Η απόφαση ανάκλησης της παραχώρησης του κτηρίου ανακύπτει το μείζον ερώτημα: εντός ποιου δημοκρατικού πλαισίου εντάσσεται η πολιτική εξόντωσης ενός συλλόγου που πιθανώς είναι ενοχλητικός για την κυβερνητική πολιτική;
Την Παρασκευή 11 Αυγούστου εκδόθηκε απόφαση της υπουργού Πολιτισμού Λ. Μενδώνη με την οποία ανακαλείται η παραχώρηση από πλευράς του Ελληνικού Δημοσίου του κτηρίου που φιλοξενεί από το 1982 τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Πρόκειται για μια απόφαση που αδιαμφισβήτητα φέρνει στον νου μνήμες από άλλες εποχές που θεωρούσαμε όλοι, κακώς απ’ ό,τι φαίνεται, πως έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Αφορμή για την απόφαση της έξωσης του Συλλόγου από το κτήριο αποτέλεσε η διοργάνωση εκδήλωσης στον κήπο του κτηρίου με θέμα το πολύνεκρο ναυάγιο της Πύλου. Αφού προηγήθηκε σχετικό δημοσίευμα για το κατά πόσο είναι σύννομη η πραγματοποίηση εκδήλωσης με αυτό το θέμα στο κτήριο, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ, δείχνοντας πραγματικά ταχύτατα αντανακλαστικά μέσα στον Αύγουστο, καταρχάς ζήτησε με έγγραφό της από το Δ.Σ. του ΣΕΑ εξηγήσεις και εν συνεχεία, αφού θεώρησε τις εξηγήσεις ανεπαρκείς, προχώρησε στην ανάκληση της απόφασης παραχώρησης του κτηρίου για λόγους που επιβάλλει, κατά την υπουργό, το δημόσιο συμφέρον.
Στο κτήριο του ΣΕΑ είναι γνωστό πως από το 1982 μέχρι και σήμερα έχει διοργανωθεί πλήθος εκδηλώσεων που συνάδουν με τον χαρακτήρα ενός επιστημονικού και συνδικαλιστικού συλλόγου, όπως συνέδρια και ημερίδες, βιβλιοπαρουσιάσεις, εκθέσεις φωτογραφίας, διαλέξεις επιστημόνων για θέματα που σχετίζονται με την πολιτιστική κληρονομιά, μουσικές βραδιές από τα ίδια τα μέλη του ΣΕΑ, θερινές κινηματογραφικές προβολές, εκθέσεις φωτογραφίας, συζητήσεις για θέματα που αφορούν τον κάθε ενεργό πολίτη.
Ποτέ μέχρι σήμερα δεν υπήρξε αποστολή εγγράφου από όσους διετέλεσαν υπουργοί Πολιτισμού όλων των κυβερνήσεων που να απαιτούσε από το Δ.Σ. του Συλλόγου να δώσει πληροφορίες για το είδος των εκδηλώσεων, πολύ δε περισσότερο να προχωρήσει σε απόφαση ανάκλησης της παραχώρησης για λόγους που άπτονται των χαρακτηριστικών μιας οποιασδήποτε εκδήλωσης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση αξίζει μόνο να σταθούμε στο γεγονός πως το ναυάγιο αποτέλεσε τόσο ισχυρό σοκ για την ελληνική κοινωνία ώστε η υπηρεσιακή κυβέρνηση να κηρύξει τριήμερο εθνικό πένθος. Φαίνεται πως ένα τόσο θλιβερό γεγονός, που απέκτησε διεθνή διάσταση, δεν θα έπρεπε να συζητηθεί δημόσια ούτε να διατυπωθούν απόψεις που πιθανώς δεν συμφωνούν με την κυβερνητική θέση για αυτό. Το δε προσφυγικό μεταναστευτικό ζήτημα αποτελεί ένα θέμα που ασφαλώς απασχολεί την ελληνική κοινωνία. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθεί πως για το ίδιο θέμα έχουν φιλοξενηθεί στο κτήριο του ΣΕΑ άλλες δύο τουλάχιστον εκδηλώσεις μαζί με έκθεση φωτογραφίας το 2015 και το 2016, χωρίς τότε να έχει ανακύψει ζήτημα.
