Υπέρ μιας σκληρής δημοσιονομικής πολιτικής, τάχθηκε η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, καλώντας τις κυβερνήσεις να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για την κατανάλωση ενέργειας. Επέμεινε επικαλούμενη τον υψηλό πληθωρισμό υπέρ της πολιτικής αύξησης των επιτοκίων. Σε αυτό το πλαίσιο, δεδομένων των υψηλών πληθωριστικών πιέσεων, ανακοίνωσε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αποφάσισε να αυξήσει τα τρία επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης.
Η Λαγκάρντ επισήμανε ότι η απόφαση ήταν «σχεδόν ομόφωνη» και ότι όλοι συμφώνησαν ότι είναι αναγκαία η αύξηση επιτοκίων. «Δεν θα κάνουμε παύση» τόνισε η Κριστίν Λαγκάρντ, λέγοντας ότι η ΕΚΤ έχει ακόμα δρόμο να διανύσει.
Συνολικά, τα εισερχόμενα στοιχεία στηρίζουν την αξιολόγηση για τον μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό που διαμορφώσαμε στην προηγούμενη συνέντευξη τύπου, σημείωσε η ίδια κατά την καθιερωμένη συνέντευξη τύπου μετά το πέρας της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου.
Όπως είπε, ο γενικός πληθωρισμός έχει υποχωρήσει τους τελευταίους μήνες αλλά οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές παραμένουν ισχυρές. Οι μελλοντικές μας αποφάσεις θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια μας θα φτάσουν σε επίπεδο αρκούντως περιοριστικό για την έγκαιρη μείωση του πληθωρισμού στον στόχο του 2% και θα βασίζονται στα οικονομικά δεδομένα, υπογράμμισε.
- Όσον αφορά την οικονομία της ευρωζώνης, η Κριστίν Λαγκάρντ σημείωσε ότι η εγχώρια ζήτηση και η κατανάλωση παραμένουν αδύναμες, ενώ την ίδια στιγμή παρατηρείται απόκλιση στις επιδόσεις των διαφορετικών τομέων της οικονομίας, με τις προοπτικές της μεταποίησης να επιδεινώνονται.
Η ίδια πρόσθεσε ότι οι πιέσεις στους μισθούς παραμένουν ισχυρές, προειδοποιώντας ότι υπάρχουν ανοδικά ρίσκα για τον πληθωρισμό. Στο πλαίσιο αυτό, κάλεσε τις κυβερνήσεις να αποσύρουν τα μέτρα στήριξης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις για την κατανάλωση ενέργειας.
- Μετά την έβδομη κατά σειρά αύξηση το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ διαμορφώνεται πλέον στο 3,25%. Η απόφαση ήταν αναμενόμενη και σε μεγάλο βαθμό είχε ήδη προεξοφληθεί από τις αγορές.
Στην ανακοίνωση της η ΕΚΤ επισημαίνει ότι οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα βασικά επιτόκια πολιτικής θα φθάσουν σε επίπεδα τέτοια που θα διασφαλίζουν την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και θα διατηρηθούν σε αυτά τα επίπεδα για όσο διάστημα χρειαστεί.
- Το Διοικητικό Συμβούλιο , τονίζεται στην ανακοίνωση, θα συνεχίσει να λαμβάνει τις αποφάσεις για τα επιτόκια σύμφωνα με τα δεδομένα που θα ισχύουν κάθε φορά.
Ειδικότερα, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια θα συνεχίσουν να βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των νέων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
- Παράλληλα η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει τον περιορισμό του χαρτοφυλακίου ομολόγων που διακρατεί (ΑΡΡ και ΡΕΡΡ) .
Στην απόφαση αυτή συνέβαλε η μικρή υποχώρηση του δομικού πληθωρισμού τον Απρίλιο στο 5,6% από 5,7% που ήταν τον προηγούμενο μήνα. Ταυτόχρονα όμως από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΕΚΤ διαφαίνεται ότι εξαιτίας της αύξησης του κόστους εξυπηρέτησης των δανείων, οι τράπεζες περιορίζουν τις χορηγήσεις νέων χορηγήσεων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά ως αποτέλεσμα της μειωμένης ζήτησης.
Για φοβισμένη αντίδραση της ΕΚΤ κάνει λόγο σε άρθρο της η γνωστή γερμανική εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung» με αφορμή την αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μ.β.
Παρ’ όλα τα μέτρα που έχει λάβει η Ε.Κ.Τ. και παρά τη διαρκή αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, στο τέλος Απριλίου ο πληθωρισμός σημείωσε εκ νέου αύξηση, φτάνοντας στο 7%.
Η Ε.Κ.Τ. ωστόσο, αποφάσισε την περαιτέρω αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 0,25% – εν αντιθέσει με τις προηγούμενες διαδοχικές αυξήσεις ύψους 0,5%. «Ξαφνικά η Ε.Κ.Τ. αντιδρά φοβισμένα», γράφει η Süddeutsche Zeitung.
«Ως θεσμός, έχει τη δύναμη να περιορίσει τον πληθωρισμό και μετά από κάποιο δισταγμό στην αρχή των αυξήσεων των τιμών, προχώρησε πολύ αποφασιστικά. Όμως τώρα, αποφασίζει να περιορίσει την αύξηση των επιτοκίων, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός παραμένει υψηλός και δη παρουσιάζοντας μικρή αύξηση. Ταυτοχρόνως, η τραπεζική κρίση φαίνεται (ακόμη) λιγότερο απειλητική από ό,τι προσφάτως. Επομένως, τώρα θα ήταν μια καλή στιγμή για δράση».
Από την πλευρά της, η Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει όσους διαρκώς επικρίνουν την Ε.Κ.Τ: «Τους τελευταίους δώδεκα μήνες, η Ε.Κ.Τ. αύξησε τα βασικά της επιτόκια πολύ ταχύτερα και απότομα από ό,τι είχαν προβλέψει οι επικριτές της στη Γερμανία. Όταν η Ε.Κ.Τ. αύξησε τα επιτόκια της για πρώτη φορά και η ευρωζώνη δεν κατέρρευσε, τότε είπαν ότι η Ε.Κ.Τ. θα πρέπει να σταματήσει γρήγορα διότι διαφορετικά η ευρωζώνη θα κατέρρεε, κάτι που τελικά δεν συνέβη. Την ίδια στιγμή, πολλοί πολιτικοί και επιχειρηματίες, οι οποίοι ζητούσαν υψηλότερα επιτόκια όταν αυτά ήταν ακόμη χαμηλά, διαμαρτύρονται τώρα ξανά. Είναι σημαντικό να αφεθεί η νομισματική πολιτική σε ένα ανεξάρτητο όργανο», καταλήγει η FAZ.