρσοβία στις 15 και 16 Φεβρουαρίου.
Στην έκθεση αυτή που πέρασε μάλλον απαρατήρητη από τα μέσα ενημέρωσης, διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, επενδυτές και κατασκευαστικές εταιρείες ξεκίνησαν να συντονίζουν ήδη τις ενέργειές τους για το «πιο περίπλοκο πρόγραμμα ανοικοδόμησης από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο».
Τον συντονισμό της πλατφόρμας ανασυγκρότησης θα αναλάβει η Blackrock, όπως ανακοίνωσε το Ουκρανικό υπουργείο Οικονομίας. Όπως τόνισε ο Βρετανός ιστορικός Ανταμ Τούζ, με βάση την έκθεση της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Center for Economic and Policy Research (CEPR), τα μέτρα που θα προωθηθούν για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας είναι: Ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων, «φιλικές προς την ανάπτυξη» φορολογικές πολιτικές και η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, για τη γρήγορη διοχέτευση κεφαλαίων σε «ισχυρούς τομείς».
Εκτός από τις επενδύσεις στην ανοικοδόμηση, οι δυτικές χώρες στηρίζουν την Ουκρανία με τη μορφή επιχορηγήσεων και δανείων. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία (IfW ), από τον Νοέμβριο του 2022,έχουν εισρεύσει στην Ουκρανία 84.17 δισεκατομμύρια δολάρια. Η μερίδα του λέοντος προέρχεται από την ΕΕ με 51,8 δισεκατομμύρια δολάρια και ακολουθούν οι ΗΠΑ με 47,82 δισεκατομμύρια δολάρια. Μεταξύ των κρατών της ΕΕ, η Γερμανία είναι σήμερα ο μεγαλύτερος οικονομικός υποστηρικτής με 12,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα J.P. Morgan Chase υπέγραψε επίσης συμφωνία με το ουκρανικό κράτος για ένα ταμείο 20 έως 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων υποδομών. Όπως αναφέρει περαιτέρω το Fox Business, ο διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan, Τζέιμι Ντάιμον, είναι πεπεισμένος ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην «αποτροπή της ρωσικής επιθετικότητας».
Οι ιδιωτικοποιήσεις πριν ξεσπάσει ο πόλεμος
Το ενδιαφέρον για το επενδυτικό άνοιγμα της Δύσης στην Ουκρανία χρονολογείται πολύ πριν τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου 2022.
Ο Βρετανός οικονομολόγος Μάικλ Ρόμπερτς λέει ότι από το 2014, η αμερικανική δεξαμενή σκέψης Oakland Institute, τόνιζε την ανάγκη ενσωμάτωσης στη Δύση της Ουκρανίας που τροφοδοτεί με «ψωμί τον κόσμο», με την παροχή από το ΔΝΤ στο Κίεβο, δανείων ύψους 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η ιδιωτικοποίηση επίσης των Ουκρανικών κρατικών επιχειρήσεων αποφασίστηκε ήδη από τις χώρες με δυτικό προσανατολισμό στη Διάσκεψη για τη Μεταρρύθμιση της Ουκρανίας το 2018 και επαναβεβαιώθηκε το 2022 . «Ενάντια στη βούληση του πληθυσμού», όπως τονίζει ο Μάικλ Ρόμπερτς: «Το 2018, σύμφωνα με έρευνα, μόνο το 12% των Ουκρανών ήταν υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων».
Το 2020, ο πρόεδρος Ζελένσκι αποφάσισε μάλιστα να άρει την προηγούμενη απαγόρευση πώλησης κρατικής γεωργικής γης προκειμένου να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις για να λάβει η χώρα δάνειο 5 δισ. δολαρίων από το ΔΝΤ.
Πλούσια σε πρώτες ύλες η Ουκρανία, αποτελεί άλλωστε πόλο έλξης για τους επενδυτές. Η χώρα διαθέτει το 5% όλων των φυσικών και ορυκτών πόρων της γης, συμπεριλαμβανομένου του άνθρακα, του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, του λιθίου, του σιδηρομεταλλεύματος, του τιτανίου (20% των παγκόσμιων αποδεδειγμένων) και του γαλλίου (το δεύτερο μεγαλύτερο απόθεμα στον κόσμο). Η Ουκρανία είναι επίσης μια απίστευτα πλούσια γεωργική χώρα – που μπορεί να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες 600 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Στη χώρα υπάρχουν επίσης τα τεράστια κοιτάσματα ουρανίου, και το τρίτο μεγαλύτερο απόθεμα σχιστολιθικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην ανατολική Ουκρανία (γύρω από την κατεστραμμένη από τον πόλεμο λεκάνη Δνείπερου-Ντόνετσκ) είχαν δοθεί το 2013 στην βρετανική Shell,ενώ η αμερικανική εταιρεία Chevron συζητούσε ανάλογη επένδυση στη δυτική Ουκρανία. Το 2015 και οι δύο ενεργειακοί κολοσσοί αποσύρθηκαν, καθώς διαφώνησαν με την φορολογική πολιτική του Κιέβου και υπό τον αυξημένο κίνδυνο ένοπλης σύγκρουσης με τη Ρωσία, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα.
πηγή: naftemporiki.gr