Σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής η επιθεωρήτρια της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) που είχε αρχικά αναλάβει την έρευνα για τη «στοιχειωμένη» σύμβαση 717 της ΕΡΓΟΣΕ, με αντικείμενο την αποκατάσταση της λειτουργίας των συστημάτων σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης αντικαταστάθηκε λίγους μήνες πριν από την ολοκλήρωση και υποβολή του πορίσματος. Ο φάκελος της υπόθεσης της αφαιρέθηκε, με την ίδια να υποβάλλει την παραίτησή της και να αποχωρεί μέσα σε αρνητικό κλίμα από την ανεξάρτητη αρχή.
Προηγουμένως, η έρευνά της φέρεται να είχε εντοπίσει ποινικές ευθύνες για τη μη υλοποίηση της σύμβασης που είχε υπογραφεί το 2014 και παραμένει μέχρι σήμερα ημιτελής. Το τελικό πόρισμα υπεβλήθη τον Σεπτέμβριο του 2021. Δεν φέρει την υπογραφή της επιθεωρήτριας που ήταν επικεφαλής της έρευνας για τα προηγούμενα τουλάχιστον δύο χρόνια, αλλά δύο άλλων έμπειρων ελεγκτών της ΕΑΔ. Διατυπώνουν μια σειρά από προτάσεις και συστάσεις, δίχως πάντως να εντοπίζουν ποινικές ευθύνες για τη μη εκτέλεση του έργου. Κάτι που όμως φέρεται να προέκρινε η παραιτηθείσα επιθεωρήτρια.
Βάσει των τελικών συμπερασμάτων του ελέγχου που διενήργησε η ΕΑΔ, ο οικονομικός εισαγγελέας που είχε παραγγείλει την έρευνα αποφάσισε να θέσει την υπόθεση στο αρχείο. Η τραγωδία στα Τέμπη, ωστόσο, και η διαπίστωση ότι εάν τα συστήματα σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης λειτουργούσαν το φοβερό συμβάν ενδεχομένως να είχε αποφευχθεί, επανέφεραν με δραματικό τρόπο το θέμα της σύμβασης 717 στην επικαιρότητα. Ερευνα μάλιστα για την υπόθεση διεξάγουν τους τελευταίους μήνες όχι οι εγχώριες αλλά οι ευρωπαϊκές εισαγγελικές αρχές, προκειμένου να διακριβώσουν αν υπήρξε κατασπατάληση ευρωπαϊκών κονδυλίων.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα στο διάστημα από το 2012 και έπειτα, ο πρώην βουλευτής της Ν.Δ. και εν συνεχεία των Ανεξάρτητων Ελλήνων Νίκος Νικολόπουλος κατέθεσε μια σειρά από ερωτήσεις στη Βουλή, όπως επίσης και μηνυτήρια αναφορά με κοινοποίηση στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, σχετικά με το θέμα των συμβάσεων της ΕΡΓΟΣΕ για την υλοποίηση έργων κατά μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας. Στις συμβάσεις αυτές συγκαταλέγεται και η περίφημη «717» για την αποκατάσταση της λειτουργίας του συστήματος σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης κατά μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου, που λόγω ελλιπούς συντήρησης είχε πάψει να λειτουργεί ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2010. Τον Νοέμβριο του 2018, ενδεικτικά, ο ανεξάρτητος βουλευτής Νικολόπουλος ανέφερε σε ερώτησή του προς τον τότε υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Χρήστο Σπίρτζη: «Επανήλθαμε για ακόμη μια φορά στο σκάνδαλο της παραπάνω σύμβασης γιατί η αδιαφορία που επιδείξατε σαν αρμόδιος υπουργός να προστατέψετε το δημόσιο συμφέρον και να στείλετε στον εισαγγελέα τους αρμοδίους της ΕΡΓΟΣΕ είχε σαν αποτέλεσμα να συνεχίσουν τις παράνομες πράξεις τους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες της μη ολοκλήρωσης της ζωτικής για την ασφάλεια της κυκλοφορίας σύμβασης».
