Το κρίσιμο διακύβευμα των εκλογών της 21ης Μαΐου – που δεν έχει αναδειχθεί ακόμη στην προεκλογική αντιπαράθεση – είναι αν τα αποτελέσματα τους θα σηματοδοτήσουν αλλαγή στην αρχιτεκτονική του «κολοβού» δικομματισμού που διαμόρφωσαν οι εκλογές του Ιουλίου 2019.
Του Φίλιππου Σαχινίδη
Την τελευταία τετραετία διαμορφώθηκε μια αρχιτεκτονική της πολιτικής σκηνής που πολλοί επιχειρούν να την παρομοιάσουν με αυτή που ζήσαμε μεταξύ 1977-2012 αντικαθιστώντας το ΠΑΣΟΚ με το ΣΥΡΙΖΑ. Στην πραγματικότητα όμως είναι μια στρεβλή αναβίωση της αρχιτεκτονικής που βίωσε ο κοινοβουλευτισμός την περίοδο 1952-1963. Διότι μπορεί τη θέση του ΠΑΣΟΚ να φαίνεται ότι την έχει καταλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν έχει το ρόλο που είχε το ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1977-2012. Το έλλειμμα αξιοπιστίας που τον συνοδεύει από την τετραετή διακυβέρνηση 2015-2019, ο κεντρικός περιορισμός του σε κόμμα διαμαρτυρίας και η απουσία ερεισμάτων στους κοινωνικούς χώρους (συνδικάτα, αυτοδιοίκηση) δεν του επιτρέπει να διεκδικεί την εξουσία με περίπου τις ίδιες πιθανότητες με τη Νέα Δημοκρατία. Για αυτό ο κοινοβουλευτισμός του 2019 είναι και παραμένει «κολοβός».
Η ΕΡΕ τις δεκαετίες 1950-1960 έχοντας απέναντι της ως αξιωματική αντιπολίτευση άλλοτε την ΕΔΑ και άλλοτε το Κέντρο κυβέρνησε με θεσμικές εκτροπές και τραυμάτισε τη Δημοκρατία. Τώρα η ΝΔ με την υπόθεση των υποκλοπών, των απευθείας αναθέσεων, την πελατειακή διαχείριση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, του ασφυκτικού ελέγχου των ΜΜΕ, τις απόπειρες παρέμβασης στη δικαιοσύνη και στις ανεξάρτητες αρχές υποβιβάζει την ποιότητα της κοινοβουλευτικής μας δημοκρατίας. Όσο η Νέα Δημοκρατία νιώθει ότι δεν υπάρχει αντίπαλο δέος που να την απειλεί ότι θα την απομακρύνει από την κυβέρνηση τόσο πιο πολύ θα υιοθετεί πρακτικές και λογικές της ΕΡΕ από τα σπλάχνα της οποίας προέκυψε μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974.
Οι εκλογές του Μαΐου έχουν μια ιδιαιτερότητα καθώς είναι εκλογές που θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής αναλογικής. Εκ των πραγμάτων το σύστημα αυτό ευνοεί κυβερνήσεις συνεργασίας αφού στην παρούσα πολιτική συγκυρία κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι υπάρχει πολιτικός φορέας που μπορεί να διεκδικήσει το 46,2% που απαιτείται με 8% αδιάθετο υπόλοιπο.
Η ΝΔ που στις δημοσκοπήσεις έχει ένα σταθερό προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δια του Προέδρου της υποστηρίζει ότι το δίλημμα αυτών των εκλογών είναι σταθερότητα ή απώλεια των «κατακτήσεων» της τετραετίας. Όπου ως σταθερότητα λογίζεται η διατήρηση του «κολοβού» δικομματισμού για να παραμένει η κυβέρνηση της ΝΔ στο απυρόβλητο και ανεξέλεγκτη.
Επενδύει στην ανασυγκρότηση του αντισυριζα μετώπου – η υπόθεση των υποκλοπών και η τραγωδία των Τεμπών διέρρηξε εν μέρει το μέτωπο αυτό – που την έφερε στην εξουσία το 2019. Από τη μία τονίζει το φιλελεύθερο χαρακτήρα της όπως αυτός προκύπτει από την ιδεολογικά μεροληπτική φορολογική πολιτική της με την ελάφρυνση φορολογίας εισοδήματος από το κεφάλαιο σε βάρος της φορολογίας εισοδήματος από την εργασία. Από την άλλη διεκδικεί να της αναγνωριστεί κοινωνική ευαισθησία αφού στα χρόνια των δυο πρόσφατων κρίσεων διέθεσε πάνω από 60 δις ευρώ σε μέτρα στήριξης – χωρίς κριτήρια οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης – εκτοξεύοντας στο μεταξύ το χρέος της γενικής κυβέρνησης από 331 δις το 2019 σε 360 δις περίπου σήμερα.
Με το επίπλαστο δίλημμα της σταθερότητας η χώρα μάλλον θα οδηγηθεί σε δεύτερες εκλογές. Οι εκλογές του Μαΐου οδηγούν σε συγκρότηση κυβέρνησης – με βάση τα δημοσκοπικά ευρήματα – μόνο αν συνεργαστούν τα δύο πρώτα κόμματα μεταξύ τους. Εξέλιξη που απορρίπτουν τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Οι πολίτες όταν θα προσέλθουν να ψηφίσουν τον Μάϊο πρέπει να γνωρίζουν ποιο είναι το πραγματικό δίλημμα των εκλογών. Θέλουν να συνεχίσουμε με τον «κολοβό» δικομματισμό ή να πάμε για μια ανατροπή που θα διασφαλίζει την ποιότητα της δημοκρατίας και την πορεία για μια δίκαιη και πράσινη μετάβαση;
Ψήφος στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής ισοδυναμεί με καταδίκη του «κολοβού» δικομματισμού και πρόκριμα για υλοποίηση των πολιτικών οικονομικών και κοινωνικών προτεραιοτήτων που αναδεικνύει το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής με το πρόγραμμά που. Ώστε να γίνει η κοινωνία μας πιο συνεκτική και συμπεριληπτική και η οικονομία μας πιο ανθεκτική στις κρίσεις και πιο δυναμική στη μεγέθυνση. Για να πετύχουμε την πραγματική σύγκλιση με το μέσο όρο της ΕΕ. Για να υπερασπιστεί τη Δημοκρατία από την ακροδεξιά σε μια εποχή που αυτή απειλείται ακόμη και σε χώρες με πολύχρονη δημοκρατική παράδοση. Για να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία και περαιτέρω θωράκιση των θεσμών. Για να πετύχουμε με προοδευτικές μεταρρυθμίσεις την επαναφορά την ατζέντας για πολιτική, κοινωνική και οικονομική κινητικότητα.
Πρώην Υπουργός Οικονομικών