Ο ΣΥΡΙΖΑ συμπληρώνει σχεδόν δύο δεκαετίες πολιτικής διαδρομής και στη διάρκειά της έχει βιώσει αρκετές και σημαντικές κρίσεις. Με εντάσεις, αντεγκλήσεις και αποχωρήσεις. Μάλιστα άλλες εκκινούσαν από τα «δεξιά» και άλλες από τα «αριστερά».
Παναγιώτης Σκευοφύλαξ*
Από αυτή την άποψη, είναι ένας σχηματισμός μαθημένος σε αναταραχές. Άλλωστε, δημιουργήθηκε ως ένας χώρος σύμπραξης και πολιτικής ενότητας επιμέρους κομμάτων, οργανώσεων, φορέων και σχημάτων που έφεραν τις δικές τους ιστορικότητες και ταυτότητες, κι ως εκ τούτου η συνύπαρξη, πολύ περισσότερο η συνεργασία τους απαιτούσε διαρκείς συνεννοήσεις και συμβιβασμούς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως εγχείρημα σύνθεσης
Παρότι όμως μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ έφθασε αρκετές φορές σε οριακές καταστάσεις, κάποιες από τις οποίες είχαν και δραματικό χαρακτήρα -η αποχώρηση μέρους του τότε Συνασπισμού υπό τον Φώτη Κουβέλη το 2010 με τη δημιουργία της ΔΗΜΑΡ στη συνέχεια, καθώς και η αποχώρηση τμήματος του ενιαίου πλέον ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015 με τη δημιουργία της ΛΑΕ να είναι οι πλέον σημαντικές- η σημερινή μοιάζει να είναι «υπαρξιακή». Και ίσως είναι και η πρώτη που συμπαρασύρει συνολικά τον ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικό κόμμα και το πολιτικό προσωπικό του.
Ενδεχομένως, η αναδρομή στην ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ να μοιάζει εκτός σημερινού πλαισίου ή και για αρκετές και αρκετούς, είτε νεότερους ηλικιακά είτε ανθρώπους που γνώρισαν το ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012 ή και μετά το 2015, να είναι και κάπως «ξένη» ή ακόμη και ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ να αισθάνονται ότι είναι κάτι «άλλο». Όμως, αυτό που μοιάζει να είναι από τις βασικές αιτίες της κατάστασης στην οποία περιέρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι και η παραγνώριση της ιστορικότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Σε αρκετές στιγμές της κατάστασης που διαμορφώνεται μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την προεδρία του κόμματος, που εντάθηκε μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Στέφανου Κασσελάκη και που κορυφώνεται καθημερινά μετά την εκλογή του τελευταίου, δίνεται η αίσθηση ότι υπάρχει μόνο το «τώρα» στο οποίο θα πρέπει να επιλυθούν άμεσα και δια παντός όλα. Ότι δηλαδή ο πολιτικός χρόνος δεν έχει παρελθόν και μέλλον, αλλά ότι στη στιγμή «αυτή» σε μια βραχεία και πυκνή συγκυρία θα κριθούν τα πάντα.
Η πρωτοτυπία του ΣΥΡΙΖΑ
Η ίδια η πολιτική ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ έχει καταδείξει όμως ότι στο πέρασμα του χρόνου μπορούν να διασταυρωθούν διαδρομές που σε κάποια προηγούμενη «στιγμή» έμοιαζαν ασύμπτωτες. Κι αν σε κάτι υπήρξε πρωτότυπος ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σε τέσσερα σημεία-φάσεις της ιστορίας του.
Το πρώτο είναι το ιδρυτικό του σημείο. Όταν μια σειρά οργανώσεων της Αριστεράς από την αριστερή σοσιαλδημοκρατία μέχρι τον τροτσκισμό αποφάσισε ότι θα μπορούσε παρά τις ιστορικές και πολιτικοϊδεολογικές διαιρέσεις να αναλάβει ένα εγχείρημα συντονισμού της κοινής δράσης τους και πολιτικής πορείας. Εξελίχθηκε, έτσι, σε ένα εγχείρημα που αντέστρεψε το «παράδειγμα» των διασπάσεων της Αριστεράς στη βάση των διαφορών, σε ένα νέο πρότυπο σύνθεσης, το οποίο θεμελιώθηκε στην αναγνώριση των διαφορών, στην επεξεργασία και την ένταξή τους σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συνεννόησης και κοινά αποδεκτών στόχων.
Το δεύτερο σημείο είναι εκείνο στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα στις πράγματι εξαιρετικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν τότε στη χώρα, δήλωσε διάθεση και ετοιμότητα να περάσει από το επίπεδο της «διαμαρτυρίας» στο επίπεδο της δυνάμει «κυβερνώσας Αριστεράς». Διατύπωσε δηλαδή μια πρόταση που μετά τις διπλές εκλογές του 2012 έλαβε πρακτικό περιεχόμενο, και η οποία για πρώτη φορά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες έθετε στόχο διακυβέρνησης από τη σκοπιά ενός κόμματος της Αριστεράς.
Το τρίτο σημείο είναι η ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ ως ενιαίου πολιτικού κόμματος -στο Συνέδριο του Ιουλίου 2013- με προοπτική διακυβέρνησης και αναβάθμισής του στον έναν εκ των δύο πόλων του εγχώριου κομματικού συστήματος, με παράλληλη συμπόρευση μαζί του πολιτικών οργανώσεων και προσώπων.
Το τέταρτο σημείο είναι η περίοδος της διακυβέρνησης 2015-19, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε το πρώτο κόμμα της Αριστεράς στην Ευρώπη που κλήθηκε να ασκήσει διακυβέρνηση ως ο βασικός κυβερνητικός δρων και μάλιστα σε συνθήκες χρεοκοπίας και προγραμμάτων προσαρμογής, άρα σε συγκυρία πυκνών αναταραχών τόσο στο εξωτερικό περιβάλλον όσο και στην ελληνική κοινωνία. Ένα «reality check», χωρίς ιστορικό προηγούμενο, που δοκίμασε βεβαιότητες του παρελθόντος, σφυρηλάτησε μια γενιά στελεχών που επιχείρησαν να προωθήσουν αριστερές και προοδευτικές κυβερνητικές πολιτικές και το κυριότερο κατέστησε τον ΣΥΡΙΖΑ ως βασικό φορέα ενός ρεαλιστικού σχεδίου πολιτικού και κοινωνικού μετασχηματισμού.
Η ιστορικότητα του ΣΥΡΙΖΑ και η παραγνώρισή της
Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως να παραγνωρίζει αυτά τα σημεία που διαμορφώνουν την ιστορική παρακαταθήκη του. Έτσι από τη μία πλευρά φαίνεται να υπάρχει η αίσθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να γίνει κάτι διαφορετικό από μια δύναμη της Αριστεράς που εγκαλεί ευρύτερες προοδευτικές δυνάμεις με στόχο να σχηματίσουν ένα πλειοψηφικό μπλοκ στη βάση προωθητικών στόχων· και από την άλλη φαίνεται να μοιάζει «απλό» και εν μέρει επιθυμητό ο ΣΥΡΙΖΑ να επιστρέψει σε μια φάση από πριν εκείνη που ο ίδιος διαμόρφωσε, όταν δηλαδή επέλεξε να γίνει συνδιαμορφωτής των εξελίξεων. Όταν αποφάσισε δηλαδή να μιλήσει στο «μεγάλο κοινό» και να συγκροτήσει μια αριστερή και προοδευτική στρατηγική εξουσίας.
Τα πολιτικά κόμματα είναι συλλογικοί σχηματισμοί που εκπροσωπούν κοινωνικές δυνάμεις που συνιστούν τον κορμό τους και που στη βάση ενός ευρύτερου σχεδίου πείθουν ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας ότι το σχέδιο αυτό ανταποκρίνεται στα συμφέροντα και στα αιτήματα της κοινωνικής πλειοψηφίας. Τα κόμματα δεν είναι «άδεια» δοχεία, που κάθε φορά τα γεμίζεις με ό,τι υλικό θέλεις. Βαθείς μετασχηματισμοί ασφαλώς και συμβαίνουν και σε κόμματα με βαριά ιστορικότητα, αλλά και αυτοί γίνονται με ιδεολογική διαπάλη, με γείωση με κοινωνικά υποκείμενα, με συγκροτημένες κοινωνικές εκπροσωπήσεις σε διάφορα πεδία και αυτά τα εγχειρήματα είναι επιτυχή, αν ευθυγραμμιστούν με την ευρύτερη συγκυρία. Τα πολιτικά κόμματα δεν μακροημερεύουν ούτε στη βάση αποκλειστικά της ατομικής επιδραστικότητας του ηγέτη τους ούτε με βάση τις «ευγενείς» προθέσεις ή τις «ορθές» εκφωνήσεις επιμέρους ομάδων στελεχών. Η πολιτική που παράγεται από ένα κόμματα είναι κρίσιμο να δημιουργεί νόημα στην κοινωνία, να δίνει απαντήσεις σε υπαρκτά ερωτήματα, να ικανοποιεί αιτήματα πολιτικής συμμετοχής.
Η κομματική εμπειρία μετά το 2010 και ο θεμελιακός κίνδυνος για τον ΣΥΡΙΖΑ
Η πολιτική ιστορία των τελευταίων τριών τουλάχιστον δεκαετιών στην Ελλάδα μας δείχνει ότι ιστορικές πολιτικές παρατάξεις μπορούν να φθάσουν στο όριό τους, όπως η ΝΔ στις εκλογές του Μαΐου 2012, αλλά να διασωθούν και κατόπιν να επανεδραιωθούν. Όπως και ότι άλλοτε κραταιά κόμματα ενδέχεται να φθάσουν σε σημείο «εξαέρωσης» και έπειτα από μια δεκαετία και πλέον να μπορούν να επανέρχονται σε «ανεκτά» εκλογικά επίπεδα. Κι έχουμε δει και δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη ζώνη του 5%, και με εσωτερικές οδύνες όπως η αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από τον Συνασπισμό το 2010, λίγα χρόνια μετά να καθίστανται κυβερνητικές, αλλά και μέσα σε 4 χρόνια να χάνουν το μισό των εκλογικών δυνάμεών τους. Μετά το 2010, αυτό το ιδιότυπο roller coaster, δεν είναι ασυνήθιστο λόγω της ρευστότητας του κομματικού συστήματος της κρίσης. Και ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ, διαπιστώνει με αναμφίβολα οδυνηρό τρόπο ότι από τη «βεβαιότητα» του 32% του 2019, ένα κόμμα εύκολα μεταπίπτει στην αβεβαιότητα του σήμερα.
Και ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα κινδυνεύει με συνολική και συλλογική απαξίωση. Δεν είναι τόσο η φύση των διαφωνιών που καταγράφονται στο εσωτερικό του όσο ο τρόπος διαχείρισής τους και το ότι δεν διαφαίνεται με ευκρίνεια προοπτική εξόδου από αυτή την κατάσταση. Κινδυνεύει δηλαδή, ο μέχρι πρότινος προνομιακός εκφραστής της ιδέας της «Κυβερνώσας Αριστεράς» στην Ελλάδα να υπονομεύσει και τις δύο διαστάσεις της πρότασης.
Σε αυτή τη φάση υφίστανται συνθήκες «κυρίαρχου κόμματος» και εξ αντικειμένου σε αυτές ευνοείται το κυρίαρχο κόμμα από τον κατακερματισμό της Αντιπολίτευσης. Τα οφέλη για τους μικρότερους δρώντες είναι ενδεχομένως σημαντικά για τους μεταξύ τους συσχετισμούς, αλλά όχι για τη συνολική εικόνα του κομματικού συστήματος και κυρίως για τον έλεγχο της κυβέρνησης.
Παίγνιο μηδενικού αθροίσματος ή προωθητική διέξοδος
Ασφαλώς εύκολες, πλέον, διέξοδοι δεν υπάρχουν. Όμως όλες οι πρόσφατες πολιτικές έρευνες παρότι αναμφίβολα αποτυπώνουν μια σαφή τάση υποχώρησης για τον ΣΥΡΙΖΑ και τα επιμέρους ποιοτικά ευρήματα μόνο ενθαρρυντικά δεν μπορούν να είναι, εν τούτοις ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να εμφανίζεται σχετικά «ανθεκτικός», λαμβάνοντας υπόψη όσα διαδραματίζονται εδώ και κάποιους μήνες, πολλά εκ των οποίων, όπως φαίνεται εκδηλώνονται σήμερα, ενώ συνέτρεχαν περισσότερο αφανώς και από πριν. Προφανώς, ακόμη κι αυτή η «ανθεκτικότητα» μοιάζει λογικά δύσκολο μην τρωθεί περαιτέρω εάν συνεχιστεί το υφιστάμενο μοτίβο.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αφεθεί στη δυναμική που μοιάζει να έχουν λάβει τα πράγματα, δύσκολα κάποιος ή κάτι θα διασωθεί. Ένας άλλος ΣΥΡΙΖΑ που θα απωλέσει σημαντικό ποσοτικά και ποιοτικά μέρος των οργανωμένων δυνάμεών του, που ήδη είναι εξασθενημένες και απισχνασμένες από διαδοχικές εκλογικές ήττες, ή ένας νέος σχηματισμός που θα έχει να διαγράψει μια πορεία εδραίωσης και θεσμοποίησης που σχεδόν κανένας νέος ή «νέος» σχηματισμός δεν κατάφερε μέχρι σήμερα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία -πλην ίσως του Συνασπισμού της Αριστεράς & της Προόδου και αυτό σε ένα ιστορικό βάθος εικοσαετίας- δύσκολα θα μπορέσουν να αποτελέσουν κάτι περισσότερο από παρενθέσεις της κομματικής μας ιστορίας.
Ασφαλώς μια «εξαναγκαστική» συμβίωση δεν μπορεί ν’ αποδώσει στον χρόνο, ακόμη κι αν η λύση της, λαμβάνοντας υπόψη και την εμπειρία του ελληνικού κομματικού συστήματος, μπορεί να διαμορφώσει συνθήκες ακόμη δυσμενέστερες για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές και να μην αποδειχθεί «λυτρωτική» -σε πολιτικούς όρους, όπως ίσως ορισμένοι ευελπιστούν. Προωθητική, άρα και να δίνει προοπτική, μπορεί να είναι μια συμπόρευση στη βάση συνθέσεων εντός ενός ευρύτερου πλαισίου κοινών τόπων. Κι αυτοί οι κοινοί τόποι, πέρα από σχετικά πρόσφατα συλλογικά και θεσμικά συναποφασισμένοι, δεν έμοιαζαν να είναι απόντες μέχρι πρότινος. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξήλθε των δύο εθνικών εκλογών ηττημένος. Και στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές έμοιαζε να στερείται οργανωτικών κεκτημένων ακόμη και για αρκετά «μικρότερους» παίκτες του κομματικού συστήματος. Άρα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διέθετε και δεν διαθέτει μια «συνταγή επιτυχίας». Το ζήτημα λοιπόν είναι αφενός η συνειδητότητα της ανάγκης αλλαγής και αλλαγών αφετέρου η συνειδητότητα ότι ο πιο «δοκιμασμένος» -αν και αντικειμενικά ο πλέον δύσκολος- τρόπος αυτή να έχει προοπτικές καρποφόρησης είναι το παράδειγμα της σύνθεσης εντός του πεδίου επί του οποίου ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε να καταστεί θετικό σημείο αναφοράς, όχι τόσον πολύ καιρό πριν.
Εναπόκειται όμως στον ΣΥΡΙΖΑ, στα στελέχη και τα μέλη του αν θα γίνουν παράγοντες μιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας ή συντελεστές ανανέωσης και ανάκαμψης, που αν συμβεί όντως θα καταγραφεί κι αυτή ως άλλη μία πρωτότυπη συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ στα ελληνικά πολιτικά πράγματα, αλλά αρκετά «ευθυγραμμισμένη» στην ιδρυτική συλλογιστική του, εκείνη της σύνθεσης αντί της διαίρεσης.
Παναγιώτης Σκευοφύλαξ, Γενικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
* Η ανάλυση που αναπτύσσεται στο κείμενο αυτό είναι προσωπική