Σύμφωνα με δικαστικές πηγές ενημέρωσης, στην υπόθεση παρενέβη ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου διαβιβάζοντας τις καταγγελίες στην Εισαγγελία Διαφθοράς για περαιτέρω έρευνα. Η Εισαγγελία Διαφθοράς με τη σειρά της παρήγγειλε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης στην Εισαγγελία Πρωτοδικών προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πράγματι προέκυπταν ενδείξεις τέλεσης αδικημάτων εις βάρος κρατικών αξιωματούχων. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, ο εισαγγελέας Πρωτοδικών ανέθεσε με τη σειρά του στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΕΔΔ) να διεξάγει έρευνα για τα πεπραγμένα της διοίκησης όσον αφορά τα καταγγελλόμενα. Ανάμεσα σε αυτά και η πορεία υλοποίησης της σύμβασης 717. Η έρευνα ανετέθη στην επιθεωρήτρια που ήταν επικεφαλής του τμήματος του ΣΕΕΔΔ, αρμόδιου για τον έλεγχο σε δημόσιες συμβάσεις. Μετά δε την ίδρυση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας το 2019 και την υπαγωγή σε αυτή του Σώματος Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, η εν λόγω υπάλληλος διατήρησε υπ’ ευθύνη της την έρευνα για την περίφημη σύμβαση της ΕΡΓΟΣΕ.
Η παραιτηθείσα φέρεται να υποστήριζε ότι ο έλεγχος έπρεπε να καταλήγει σε διαπιστώσεις περί ποινικών ευθυνών. Την υπόθεση ερευνά τώρα η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία.
Από έγγραφα που βρίσκονται στη διάθεση της «Κ» και περιλαμβάνονται στην αλληλογραφία μεταξύ της ΕΑΔ και της ΕΡΓΟΣΕ προκύπτει ότι η επιθεωρήτρια παρέμενε επικεφαλής της έρευνας μέχρι τουλάχιστον την άνοιξη του 2021. Από τα ίδια έγγραφα αποκαλύπτεται ακόμη ότι κλιμάκιο της ΕΑΔ είχε μερικούς μήνες νωρίτερα πραγματοποιήσει αιφνιδιαστική έφοδο – έλεγχο στα γραφεία της ΕΡΓΟΣΕ. «Στο πλαίσιο του διενεργούμενου ελέγχου», αναφέρεται σε ένα από τα έγγραφα, «και σε συνέχεια της έρευνάς μας από την επιτόπια μετάβαση του κλιμακίου ελέγχου στα γραφεία της εταιρείας σας, παρακαλούμε όπως μας αποστείλετε σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή τα παρακάτω στοιχεία».
Ακολουθεί ένας κατάλογος με οικονομικής και τεχνικής φύσεως στοιχεία που η ΕΑΔ ζητούσε από την ΕΡΓΟΣΕ αναφορικά με το έργο, όπως τις αποφάσεις απομείωσης των εγγυητικών επιστολών, τα επικαιροποιημένα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη εκτέλεσης της ελεγχόμενης σύμβασης κ.ά. Το τελικό πόρισμα της ΕΑΔ κατατέθηκε τέσσερις μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2021. Από αυτό όμως απουσιάζει η υπογραφή της επιθεωρήτριας. Ως πρώτος υπογράφων εμφανίζεται ο ελεγκτής της ΕΑΔ που έως τότε εμφανιζόταν να συνεπικουρεί την επιθεωρήτρια στους ελέγχους και ένας ακόμη ελεγκτής της ανεξάρτητης αρχής.
Η «Κ» επικοινώνησε με την επιθεωρήτρια, που πλέον εργάζεται για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με έδρα τις Βρυξέλλες. Αρνήθηκε να απαντήσει σε διευκρινιστικές ερωτήσεις ξεκαθαρίζοντας ότι δεσμεύεται από το απόρρητο και συμφωνίες εμπιστευτικότητας που παραμένουν σε ισχύ. Πηγές πάντως που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση επιβεβαίωσαν ότι η ίδια αποχώρησε από την έρευνα χωρίς δική της βούληση και ότι ο φάκελος της υπόθεσης της αφαιρέθηκε με πρωτοβουλία των ανωτέρων της, εξωθώντας τη σε παραίτηση. Πηγές από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας που ρωτήθηκαν σχετικά δήλωσαν ότι η επιθεωρήτρια απαλλάχθηκε από την έρευνα λόγω φόρτου εργασίας, καθώς χειριζόταν μία ακόμη ιδιαίτερα σοβαρή υπόθεση. Αναφορά στο θέμα κάνει σε νέο υπόμνημά του (10 Μαρτίου 2023) προς τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρο Ντογιάκο και την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας Λάουρα Κοβέσι ο κ. Νίκος Νικολόπουλος. «Μετά δε από έρευνα τριών ετών και λίγο πριν ασκηθούν διώξεις κακουργηματικού χαρακτήρα στο προσωπικό της ΕΡΓΟΣΕ που διαχειρίστηκε τη σύμβαση 717, παύθηκε από τα καθήκοντά της η επιθεωρητής – ελεγκτής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, γνώστης όλης της κακοδιαχείρισης, των παρανομιών της σύμβασης 717 και των τεκταινόμενων στην ΕΡΓΟΣΕ σε αυτή τη σύμβαση, με την κατασπατάληση δημοσίου χρήματος».
Το τελικό πόρισμα της ΕΑΔ προχωράει σε συστάσεις και προτάσεις αναφορικά με την υλοποίηση του έργου εστιάζοντας περισσότερο σε τεχνικού – διαδικαστικού χαρακτήρα ζητήματα. Οπως, για παράδειγμα, ότι «η ΟΣΕ Α.Ε. να μεριμνά για την επαρκή στελέχωση σε προσωπικό των σταθμών» ή ότι «η ΟΣΕ Α.Ε. να μεριμνά για την έγκαιρη έκδοση αδειών εργασίας προκειμένου να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη υλοποίηση των εκτελούμενων έργων». Η φιλοσοφία του πορίσματος, όπως εξάλλου και της ηγεσίας του υπουργείου Μεταφορών και Υποδομών, ήταν το έργο να ολοκληρωθεί και όχι να βρεθεί εν μέσω δικαστικής έρευνας.
Σε πρόσφατη, έγγραφη απάντησή της προς την «Κ», η ΕΑΔ αναφέρει ότι μεταξύ των προτάσεών της ήταν και η άσκηση πειθαρχικών διώξεων σε στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ, καθώς επίσης και η σύνταξη αρνητικού λογαριασμού (πρόστιμο) ύψους 1,3 εκατ. ευρώ για αντικατάσταση συγκεκριμένου εξοπλισμού. Το πόρισμα διαβιβάστηκε στον οικονομικό εισαγγελέα, ο οποίος, μετά την κατάργηση της Εισαγγελίας Διαφθοράς το 2020, παρέλαβε τη σχετική δικογραφία από την κ. Ελένη Τουλουπάκη. «Ηταν η τελευταία δικογραφία που χειρίστηκα πριν από την κατάργηση της Εισαγγελίας Διαφθοράς», φέρεται να δήλωσε σε συνομιλητές της η κ. Τουλουπάκη. Αφού μελέτησε το περιεχόμενο του πορίσματος, ο εισαγγελέας αποφάσισε να θέσει την υπόθεση στο αρχείο. Αντίθετη πάντως είναι η διαδρομή που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, με τη σύμβαση 717 εξάλλου να χρηματοδοτείται σε ποσοστό 85% από κοινοτικά κονδύλια. Τον Μάιο, αρκετούς μήνες πριν από το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη, έφτασε στο γραφείο των Ευρωπαίων εντεταλμένων εισαγγελέων καταγγελία σχετικά με την εν λόγω σύμβαση. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», ακολούθησε μια πρώτη έρευνα επί διαδικαστικών θεμάτων και τον Οκτώβριο αποφασίστηκε να ανοίξει φάκελος δικογραφίας για την υπόθεση. Δεν θα αποτελέσει έκπληξη εάν ένα από τα πρώτα πρόσωπα που θα κληθούν σε κατάθεση από τους Ευρωπαίους εισαγγελείς είναι η παραιτηθείσα επιθεωρήτρια της ΕΑΔ.