Τα μεγάλα και κρίσιμα stress tests στα οποία οδηγήθηκαν την περασμένη χρονιά οι ελληνικές τράπεζες και τα standards που αυτές προήγαγαν αναμένεται να αποτελέσουν ένα είδους «μπούσουλα» για όσα θα ακολουθήσουν και για τις λοιπές ευρωπαϊκές τράπεζες. Τούτο θα συμβεί ως προς τη μεθοδολογία όπως πολλοί επιμένουν, αλλά όχι ως προς τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, αφού η Ελλάδα εν τω μέσω capital controls παρουσίαζε, όπως τουλάχιστον έκρινε η Ευρωπαϊκή Αρχή, «ειδικές ανάγκες». Υπενθυμίζεται πως στα ελληνικά stress tests είχε απαιτηθεί οι ελληνικές τράπεζες να διαθέτουν κεφάλαια που για το βασικό σενάριο θα ανέβαζαν τον δείκτη Core Tier I στο 9,5% και 8% στο δυσμενές σενάριο.
Το ποσοστό αυτό θεωρείται εξαιρετικά υψηλό για να τύχει εφαρμογής στις νέες ασκήσεις προσομοίωσης της EBA.
Η ΕΒΑ ανακοίνωσε λοιπόν ότι θα υποβάλει σε δοκιμασίες αντοχής 53 τράπεζες, εκ των οποίων οι 39 είναι τράπεζες της Ευρωζώνης και θα αξιολογηθούν από τον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας (SSM) της ΕΚΤ.
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης των τραπεζών, οι οποίες αθροιστικά καλύπτουν πάνω από το 70% του τραπεζικού τομέα, θα χρησιμοποιηθούν από τις εποπτικές αρχές κατά την ετήσια αξιολόγηση των τραπεζών «κατά την οποία λαμβάνονται αποφάσεις σε σχέση με το κατάλληλο ύψος των κεφαλαίων και αξιολογούνται τα σχέδια κεφαλαιακής επάρκειας» σύμφωνα με ανακοίνωση Τύπου της ΕΒΑ.
Το 2014 είκοσι τέσσερις από τις τράπεζες είχαν αποτύχει να περάσουν τη δοκιμασία και είχαν κληθεί να αυξήσουν τα κεφάλαιά τους κατά 24,6 δισ. ευρώ. «Στόχος και των πανευρωπαϊκών τεστ αντοχής είναι να παράσχουν στους επόπτες, τις τράπεζες και στις αγορές κοινό αναλυτικό πλαίσιο, ώστε να συγκρίνουν και να αξιολογούν με συνέπεια την αντοχή των ευρωπαϊκών τραπεζών σε (οικονομικά) σοκ», σύμφωνα με την EBA. Ωστόσο, εξακολουθούν να εκφράζονται σοβαρές ανησυχίες για την ικανότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών να αντέξουν σε δυνητική νέα περίοδο ύφεσης και δυσμενών οικονομικών συνθηκών.
Επόπτης
Το γεγονός πως οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μετέχουν στη συγκεκριμένη αυτή άσκηση δεn σημαίνει πως ο επόπτης δεν τις παρακολουθεί στενά, υπογραμμίζουν έγκυροι τραπεζικοί κύκλοι. Ιδιαίτερα σε ό,τι έχει να κάνει με το κομμάτι που σχετίζεται με τα κόκκινα δάνεια, όπου ο επόπτης με βάση και τα πρόσφατα διεξαχθέντα stress tests στις ελληνικές τράπεζες ζητά και θα ζητά νέα στοιχεία για χαρτοφυλάκια δανείων, είτε που βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα, είτε που διατρέχουν τον κίνδυνο να βρεθούν.
Καθώς όμως ένας σημαντικός αριθμός ευρωπαϊκών τραπεζών μπαίνουν εκ νέου στο μικροσκόπιο και είναι πιθανόν να έχουν ανάγκη από κεφάλαια (που υπό την απειλή του bail in θα καλυφθούν από διεθνείς επενδυτές όπως και να έχει) εκφράζεται η εκτίμηση πως διεθνή funds θα αρχίσουν εκ νέου να εξετάζουν χρηματιστηριακά τον πολύπαθο κλάδο των τραπεζών ανά την Ευρώπη. Τούτο φέρνει σε πλεονεκτική θέση τις καλά πια ανακεφαλαιοποιημένες ελληνικές τράπεζες σε μία μάλιστα λογική πως οι τιμές τους παραμένουν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.
Η «γεωγραφία» των stress tests
Οι τράπεζες που θα υποβληθούν στις δοκιμασίες αντοχής της EBA θα πρέπει να έχουν περιουσιακά στοιχεία ύψους τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ.
Οι γερμανικές τράπεζες που θα ελεγχθούν είναι 10, οι περισσότερες απ’ ό,τι σε κάθε άλλο κράτος-μέλος και σε αυτές συγκαταλέγονται οι Deutsche Bank, Commerzbank και Volkswagen Financial Services. Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία συμμετέχουν με έξι τράπεζες η κάθε μία, περιλαμβανομένων των BNP Paribas, Societe Generale, UniCredit και Banco Santander.
Επίσης θα ελεγχθούν τέσσερις τράπεζες από Βρετανία, Ολλανδία και Σουηδία.
Η ΕΚΤ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ESRB) θα καθορίσουν τις παραμέτρους του δυσμενούς σεναρίου, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα καθορίσει το μακροοικονομικό βασικό σενάριο. Τα δύο αυτά σενάρια, η τελική μεθοδολογία που θα χρησιμοποιηθεί και άλλες λεπτομέρειες θα δημοσιοποιηθούν τον ερχόμενο Φεβρουάριο. Όλος αυτός ο κύκλος αναμένεται να δημιουργήσει μία νέα επενδυτική συζήτηση για τον κλάδο των τραπεζών, καθώς ορισμένες από τις 54 μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες θα χρειαστούν κεφάλαια.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, εφόσον η χώρα καταφέρει να έχει επιτυχώς περάσει την αξιολόγηση της οικονομίας της, και δεδομένου πως οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας μπορούν μέσα στη χρονιά να δουν εκ νέου τις δυνατότητες νέων εκδόσεων με στόχο τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Και καθώς οι διεθνείς επενδυτές θα εξετάζουν συνολικά επενδύσεις στον κλάδο, οι ελληνικές τράπεζες θα διευκολυνθούν από τις προθέσεις των διεθνών funds.