Μόλις πριν από λίγους μήνες οι σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας ήταν τουλάχιστον τεταμένες. Υπήρχε δε ο φόβος ότι η ανθελληνική ρητορική θα αποτελούσε βασικό συστατικό της προεκλογικής εκστρατείας του προέδρου Ερντογάν και της συμμαχίας ΑΚΡ/ΜΗΡ ενόψει της αναμέτρησης της 14ης Μαΐου, με σκοπό να συσπειρώσουν την εθνικιστική βάση των ψηφοφόρων τους.
Του Ekrem Eddy Guzeldere*
Μεγάλα τμήματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου κόμματος, του CHP, θα συμμετείχαν στην ανθελληνική χορωδία, προσπαθώντας να υπερκεράσουν την κυβέρνηση. Γινόταν λόγος ακόμη και για πιθανές στρατιωτικές συρράξεις στο Αιγαίο ή στη θαλάσσια περιοχή γύρω από την Κύπρο. Ο πρόεδρος Ερντογάν επαναλάμβανε ότι «η Τουρκία θα μπορούσε να έρθει ξαφνικά κάποια νύχτα».
Ο ίδιος Ερντογάν, την 25η Μαρτίου, έγραψε ένα μήνυμα για την εθνική εορτή της Ελλάδας: «Είμαι πεπεισμένος ότι η σχέση και η συνεργασία μεταξύ των χωρών μας θα αναπτυχθεί περαιτέρω με τις κοινές μας προσπάθειες».
Ο δε υπουργός Εξωτερικών του, Τσαβούσογλου, συμπλήρωσε την ίδια ημέρα: «Είμαι σίγουρος ότι η καλή γειτονία μεταξύ των δύο χωρών μας θα επικρατήσει στην περίοδο που έχουν μπροστά τους». Εκανε, επίσης, λόγο για «θετική τάση», καταλήγοντας ως εξής στο μήνυμα προς τον έλληνα ομόλογό του Δένδια: «Παρακαλώ, δεχθείτε, εξοχότατε, τις καλύτερες ευχές μου για την προσωπική σας υγεία και ευτυχία, όπως και για την ευδαιμονία και ευημερία του φίλου λαού της Ελλάδας».
Η αιτία της αλλαγής
Τι συνέβη; Μήπως διπλωματικές πρωτοβουλίες, μεικτές κοινοβουλευτικές επιτροπές, συνομιλίες σε υψηλό επίπεδο με συγκεκριμένα αποτελέσματα, η επίλυση διμερών ζητημάτων που εκκρεμούν εδώ και καιρό ή άραγε η πίεση της κοινωνίας των πολιτών για τη βελτίωση των σχέσεων;
Τίποτε από αυτά. Η αιτία για την ξαφνική βελτίωση των διμερών σχέσεων βρίσκεται στους καταστροφικούς σεισμούς της 6ης Φεβρουαρίου στη Νότια Τουρκία, η αντίδραση της Ελλάδας, η βοήθεια που πρόσφερε με υλικό και ομάδες διάσωσης, καθώς και οι επισκέψεις που πραγματοποίησαν πολύ σύντομα κορυφαίοι πολιτικοί.
Στον απόηχο των σεισμών και της σιδηροδρομικής τραγωδίας στην Ελλάδα στις 28 Φεβρουαρίου, για την ώρα τουλάχιστον, αναλήφθηκαν πρωτοβουλίες που μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν αδιανόητες στις διμερείς σχέσεις. Ηδη αναφέραμε τις φιλικές επιστολές που έκαναν μνεία της ανεξαρτησίας της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Επιπροσθέτως, οι υπουργοί Εξωτερικών συμφώνησαν να στηρίξουν την υποψηφιότητα της Ελλάδας για τη θέση του μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας για την περίοδο 2025-26 και την αντίστοιχη υποψηφιότητα της Τουρκίας για τη Γενική Γραμματεία του Διεθνούς Οργανισμού Ναυσιπλοΐας.
Ακόμη, η Τουρκία αποφάσισε να επιτρέψει την έκδοση του πατέρα ενός από τα θύματα του θανατηφόρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος, ο οποίος εξέτινε ποινή σε τουρκική φυλακή.
Και στις 22 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε στην Αγκυρα μια διπλωματική συνάντηση σε υψηλό επίπεδο, όπου συζητήθηκαν θέματα από την ενέργεια, το εμπόριο, τις κοινωνικές σχέσεις και την περαιτέρω συνεργασία, στο πλαίσιο της τέταρτης συνόδου της πρωτοβουλίας «Θετική Ατζέντα».
Αναγεννημένη «Διπλωματία των Καταστροφών»
Αυτό του οποίου γινόμαστε σήμερα μάρτυρες είναι μια «αναγεννημένη Διπλωματία των Καταστροφών», αντίστοιχη με ό,τι έγινε το 1999 μετά τους σεισμούς εκείνης της χρονιάς, αρχικά στην Τουρκία και, στη συνέχεια, στην Ελλάδα. Τότε, είχαμε δει υπουργούς Εξωτερικών να φυτεύουν ελιές και να χορεύουν μαζί συρτάκι.
Είδαμε, όμως, και ότι οι καλές σχέσεις γειτονίας, που οικοδομούνται πάνω στη συμπάθεια για τα θύματα καταστροφών, δεν είναι βιώσιμες και συνήθως αποδεικνύονται βραχύβιες. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί πάλι, επειδή το κοινό έδαφος για πραγματική βελτίωση των σχέσεων δεν έχει βελτιωθεί ουσιαστικά το τελευταίο διάστημα.
Ετσι, αυτό που χρειάζεται είναι μια ειλικρινά νέα προσέγγιση στο επίπεδο των διμερών σχέσεων, κάτι που απαιτεί δέσμευση και από τις δύο πλευρές να συνεχίσουν τον διάλογο και σε περιόδους έντασης, να εμπλακούν σε διάλογο προσανατολισμένο σε λύσεις, επιδιώκοντας να επιλύσουν τα επί μακρόν εκκρεμή ζητήματα – από το Αιγαίο, τις μειονότητες και το Σεμινάριο της Χάλκης μέχρι το Κυπριακό.
Με τις εκλογές να διεξάγονται σε αμφότερες τις χώρες, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα καθήκον για τις νέες κυβερνήσεις που θα προκύψουν.
* Ο Ekrem Eddy Guzeldere είναι κύριος ερευνητής εξωτερικού, Πρόγραμμα Τουρκίας ΕΛΙΑΜΕΠ
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΑ ΝΕΑ