Την έχει η δημόσια σκηνή στην Μεσογειακών εξάρσεων χώρα μας, την τάση να προσγειώνεται δύσκολα από τις υψηλές πτήσεις στις ταπεινότερες καταστάσεις. Λέει το Αραβικό γνωμικό – μέρες που ζούμε! – για όσους χρειάζεται να προσγειωθούν: «Αφού παινεύεται σαν λιοντάρι, γιατί γαυγίζει σαν σκυλί;».
Του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Ήταν λοιπόν παράξενη η ατμόσφαιρα που επεκράτησε, μετά τον δεύτερο γύρο των (κατ’ όνομα) αυτοδιοικητικών εκλογών – σε μεγαλύτερη έκταση απ’ όσο τα γεγονότα τα ίδια θα το δικαιολογούσαν, σε σχέση με το κλίμα μετά την πρώτη Κυριακή.
Ζεμάτισμα και τάση υπεραναπλήρωσης με ένταση από τα κυβερνητικά έδρανα, όπου είχε επιχειρηθεί («να βαφτεί μπλε όλος ο χάρτης») να εξαχθούν συμπεράσματα κεντρικής πολιτικής σκηνής από τις Περιφέρειες που είχαν κερδηθεί – και μάλιστα την Αττική εις χείρας Νίκου Χαρδαλιά, του συνοφρυωμένου σταυροφόρου των lock-down – και από την πρωτοπορία σε μείζονες Δήμους. Αυτοσυγκράτηση Κυριάκου Μητσοτάκη με το «σίγουρα δεν ήταν μια ιδιαίτερα καλή βραδιά […] όμως τα πολιτικά συμπεράσματα ουσιαστικά βγήκαν την πρώτη Κυριακή». Υπεραναπλήρωση αντιθέτως η επιλογή, στα τηλεοπτικά πάνελ, των Μάκη Βορίδη και Αδώνιδος Γεωργιάδη.
Εύλογη ανακούφιση και προσπάθεια χτισίματος πολιτικού επιχειρήματος μέλλοντος από τα έδρανα ΠΑΣΟΚ, καθώς η ήττα Μπακογιάννη από Χάρη Δούκα στην Αθήνα, συν η συντριβή Ζέρβα στην Θεσσαλονίκη από Αγγελούδη, όμως ακόμη περισσότερο η έκλειψη Κ. Αγοραστού από Δημ. Κουρέτα στην καθημαγμένη Θεσσαλία (παρά την …περιφανή νίκη Μπέου στον Βόλο) δίνει βάση για προβολές αισιοδοξίας.
Αμηχανία από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, με μόνη ευθεία τοποθέτηση την σταθερή/εξαρχής στήριξη Κώστα Ζαχαριάδη στον Χάρη Δούκα (με την ευγενική φόρμουλα «μέρα χαράς για την Αθήνα […] θα είμαι δίπλα στον Χ. Δούκα όπου το επιθυμεί και όπου συγκλίνουν οι θέσεις μας». συν, την μακριά μπαλιά ΓΑΠ με το : «όταν ενώνουμε προοδευτικές δυνάμεις, μπορεί να γίνει η ανατροπή».
Αυτοπεριορισμένη τέλος – κατά τα ειωθότα – η ευχαρίστηση ΚΚΕ, κι ας κατέγραψε συγκριτικά μεγαλύτερη απ’ όλους βελτίωση θέσεων, αλλά έμεινε στο «λευκό-άκυρο» ως αντι-οδηγία για όπου δεν είχε διακριτούς υποψηφίους στον δεύτερο γύρο.
Όλοι πάντως, σεμνοπρεπώς, εθλίβησαν για την ακόμη μεγαλύτερη άνοδο της αποχής! Η οποία αποχή, άλλωστε, πιστώθηκε/χρεώθηκε σε ουκ ολίγα από τα αποτελέσματα ανατροπής της δεύτερης Κυριακής: «αφού την έχουμε στην τσέπη την νίκη, που να ξανατρέχεις τώρα!». Πλην όμως είναι ζήτημα αν κάποιοι στα πολιτικά επιτελεία την βλέπουν αληθινά την ζημιά που επισωρεύει συστημικά η αποχή. η αποστράτευση των πολιτών. τα πρόδηλα πλέον όρια της επικοινωνιατζήδικης (συγγνώμην για την έκφραση, αλλ’ έτσι είναι…) διαχείρισης της πολιτικής.
Σύμφωνα με τον Καβάφη, στον «Δαρείο» του, ο ποιητής Φερνάζης σκεφτόταν να αποτυπώσει εύγλωττα το πώς, με ποια αισθήματα ο Δαρείος Υστάσπου είχε παραλάβει την εξουσία. Θέλησε μάλιστα να περιλάβει φιλοσοφική προσέγγιση. Όμως, εκεί όπου «το είχε θετικό με τον «Δαρείο» ν’ αναδειχθεί και τους επικριτές του, τους φθονερούς, τελειωτικά να αποστομώσει» ο ποιητής, προκύπτει ανατροπή στις διεθνείς σχέσεις, αναταραχή στις προθέσεις. Οποτε και ο καημένος ο Φερνάζης αναδιπλώεται: «υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος».
Κάτι τέτοιο μας θύμιζαν και κάποια, υπερπρόθυμα να αναδιπλωθούν, πάνελ ανάλυσης της δεύτερης εκλογικής βραδιάς…
Και τώρα, προσαρμογή όλων. Ή, μάλλον, προσαρμογές.