( Φαϊτάκης, ο αρχιμάστορας του γκράφιτι)
Γράφει ο Μάνος Σ. Στεφανίδης στο Facebook:
Αισθάνομαι πολύ άσχημα που αποχαιρετώ αυτή τη στιγμή τον Στέλιο Φαϊτάκη, τον Έλληνα Βanksy… Σε ηλικία μόλις 47 ετών. Ο Φαϊτάκης κατάφερε να κάνει μία τέχνη αντισυμβατική όμως απόλυτα κατανοητή και αναγνώσιμη, απόλυτα τοποθετημένη τόσο απέναντι στην ιστορία της τέχνης όσο και την πολιτική συγκυρία. Μία τέχνη ελληνική και συγχρόνως παγκόσμια… Με την έννοια πως και ως φόρμα και, κυρίως, ως περιεχόμενο αφορά άμεσα και ενδιαφέρει την παγκόσμια κοινότητα.
Γεννήθηκε το 1976 και σπούδασε στην ΑΣΚΤ αποφοιτώντας το 2003 από το εργαστήρι της Ρένας Παπασπύρου. Ο αδόκητος θάνατος του πραγματικά είναι πλήγμα για την ελληνική τέχνη στην οποία είχε να προσφέρει ακόμη πάρα πολλά. Αλλά είναι και πολύ άδικο για την παγκόσμια ζωγραφική στην οποία επάξια είχε συμμετάσχει. Σε τρόπον ώστε New York Times να έχουν γράψει για το έργο του και να το έχουν παρουσιάσει στο εξώφυλλο τους! Ένας λοιπόν πραγματικά διεθνής μας καλλιτέχνης – άγνωστος ή υποβαθμισμένος στον τόπο του – χαμηλών τόνων και πολύ ταπεινός κατά τα άλλα που είχε συμμετάσχει το 2011 στην Μπιενάλε Βενετίας τοιχογραφώντας με μια μνημειακή σύνθεση δέκα μέτρων (!) τον εξωτερικό τοίχο του Εθνικού Περιπτέρου της Δανίας μετά από πρόσκληση της επιμελήτριας Κατερίνας Γρέγου.
Ο Στέλιος πρωτοέκανε από τη δεκαετία του ’90 τους τοίχους των Εξαρχείων ή την ΕΛΑΪΣ στην Πειραιώς παγκόσμιο μουσείο ενώ παράλληλα έδειξε πόσο επαναστατική, πόσο ανατρεπτική μπορεί να είναι η παράδοση. Δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι ο Στέλιος άλλαξε αθόρυβα αλλά ουσιαστικά τη δημόσια εικόνα της πόλης μας εμπνέοντας δεκάδες δεκάδων νέους καλλιτέχνες όντας ο Πατριάρχης του γκράφιτι. Σαν τους παλιούς αγιογράφους δάμαζε μεθοδικά όποια ελεύθερη επιφάνεια τού προσφέρονταν. Μέτρα ολόκληρα τοίχων και σόκορων.
Αρχικά ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας Carpe Diem και αργότερα αυτόνομος ως Bizare (TXC). Ξεκίνησε πρώτος και ακολούθησαν ο Αλέξανδρος Βασμουλάκης (Zap 51), ο Κωνσταντίνος Δάγκας (H.O.P.E), ο μαθητής μου, αδικοχαμένος Χάρης Κάλφας (Barns), ο Ανδρέας Κασάπης (Mute), o Μανώλης Αναστασάκος κι άλλοι πολλοί. Έλαμψε με το ταλέντο του το 2007 και την έκθεση Destroy Athens, στην 1η Μπιενάλε της Αθήνας, και το 2009 στο Heaven… Ζωγράφισε τους εξεγερμένους τους Ανέστη ους παλαιστίνιους μαχητές ως σύγχρονος Αγίους Ενώ η τέχνη του είχε πάρει πολλά και από την θιβετιανή ζωγραφική ή τον Bruegel και τον Klimt. Δεν είναι της παρούσης σύντομα θα αναπτύξω σε ποιο επιστημονικό κείμενο τη σχέση του φαγητάκι με τους ζωγράφους του μεταβυζαντινούς μπαρόκ και του ροκοκό όπως είναι οι Κρήτες, Γεώργιος Κλόντζας, Θεόδωρος Πουλάκης Γεώργιος Καστροφύλακας και Ιωάννης Κορνάρος. Ο τελευταίος έδρασε στην Κύπρο, σώζονται εξαιρετικά έργα του στην Παλαιά Μητρόπολη του Αγίου Ιωάννη Λευκωσίας και το αρχιεπισκοπικό Μέγαρο ενώ στην βιβλιογραφία αναφέρεται υποτιμητικά ως εκπρόσωπος του τουρκομπαρόκ. Ουδέν αναληθέστερον τούτου! Αυτοί οι ζωγράφοι ενός μεταίχμιου συχνά υποτιμημένου, είναι νομίζω οι ουσιαστικοί δάσκαλοι του Στέλιου.
Τον Φαϊτάκη, τον συμπεριέλαβα έγκαιρα στην πρώτη έκδοση του “Ελληνομουσείου”, στις αρχές του 2000 και έκανα εκτενή αναφορά στο έργο του στον “άτυχο” δέκατο τόμο της δεύτερης έκδοσης του, το 2009. Και τον λέω άτυχο γιατί δεν κυκλοφόρησε ποτέ από την εφημερίδα που μοίραζε όλη τη σειρά αλλά τυπώθηκε μετά ιδίοις αναλώμασι και διετίθετο από το μουσείο Μπενάκη.
Έγραφα τότε χαρακτηριστικά: “…Ο Φαϊτάκης έκανε την πρώτη, ατομική του έκθεση στην γκαλερί Breeder έχοντας ήδη αποκτήσει ένα κοινό που από blog σε blog εκφράζει τον θαυμασμό του. Το σπουδαιότερο όμως είναι πως γιαγιάδες σταματούν μπροστά στα έργα του και κάνουν με ευλάβεια τον σταυρό τους…” τόμος ι, σελ. 72 – 75.
Ο Φαϊτάκης είναι πια δίπλα στον Θεόφιλο, στον Κόντογλου, στον Διαμαντόπουλο, στον Μποστ, στον Φασιανό και τον Θεοφυλακτόπουλο.
Είναι πάντως κρίμα που η Εθνική Πινακοθήκη ή το ΕΜΣΤ δεν εκθέτουν έργα του – αγνοώ καν αν έχουν – ώστε να τον γνωρίσει το ευρύτερο κοινό… Και είναι διπλά κρίμα που δεν τον αποχαιρέτησε επίσημα το Υπουργείο Πολιτισμού. Ή, είναι κρίμα που δεν τον ξέρουν οι πολλοί και κυρίως οι νέοι. Ιδιαίτερα αυτοί…γιατί το έργο του Φαϊτάκη είναι συγχρόνως βαθιά πολιτικοποιημένο και έντονα πνευματικό. Τον τίμησε λοιπόν η Δανία στην Μπιενάλε της Βενετίας αλλά όχι η Ελλάδα.
O tempora, Ω μόρτες!
ΥΓ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον χαμηλό τόνο της φωνής του όταν μιλούσε, πάντα αργά και μ’ ένα αδιόρατο χαμόγελο στα χείλη. Πάντα μ’ ένα στοχαστικό, βαθύ βλέμμα.Υπόσχομαι, λοιπόν, να οργανώσουμε, μετά τις αυριανές εκλογές, μια μεγάλη αναδρομική του Στέλιου Φαϊτάκη στο Μουσείο Βορρέ που τον ήξερε και τον αγαπούσε..Για να μην έχουμε ανάγκη τους επικίνδυνους, τους άσχετους και τους δήθεν.