Υπό το φως της παταγώδους αποτυχίας των τουρκικών εταιρειών δημοσκοπήσεων να προβλέψουν την επικράτηση του AKP του Ταγίπ Ερντογάν τόσο στις προεδρικές όσο και στις βουλευτικές εκλογές (9 στις 10 έδιναν προβάδισμα περίπου 5 μονάδων στον Κεμάλ Κιλιντσντάρογλου), οι προβλέψεις των δημοσκόπων στην καθ΄ ημάς κρίσιμη αναμέτρηση της προσεχούς Κυριακής αποκτούν τραβούν την προσοχή των κομματικών επιτελείων αλλά και της κοινής γνώμης.
Στον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ θεωρούν βέβαιο πως και εδώ οι δημοσκοπήσεις θα διαψευσθούν και επιμένουν πως δεν υφίσταται σαφές προβάδισμα της Ν.Δ και μάλιστα με διεύρυνση της ψαλίδας τις τελευταίες αρκετές ημέρες. Στην Κουμουνδούρου κάνουν λόγο για μείωση της διαφοράς στο όριο του στατιστικού λάθους και επισημαίνουν ότι οι εταιρείες μετρήσεων έχουν αρχίσει και αποφεύγουν την εκτίμηση εκλογικού αποτελέσματος ή δίνουν εύρος αποτελέσματος για κάθε κόμμα (από- μέχρι), κι αυτό, όπως λένε, συμβαίνει επειδή δεν μπορεί να αξιολογηθεί πως θα κινηθούν τελικά οι ψηφοφόροι της “αδιευκρίνιστης ζώνης” που παραμένει σε ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό (10-15%). Κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβητούν πως υπάρχει προβάδισμα της Ν.Δ, θεωρούν, όμως, πως αυτό είναι μικρότερο από δύο μονάδες και επισημαίνουν ότι σε κάθε έναν πολίτη που απαντά στις δημοσκοπήσεις υπάρχουν 5-7 που αρνούνται να απαντήσουν ή παραπλανούν σκοπίμως.
Από την άλλη πλευρά, στο εκλογικό επιτελείο της Ν.Δ (Θ.Λιβάνιος, Γ. Σμυρλής και φυσικά ο αμερικανός εκλογολόγος Σταν Γκρίνμπεργκ) δίνουν μία εντελώς διαφορετικά και “καθαρή” εικόνα στον πρωθυπουργό. Σε αυτήν βασίστηκε, άλλωστε, η επιθετική τακτική προς τον Νίκο Ανδρουλάκη και η διαβεβαίωση πως δεν τίθεται θέμα συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Στόχος είναι η προσέλκυση μερίδας ψηφοφόρων της “κεντροδεξιάς πτέρυγας” αυτού του κόμματος που διέπονται και από σκληρά αντι-ΣΥΡΙΖΑ αντανακλαστικά, καθώς εκτιμάται πως η Ν.Δ μπορεί τελικά, έστω και οριακά, να κερδίσει την αυτοδυναμία στην δεύτερη αναμέτρηση.
Όπως πληροφορείται το libre, στο εκλογικό επιτελείο της Ν.Δ και μετά από διασταύρωση και προσομοίωση των στοιχείων που παίρνουν από τους συνεργαζόμενους δημοσκόπους (ιδιαίτερη προσοχή δίνουν στα αποτελέσματα των εταιρειών Marc, Metron Analysis και GPO) καταλήγουν στα εξής:
-Η Ν.Δ θα κινηθεί στην κάλπη της απλής αναλογικής σε ποσοστό μεταξύ του 34% και 36%, αν και ο αμερικανός εκλογολόγος εμφανίζεται περισσότερο αισιόδοξος. Βεβαίως αντιλαμβάνονται πως η διαφορά μεταξύ της βάσης του 34% και της οροφής του 36% η ποιοτική -και όχι μόνο- διαφορά είναι μεγάλη. Το πρώτο ποσοστό μπορεί να μην προκαλεί εσωτερική αναταραχή, ωστόσο καθιστά ιδιαίτερα επισφαλή την επίτευξη της αυτοδυναμίας (ιδιαίτερα εάν η Βουλή που θα προκύψει από την δεύτερη αναμέτρηση είναι εξακομματική) τον Ιούλιο. Το 36%, όμως, είναι εφαλτήριο αυτοδυναμίας σε κάθε περίπτωση και θα θεωρηθεί ως προσωπική πολιτική επιτυχία του πρωθυπουργού- λένε πως είναι απολύτως λογική η απώλεια 3-4 μονάδων σε σύγκριση με την προηγούμενη αναμέτρηση και παραπέμπουν στην ισόποση μείωση του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ Σεπτεμβρίου 2015 και Ιουλίου 2019.
-Για τον ΣΥΡΙΖΑ, το εκλογικό επιτελείο της Ν.Δ εκτιμά πως θα φτάσει μεταξύ 28% και 30%, με πιθανότερο να αγγίξει ή και να υπερβεί λίγο το πάνω όριο μετά την συσπείρωση των τελευταίων ημερών πριν τις κάλπες.
–Για το ΠΑΣΟΚ εκτιμάται πως θα κινηθεί κοντά -λίγο επάνω, λίγο κάτω- από το 10%
-Το ΚΚΕ, πιστεύουν πως θα φτάσει το 7%
-Ενώ, Ελληνική Λύση και Μερα25 θα φτάσουν περίπου το 3,5%. Εκτιμούν πως ο Κυριάκος Βελόπουλος θα φθαρεί από το ακροδεξιό κόμμα “Νίκη” στην Βόρεια Ελλάδα. Τα δύο αυτά κόμματα (Ελ.Λύση και Μερα25) θεωρείται από τους αναλυτές της Ν.Δ ότι ίσως δεν κατορθώσουν να περάσουν το κατώφλι του 3% στις δεύτερες κάλπες λόγω της πόλωσης που θα επικρατήσει, κάτι που θα διευκολύνει, όπως λένε, τελικά τη Ν.Δ να φτάσει στην αυτοδυναμία με μικρότερο ποσοστό (περίπου 36%) εάν χρειαστεί.
Ωστόσο, υπάρχουν και κορυφαία στελέχη που θεωρούν πως οι εκλογές εμπεριέχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας και επισημαίνουν πως οι παραπάνω προβλέψεις ίσως αποδειχθούν περισσότερο αισιόδοξες. Δύο εξ αυτών που έχουν εμπειρία στον εντοπισμό των “μυστικών” των μετρήσεων, θεωρούν πως η Ν.Δ θα είναι μεν πρώτη αλλά με ποσοστό λίγο πάνω από το 33% και πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα υπερβεί κατάτι το 30%.
Η “ακτινογραφία” και η προβολή
Χαρακτηριστική σχετικά είναι η “ακτινογραφία” του εκλογικού πληθυσμού τον Ιούλιο του 2019 και η προβολή της στην συνθήκη της κάλπης της απλής αναλογικής, την προσεχή Κυριακή, λαμβάνοντας υπόψιν και την αποχή αλλά και το πώς θα διανεμηθούν οι ψήφοι του αποκλεισμένου κόμματος Κασιδιάρη.
Σχετική ήταν η ανάλυση του “Βήματος της Κυριακής”:
Εν αναμονή των αποτελεσμάτων της ερχόμενης Κυριακής, ιδιαίτερη αξία έχει η παρουσίαση των στοιχείων της προηγούμενης εκλογικής αναμέτρησης. Αυτή η παράμετρος θέτει τον πήχη για τους στόχους και τις φιλοδοξίες των πολιτικών αρχηγών και αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο της παρατήρησης και της ανάλυσης των εκλογικών επιτελείων. Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 τα αριθμητικά δεδομένα ήταν τα εξής:
Εγγεγραμμένοι: 9.984.934
Ψήφισαν: 5.769.644
Εγκυρα: 5.649.527
Ακυρα: 77.477
Λευκά: 42.640
Με βάση αυτά, ο καταμερισμός των ψήφων και τα ποσοστά των κομμάτων (επί των εγκύρων) ήταν:
ΝΔ: 2.251.618 (39,85%)
ΣΥΡΙΖΑ: 1.781.057 (31,53%)
ΠαΣοΚ: 457.623 (8,10%)
KKE: 299.621 (5,30%)
Eλλ. Λύση: 209.290 (3,70%)
ΜέΡΑ25: 194.576 (3,44%)
Λοιπά κόμματα (κάτω από το όριο του 3%): 455.742 (8,08%)
Οπως σημειώνεται σε όλες τις έρευνες των τελευταίων μηνών, μία από τις καθοριστικές παραμέτρους των εκλογών (πέραν των αναποφάσιστων, της ψήφου των νεότερων ηλικιών, κ.λπ.), είναι η αποχή και η προσμέτρηση σε αυτήν των άκυρων ψηφοδελτίων. Στις τελευταίες εκλογές αυτή είχε φθάσει σε απόλυτο αριθμό στα 4.215.290 (ποσοστό 42,22%) και τα άκυρα ήταν 120.117, ένα διόλου ευκαταφρόνητο σύνολο. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη ΝΔ, τα πράγματα είναι πολύ συγκεκριμένα ως προς το πού θα κριθεί η επιτυχία.
