Με αφορμή την πρόσφατη κατάθεση του σχεδίου κρατικού προϋπολογισμού, δέχτηκα τα εξής ερωτήματα από τους φοιτητές μου: Είναι αναπτυξιακός ο προϋπολογισμός; Προάγει τη σταθεροποίηση της οικονομίας; Προάγει την άριστη κατανομή των πόρων; Είναι δίκαιος; Είναι ρεαλιστικός;
Γράφει ο Παναγιώτης Λιαργκόβας
Αναφορικά με το πρώτο ερώτημα, η απάντηση είναι θετική. Η τρέχουσα πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 ανέρχεται σε 2,9% σε ετήσια βάση. Βάσει αυτής, το πραγματικό ΑΕΠ του 2024 αναμένεται να ανέλθει στο μεγαλύτερο ύψος της περιόδου μετά το 2010 (υπερβαίνοντας τα 200 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές).
Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 αναμένεται να αποκλίνει προς τα πάνω κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες, διατηρώντας σχεδόν εξ ολοκλήρου το μέγεθος της αντίστοιχης θετικής απόκλισης που εκτιμάται σήμερα για το 2023 (1,8%). Το έτος 2024 θα είναι έτος-σταθμός για τα δημόσια οικονομικά καθώς προβλέπεται σημαντική επιστροφή σε πρωτογενές αποτέλεσμα 2,1% του ΑΕΠ από 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και μια σημαντική αποκλιμάκωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος σημαίνει μια πιο σφιχτή στάση και μια μεγάλης κλίμακας δημοσιονομική προσαρμογή, που δεν είναι εύκολο εγχείρημα.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, εξαιτίας κυρίως της ανάπτυξης των τελευταίων ετών, θα υποχωρήσει εντυπωσιακά. Αναμένεται να αποκλιμακωθεί από το 172,6% του ΑΕΠ το 2022 σε 160,3% το 2023 και σε 152,3% το 2024.Η χώρα έχει εισέλθει πλέον σε έναν ενάρετο κύκλο μείωσης του χρέους και οικονομικής ανάπτυξης. Ασφαλώς η οικονομική δραστηριότητα εξαρτάται από τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον και τις ενδεχόμενες εξωγενείς κρίσεις.
Η άριστη κατανομή των πόρων διασφαλίζεται όταν το κράτος, μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού, διοχετεύει επαρκείς πόρους στους κλάδους παραγωγής δημοσίων αγαθών. Κάτι τέτοιο συμβαίνει στον προϋπολογισμό του 2024 καθώς οι δαπάνες για την υγεία και την παιδεία εμφανίζονται αυξημένες κατά 897 εκατ. ευρώ και 421 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Η έξτρα χρηματοδότηση θα προέλθει από τα πρόσθετα έσοδα που προσδοκά να εισπράξει η κυβέρνηση από το νέο τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών και των μέτρων καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Επιπλέον, ο προϋπολογισμός έχει ως βασικό άξονα πολιτικής, τη συνέχιση και ενίσχυση των μέτρων στήριξης της κοινωνίας, με την αναμόρφωση στο μισθολόγιο του Δημοσίου, την αύξηση των συντάξεων κατά 3%, του αφορολογήτου για οικογένειες με παιδιά, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας και την αύξηση του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.
Ο δείκτης φτώχειας στον συνολικό πληθυσμό, αναμένεται να μειωθεί από το 17,5 στο 16,8. Τέλος, «κλειδί» για την επίτευξη των στόχων είναι οι επενδύσεις που προβλέπεται να αυξηθούν κατά 15,1% σε σύγκριση με φέτος, όπου η αύξησή τους ήταν 7,1%. Εδώ εντοπίζεται, κατά την άποψή μου, το μεγάλο στοίχημα του κρατικού προϋπολογισμού. Η φετινή χρονιά στον τομέα των δημοσίων επενδύσεων ήταν μάλλον απογοητευτική, αφού αυτές μειώθηκαν από 11,3 δισ. ευρώ σε 10,8 δισ. ευρώ, εξαιτίας και της εκλογικής περιόδου, αλλά και της καθυστέρησης της τελευταίας δόσης του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τα έσοδα από το Ταμείο Ανάκαμψης είναι 2 δισ. ευρώ, χαμηλότερα από τα 2,8 δισ. ευρώ του προηγούμενου έτους. Η μείωση αντισταθμίστηκε από την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, με τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης να παίζουν καθοριστικό ρόλο, αλλά και πάλι ο συνολικός ρυθμός αύξησης των επενδύσεων ήταν περίπου ο μισός από αυτόν που είχε προβλεφθεί στον προϋπολογισμό του 2023.
Για το 2024, η κυβέρνηση φιλοδοξεί να ανακτήσει το χαμένο έδαφος στις δημόσιες επενδύσεις, προβλέποντας να αυξηθούν στο ύψος ρεκόρ των 12,1 δισ. ευρώ ή κατά 12,43%, συνεισφέροντας καθοριστικά στη συνολική αύξηση επενδύσεων κατά 15,1%.
Η υλοποίηση όλων των επενδυτικών σχεδίων μολονότι επιθυμητή, πρέπει να είναι και εφικτή. Αυτό σημαίνει ότι η δημόσια διοίκηση και η δικαιοσύνη έχουν μεταρρυθμιστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτή την πρόκληση. Δυστυχώς τα δεδομένα δεν συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση.
*Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας,
Καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου