Με «τ’ Αμπελοκηπιώτικά» του (Oblik Editions), ο εκ Θεσσαλονίκης ορμώμενος Θανάσης Πέτρου μάς συστήνει την αθηναϊκή συνοικία μέσα από τη βιωματική ματιά ενός εσωτερικού μετανάστη-δημιουργού κόμικς.
Γιάννης Αντωνόπουλος (John Antono)
Εν αρχή ην η Νεάπολη Θεσσαλονίκης. Στα «Νεαπολίτικα», για τα οποία γράψαμε παλιότερα εδώ («Στην πατρίδα των παιδικών χρόνων», 3/12/2022), ο Θανάσης Πέτρου μάς ξενάγησε στον γενέθλιο τόπο του και σε γνώριμες για εκείνον γειτονιές, μυρωδιές, μνήμες περασμένων δεκαετιών.
Τώρα, ο Θανάσης Πέτρου επιστρέφει με κάτι παρόμοιο στη σύλληψη, αλλά αρκετά πιο συνεκτικό στην εκτέλεση. Με τα «Αμπελοκηπιώτικά» του, ο πολυτάλαντος δημιουργός και συνεργάτης του «Καρέ Καρέ» μάς προσφέρει ένα εξαιρετικά καλοδουλεμένο πανόραμα μιας περιοχής, την οποία έζησε όχι ως ντόπιος, αλλά ως έπηλυς ενήλικας: των Αμπελοκήπων της Αθήνας.
ADVERTISING
Πρόκειται για μια υποδειγματική καταγραφή της ιστορίας, της ανθρωπογεωγραφίας, της αρχιτεκτονικής και άλλων τινών μιας ολόκληρης συνοικίας, της οποίας η εξέλιξη κατά τους τελευταίους δύο αιώνες υπήρξε αναπόσπαστα δεμένη με τη μοίρα της αθηναϊκής πρωτεύουσας και τις περιπέτειες του ελληνικού κράτους. Μια καταγραφή που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις εργασίες πολλών αθηναιογράφων, δημοσιογράφων και ρεκτών της τοπικής ιστορίας. Και τούτο γιατί ο σχεδιαστής, συν τοις άλλοις, έχει πραγματοποιήσει μεθοδική έρευνα πάνω σε πλήθος ιστορικών και αρχιτεκτονικών δοκιμίων, διδακτορικών διατριβών, ιστοσελίδων κ.ά., τεκμηριώνοντας πληροφορίες.
Στα «Αμπελοκηπιώτικα» συναντάμε τους Αμπελόκηπους μέσα από τις πολλαπλές αναγνώσεις του σχεδιαστή τους. Είναι η ιστορία της συνοικίας όπου οι βυζαντινοί ναΐσκοι με εντοιχισμένα σπαράγματα από αρχαίους ναούς, τα λιγοστά εναπομείναντα νεοκλασικά του 19ου αιώνα και οι προσφυγικές πολυκατοικίες επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας με τις «ουλές» από τα Δεκεμβριανά του ‘44 συνυπάρχουν με το γήπεδο του Παναθηναϊκού, δυστοπικά μπατσοκτίρια και δικαστικά μέγαρα με φασιστική αρχιτεκτονική, καθώς και καμιά δεκαπενταριά νοσοκομεία – «αχρείαστα να ‘ναι». Ταυτόχρονα, είναι και ένα είδος αυτοβιογραφίας, και δη αυτοβιογραφίας ενός δημιουργού κόμικς. Γι’ αυτό εδώ υφίσταται εξ αρχής ένας αφηγηματικός άξονας που ενώνει ένα ένα τα κομμάτια του παζλ και μας δίνει μια ιδέα για το πώς η άλλοτε εξοχή πλησίον του άστεως μετατράπηκε στο χαοτικό μπετονένιο συνονθύλευμα του σήμερα.
Αυτή η αχαρτογράφητη, αρχικά, περιοχή αποκτά σιγά σιγά ψυχή μέσα από τη μικροϊστορία του Θανάση: του νεοφερμένου εσωτερικού μετανάστη που κατέβηκε από τη Θεσσαλονίκη πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, για να εξειδικευτεί και στη συνέχεια να εργαστεί επαγγελματικά στα κόμικς. Ο (αυτοπαρωδούμενος) Θανάσης είναι η κινητήριος δύναμη του κόμικς, από το οποίο δεν απουσιάζει το χιούμορ. Μέσα από τη χωροχρονική «περιήγησή» του μαθαίνουμε για την ιστορία του νεοκλασικού που στεγάζει το εστιατόριο «Balthazar», για το τι απέμεινε από την Επαυλη Θων, για το σημείο όπου δολοφονήθηκε ο Ιων Δραγούμης, αλλά και για τη χουντική ιστοριούλα πίσω από τον Πύργο Αθηνών. Ιδιαίτερης συναισθηματικής σημασίας για τους κομιξόφιλους, οι αναφορές στους αείμνηστους Αγγελο Μαστοράκη (σ. 43) και Γιάννη Καλαϊτζή (σ. 77).
Ενα αξιοζήλευτο εγχείρημα που είναι βέβαιο ότι θα βρει μιμητές και συνεχιστές.
Πηγή: Εφ.Συν.