Ν.Δ: Με 2.000.000 ψήφους στο 36%
Η βάσιμη υπόθεση με την οποία εργάζονται στο εκλογικό επιτελείο του είναι ότι με δεδομένη την τάση της τελευταίας 20ετίας και σε συνδυασμό με την πιθανολογούμενη χαλαρή ψήφο στην κάλπη της απλής αναλογικής, η αποχή στις 21 Μαΐου θα είναι αυξημένη.
Με αυτή την υπόθεση εργασίας, ένα ενδεικτικό σενάριο προσφέρει αντιπροσωπευτική εικόνα για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να εξελιχθούν τα πράγματα το βράδυ της ερχόμενης Κυριακής.
Έτσι, αν το σύνολο των εγκύρων ψηφοδελτίων στις 21 Μαΐου μειωθεί κατά 150.000 και υποθετικά φθάσει τα 5,5 εκατομμύρια, ο εκλογικός στόχος του Κυριάκου Μητσοτάκη για νίκη με ένα ποσοστό στη σφαίρα του 36% θα επιτευχθεί αν ο απόλυτος αριθμός των ψήφων φθάσει στα 2 εκατομμύρια.
Από την επαλήθευση ή διάψευση αυτού του σεναρίου και – προφανώς – από την εκλογική επίδοση των υπόλοιπων κομμάτων θα επηρεαστεί κατά μείζονα λόγο η μετεκλογική συζήτηση.
Από την πρώτη στη δεύτερη κάλπη
Υπό τον όρο της επίτευξης αυτού του στόχου, εύκολα γίνεται αντιληπτό και ποιες θα είναι οι προϋποθέσεις στη συνέχεια, εφόσον δεν σχηματιστεί κυβέρνηση και προκηρυχθούν οι δεύτερες εκλογές στις αρχές Ιουλίου, με στόχο την αυτοδυναμία.
Σε αυτή την περίπτωση, η εξίσωση γίνεται πιο σύνθετη, καθώς προστίθεται η μεταβλητή του ποσοστού των κομμάτων τα οποία θα μείνουν εκτός Βουλής.
Το κρίσιμο στοιχείο εν προκειμένω είναι τι θα γίνει με τις ψήφους που πιθανολογείται ότι θα συγκέντρωνε το κόμμα Κασιδιάρη. Στις εκλογές του 2019, η Χρυσή Αυγή είχε μείνει εκτός Βουλής με ποσοστό 2,93% (165.620 ψήφους), περίπου δηλαδή όσο μετρούνταν και το κόμμα Κασιδιάρη στις δημοσκοπήσεις, προτού αποκλειστεί από τις εκλογές με την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου. Με αυτό το ποσοστό, το σύνολο των κομμάτων δίχως κοινοβουλευτική εκπροσώπηση το 2019 ήταν οριακά πάνω από το 8%.
Στην παρούσα συγκυρία, μια λογική εκτίμηση είναι ότι λόγω της απουσίας του νεοναζιστικού κόμματος ένα μέρος των ψήφων οι οποίες θα πήγαιναν σε αυτό θα κατευθυνθεί προς άλλες επιλογές και ένα άλλο θα προσμετρηθεί στην αποχή.
Τα σημερινά δημοσκοπικά ευρήματα εμφανίζουν το συνολικό ποσοστό των κομμάτων τα οποία πιθανώς θα μείνουν εκτός Βουλής (Πλεύση Ελευθερίας, Εθνική Δημιουργία, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΝΙΚΗ, ΕΑΝ και Λοιπά/Αλλα) στο επίπεδο του 7%.
Υπό αυτή τη συνθήκη, παραμένει συνεπώς ως βασική προϋπόθεση για την αυτοδυναμία η επίτευξη ενός ποσοστού άνω του 38% στις δεύτερες εκλογές, με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής.