Η θέαση των ελληνικών εκλογών μέσα από τις πανευρωπαϊκές πολιτικές τάσεις που διαμορφώνονται τα τελευταία χρόνια και η σύγκριση σχετικών ομοιοτήτων και διαφορών, η πρόσκαιρη άνοδος που είχαν τα σοσιαλδημοκρατικά και αριστερά κόμματα σε ορισμένες χώρες μετά την πανδημία και η αντιστροφή αυτής της τάσης με την ενίσχυση εν συνεχεία συντηρητικών έως ακροδεξιών δυνάμεων, η επίδραση του μεταναστευτικού, ο ρόλος των εκλογικών συστημάτων στις πολιτικές κουλτούρες κι αν σημαίνει κάτι να μιλάμε για το τέλος της «μεταπολίτευσης» και την έλευση της «μεταπολιτικής» υπήρξαν τα θέματα που αναπτύχθηκαν στην εκπομπή του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» (Πρώτο Πρόγραμμα ΕΡΑ, Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00).
Καλεσμένος ήταν ο Γεράσιμος Μοσχονάς, καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής Ανάλυσης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ
Στη συζήτηση τέθηκε κατ’ αρχήν το ερώτημα αν οι πολιτικές τάσεις που καταγράφηκαν στις ελληνικές εκλογές της 21 Μαΐου -πέραν των παραγόντων σε εθνικό επίπεδο- παρουσιάζουν ορισμένες ομοιότητες και σχέσεις με ανάλογες των τελευταίων λίγων ετών σε χώρες της Ευρώπης και μάλιστα σε διαφορετικά μήκη και πλάτη. Π.χ. η στροφή σε συντηρητικά/κεντροδεξιά κόμματα και η ενίσχυση των επιμέρους εκφάνσεων της ακροδεξιάς παρατηρείται τα τελευταία 1-2 χρόνια σε διαφορετικές χώρες, όπως οι σκανδιναβικές, η Ολλανδία, ορισμένες της ΚΑ Ευρώπης, η Ιταλία, ενώ και τα πρόσφατα αποτελέσματα στις περιφερειακές και τοπικές εκλογές της Ισπανίας προοιωνίζουν για μια ανάλογη εξέλιξη. Σχεδόν το αντίστροφο ήταν αυτό που συνέβαινε στις εκλογές που διοργανώθηκαν πριν 2-3 χρόνια σε ευρωπαϊκά χώρες όπως οι Ιβηρικές, η Γερμανία, αλλά και σε δυτικά κράτη εκτός Ευρώπης, που ήταν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία κλπ.
Η ΑΡΧΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΛΟΓΩ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ ΚΑΙ Η ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ
Τα πρώτα χρόνια της πανδημίας, η ανάγκη ενίσχυσης του ρόλου του κράτους στην οικονομία, τη δημόσια υγεία κλπ. έδειξε να ενισχύει τα κόμματα της κεντροαριστεράς και να επιβάλλει επίσημα ή ανεπίσημα μια σοσιαλδημοκρατική ατζέντα, ευρύτερα και από κομματικούς σχηματισμούς, στα όργανα της ΕΕ κλπ. Ο κ. Μοσχονάς ρωτήθηκε αν αυτό μοιάζει να αλλάζει και γιατί. Ο ίδιος πάντως υπογράμμισε ότι πιο μακροχρόνια υπάρχει διαρκής υποχώρηση των ποσοστών της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας από τις αρχές του 1990 έως σήμερα, με μέσες απώλειες το 1/3 της δύναμής της σ’ όλο αυτό το διάστημα.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, ορισμένοι παρατηρούν μια διαφορά φάσης καθώς όλα τα συστημικά κόμματα προσπαθούν να έχουν τέτοια σοσιαλίζοντα στοιχεία στο πρόγραμμά τους και την αφήγησή τους είτε αφορούν την οικονομική πολιτική, είτε την κοινωνική, είτε πολιτικά ζητήματα κι ελευθερίες, ασφάλεια κλπ, κάτι που, αν το εννοούν, ταυτοχρόνως δείχνει να διευκολύνει τα άκρα να διαφοροποιούνται και να ενισχύονται και ειδικά αυτό της δεξιάς. Από την άλλη, μια επιπλέον ελληνική ιδιαιτερότητα ήταν –τουλάχιστον στις εκλογές της 21/5- η μεγάλη διαφορά του πρώτου κόμματος της ΝΔ από τα υπόλοιπα, κάτι που είχε να συμβεί από το 1974 (με τις ιδιαιτερότητές του) και το οποίο δεν συνέβη καν το 1977, όταν η διαφορά της ισχυρής ακόμη ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή και ανερχόμενου ΠΑΣΟΚ ήταν μικρότερη.
Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟΥ
Το μεταναστευτικό με το τελευταίο ατύχημα μπήκε έντονα ξανά στη ζωή μας, στην Ελλάδα, ενώ και σε ευρωπαϊκό επίπεδο φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα τις κοινωνίες. Στη συζήτηση εξετάζεται αν επιβεβαιώνεται το συμπέρασμα ότι η όξυνση του προβλήματος ευνοεί τελικά τα κόμματα που υιοθετούν από αυστηρή έως ακραία αντιμετώπιση (Ιταλία, Σουηδία, Φινλανδία και εν μέρει Δανία, Αυστρία, Πολωνία, Ουγγαρία και Ισπανία όπως δείχνουν οι τάσεις από τις περιφερειακές/τοπικές εκλογές). Σε ανάλογο μήκος κύματος είναι εδώ και χρόνια η Γαλλία, αλλά προσφάτως και η Γερμανία, τουλάχιστον όπως δείχνουν οι σχετικές δημοσκοπήσεις που φέρουν την ευρωσκεπτικιστική και αντιμεταναστευτική AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), στη 2η θέση με 20% μετά από τους Χριστιανοδημοκράτες και πάνω από τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους.
ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΣΥΣΤΉΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΙΚΈΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΕΣ
Η πλειονότητα των χωρών του G7 έχουν μορφές πλειοψηφικών συστημάτων (ΗΠΑ, Βρετανία, Καναδάς, Γαλλία με πλειοψηφικό δύο γύρων σε προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές, Ιαπωνία με πλειοψηφικό για 2/3 των εδρών. Εξαίρεση αποτελεί η Γερμανία, που έχει σύστημα απλής αναλογικής, αλλά με το όριο του 5% για την είσοδο στη Βουλή και τη διπλή ψήφο (τοπική/μονοεδρική και επικρατείας) και η Ιταλία παλιότερα, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει υιοθετήσει μορφές ενισχυμένης αναλογικής. Η απλή αναλογική (σχεδόν παντού με όριο εισόδου) συναντάται σε ορισμένες Νοτιοευρωπαϊκές χώρες, τις 3 χώρες της παλιάς Μπενελούξ, τις Σκανδιναβικές χώρες και μερικές της ΚΑ Ευρώπης. Η περίπτωση συστημάτων ενισχυμένης αναλογικής, όπως τα περισσότερα στην Ελλάδα μετά τις αρχές του 50’, αποτελούν μειοψηφία. Σε οποιαδήποτε περίπτωση η μορφή του εκλογικού συστήματος επηρεάζει ασφαλώς τον τρόπο λειτουργίας των πολιτών συστημάτων και του σχηματισμού μονοκομματικών και συνεργατικών κυβερνήσεων. Αυτό που εξετάστηκε είναι σε τι βαθμό μπορεί να ειπωθεί ότι τον τρόπο σκέψης και την πολιτική κουλτούρα των ψηφοφόρων ;
Επίσης, συγκριτικά και με τις περισσότερες δυτικές ευρωπαϊκές δημοκρατίες, όπου τα εκλογικά συστήματα είναι σταθερότερα και συνήθως ισχύουν 10ετίες, η χώρα μας άλλαζε συχνότατα τους κανόνες. Από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους έχουν εφαρμοστεί 14 διαφορετικά εκλογικά συστήματα, μέσω πολύ περισσότερων εκλογικών νόμων (9 εκλογικοί νόμοι μόνον μετά την μεταπολίτευση), με μια τομή να αποτελεί η συμπερίληψη στη συνταγματική μεταρρύθμιση του 2001 της πρόβλεψης πως ένας νέος εκλογικός νόμος μπορεί να εφαρμοστεί από τις μεθεπόμενες και όχι αμέσως επόμενες εκλογές, εκτός αν έχει ψηφιστεί από τα 2/3 της Βουλής.
ΤΟ ΤΈΛΟΣ ΤΗΣ «ΜΕΤΑΠΟΛΊΤΕΥΣΗΣ» ΣΗΜΑΊΝΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ «ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΚΗΣ» ; ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΚΆΤΙ ΟΙ ΟΡΟΙ ;
Εδώ και μερικά χρόνια γίνεται πολύς λόγος για το κλείσιμο του κύκλου της Μεταπολίτευσης στη χώρα μας, αν και διαφέρουν οι εκτιμήσεις για το πότε ακριβώς αυτή καταγράφεται και υπό ποιους όρους. Ως επόμενο στάδιο ορισμένοι μιλούν για το πέρασμα σε μια «μεταπολιτική», όπου οι διαχωριστικές γραμμές των πολιτικών δυνάμεων έχουν μετακινηθεί, η κομματική ένταξη/δέσμευση έχει σε μεγάλο βαθμό χαλαρώσει, η επιλογή προγραμμάτων και υποψηφίων γίνεται ολοένα και περισσότερο με όρους επικοινωνίας/διασημότητας αντί πολιτικής ιστορίας και ένταξης και η ιδεολογική αντίληψη των πραγμάτων έχει σε μεγάλο βαθμό αντικατασταθεί από μια ρεαλιστική έως κυνική και ατομικιστική αντιμετώπιση. Ο κ. Μοσχονάς ρωτήθηκε για το τι σημαίνει αυτή η ορολογία, για να απαντήσει πως δεν την αποδέχεται, μια και αποτελεί μια απλώς βολική λύση, η οποία δεν απαντά πως θα χαρακτηριστεί το «μετά», που θα έρθει ύστερα από το μετά…