Η απόφαση της υπουργού Πολιτισμού προφανώς σχετίζεται με το θέμα της εκδήλωσης, αλλά πολύ περισσότερο καταδεικνύει με τον πιο εμφατικό τρόπο την αντίληψη, που θα είναι επικίνδυνο αν επικρατήσει, σχετικά με την ελευθερία του λόγου αλλά και για το πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση της Ν.Δ. τελικά τον ρόλο των συλλόγων και των συλλογικών μορφών οργάνωσης της εργασίας.
Ετσι λοιπόν, αν υλοποιηθεί αυτή η απόφαση, από εδώ και στο εξής ο εργοδότης, στη συγκεκριμένη περίπτωση η υπουργός Πολιτισμού, μπορεί να ερμηνεύει κατά το δοκούν το καταστατικό ενός συλλόγου, να ζητά αποφάσεις πρακτικών Διοικητικών Συμβουλίων, να αποφασίζει τελικά τι είναι σύμφωνο με το καταστατικό ενός συλλόγου και τι όχι, υποκαθιστώντας τη Γενική Συνέλευση των μελών που αποτελεί το ανώτατο αποφασιστικό όργανο και μετατρέποντας τους συλλόγους -ειδικά αν αυτοί διαφωνούν με πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής- σε άβουλα υποχείρια του εκάστοτε υπουργού.
Η συγκεκριμένη απόφαση δίκαια έχει χαρακτηριστεί ως εκδικητική και πως αποτελεί πλήγμα για την ελευθερία του λόγου. Συνιστά όμως και ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα λειτουργίας του ΣΕΑ και ακρωτηριάζει ωμά τη συνδικαλιστική ελευθερία. Ένα από τα ακροθέμελα της Δημοκρατίας αποτελεί η δυνατότητα της διατύπωσης της διαφορετικής άποψης, κατάκτηση που έρχεται από τα χρόνια του Βολτέρου. Είναι αδιανόητο σήμερα να μπαίνει στη συζήτηση αυτό τα αναφαίρετο δικαίωμα.
Τελικά, από την απόφαση ανάκλησης της παραχώρησης του κτηρίου ανακύπτει το μείζον ερώτημα: εντός ποιου δημοκρατικού πλαισίου εντάσσεται η πολιτική εξόντωσης ενός συλλόγου που πιθανώς είναι ενοχλητικός για την κυβερνητική πολιτική;
Ακόμα δεν είναι αργά, η λύση μπορεί να δοθεί και είναι απλή. Χρειάζεται άμεσα, αναλαμβάνοντας γενναία πρωτοβουλία, η κυβέρνηση να προχωρήσει στην ανάκληση της ανάκλησης της απόφασης της παραχώρησης του κτηρίου, που θυμίζω ότι έχει γίνει με πρωτοβουλία της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη και ανανεώθηκε το 1996. Οτιδήποτε άλλο και η επιμονή στην επιβολή μιας ιδεοληπτικής αντίληψης για τον χαρακτήρα και τη λειτουργία των συλλόγων μόνο δεινά προοιωνίζεται για το μέλλον των συλλόγων των εργαζομένων-επιστημόνων στο ΥΠΠΟΑ και τη δυνατότητα να εκφέρεται δημόσια και ανεμπόδιστα η σκέψη ακόμα και εκείνων που μπορεί να διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική.
Μόνο έτσι μπορεί κανείς να υποστηρίζει ότι υπερασπίζεται πραγματικά το δημόσιο συμφέρον.
* Ο Δέδες Λιώνης είναι αρχαιολόγος, πρόεδρος του Ενιαίου Συλλόγου Υπαλλήλων Υπουργείου Πολιτισμού Αττικής, Στερεάς και Νήσων
πηγή: Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