Πολλές πτυχές της Συνθήκης της Λωζάνης αναδύονται αραιά και που στον δημόσιο διάλογο μέσα σε μια ομιχλώδη ασάφεια, ταράζοντας τα νερά της ασφάλειας που προσφέρει η σταθερότητα της Συνθήκης Ειρήνης του 1923.
Του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη
Δεν είναι αδικαιολόγητο το αίσθημα ασφάλειας που προκαλεί η μακροβιότητα της Συνθήκης. Το αντίθετο μάλιστα, θα πρέπει να ευχόμαστε τα ελληνοτουρκικά σύνορα να διατηρηθούν ως εγγύηση για την αποφυγή πολέμων, αποφυγή των αιματηρών δεκαετιών πριν από το 1923.
Ωστόσο η ευχή αυτή, δεν εδράζεται σε κάποια νομική ρήτρα ως προς το αμετάβλητο των συνθηκών. Κατά κανόνα, οι διεθνείς συνθήκες αλλάζουν στον χρόνο. Κάποιες είναι πιο ανθεκτικές και κάποιες ευμετάβλητες, αλλά οι κανόνες διεθνούς δικαίου υπόκεινται χωρίς εξαιρέσεις σε κάποιου είδους μεταβολή μέχρι να λήξει η ισχύς τους. Τη διαδικασία αναθεώρησης του διεθνούς δικαίου ρυθμίζουν μάλιστα άλλοι κανόνες διεθνούς δικαίου που κωδικοποιήθηκαν στη Σύμβαση της Βιέννης του 1969. Από αυτό το γενικό σχήμα δεν εξαιρείται η Συνθήκη της Λωζάνης, το κανονιστικό περιεχόμενο της οποίας έχει ήδη μεταβληθεί πολλές φορές. Η Συνθήκη Ειρήνης (και οι συμβάσεις, τα πρωτόκολλα και οι δηλώσεις που αυτή περιλαμβάνει) ρύθμισε δεκάδες διαφορετικά ζητήματα πολλά από τα οποία έχασαν το αντικείμενό τους με την πάροδο του χρόνου. Πολλά ζητήματα, δηλαδή, εδώ και δεκαετίες έχουν ρυθμιστεί και συνεπώς οι σχετικές διατάξεις είναι νομικά νεκρές, όπως για παράδειγμα εκείνες που αφορούσαν τους αιχμαλώτους, την αμνηστία ή τις αποζημιώσεις, τα σχετικά με το οθωμανικό χρέος, τα ζητήματα περιουσιών των αλλοδαπών, την ιθαγένεια, τις συγκοινωνίες και τα υγειονομικά θέματα, ή της επιβολής της ελληνοτουρκικής ανταλλαγής πληθυσμών. Άλλα πεδία, λίγα σε αριθμό, παραμένουν σε ισχύ και έχουν κρίσιμη σημασία, όπως τα σύνορα που προαναφέραμε και η απόδοση ειδικών δικαιωμάτων μέσω της θρησκείας (σύμφωνα με την οθωμανική λογική του μιλλέτ) στις «μουσουλμανικές μειονότητες» στην Ελλάδα και τις «μη μουσουλμανικές μειονότητες» στην Τουρκία. Άλλα ζητήματα, όπως η αποστρατικοποίηση τμήματος της επικράτειας (της Ελλάδας) διατηρούνται ζεστά στις διμερείς σχέσεις, καθώς οι σχετικές διατάξεις της Συνθήκης ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο από την Ελλάδα και την Τουρκία. Στο ίδιο αντικείμενο, η «ουδετερότητα» ζώνης 30 χιλιομέτρων στα σύνορα μεταξύ Ελλάδας-Βουλγαρίας-Τουρκίας, στην Θράκη, που προέβλεπε η Συνθήκη, έχει πλέον καταργηθεί με νεότερη νομική διευθέτηση.
Είναι συνεπώς εντελώς ανακριβές ότι η Συνθήκη της Λωζάνης δεν μπορεί να τροποποιηθεί, όπως πολλές φορές έχει υποστηρίξει ο πρώην πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος[1] κόντρα στο δίκαιο των συνθηκών, παραπλανητικά, και κατά συνέπεια σε βάρος της αξιοπιστίας των ελληνικών θέσεων. Ακόμα και στο πεδίο των συνόρων, το οποίο αναθεωρείται με μεγαλύτερη δυσκολία, πολιτικά και νομικά, η Συνθήκη έχει τροποποιηθεί με διαφορετικούς τρόπους αρκετές φορές. Τα σύνορα της Τουρκία όπως έχουν οριστεί με τα άρθρα 2 και 3 της Συνθήκης, έχουν μεταβληθεί, και μάλιστα με προσάρτηση νέου εδάφους (την Αλεξανδρέτα/Χατάυ) το 1939, την οποία αποδέχτηκαν ρητά ή σιωπηρά τα συμβαλλόμενα μέρη. Επίσης, τα Δωδεκάνησα τα οποία είχαν κατοχυρωθεί στην Ιταλία με τη Συνθήκη της Λωζάνης, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα, αλλάζοντας τα σύνορα στην περιοχή άλλη μια φορά, αυτή τη φορά με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων το 1947. Και η Κύπρος, η οποία αναγνωρίζεται ρητά από την Συνθήκη ως βρετανική κτήση, απέκτησε την ανεξαρτησία της το 1960. Εξάλλου, νέα κράτη αναδύθηκαν και αντικατέστησαν τις οντότητες που αναφέρονται στη Συνθήκη. Και άλλοι κανόνες δικαίου που θεσπίζει η Συνθήκη, όπως οι σχετικοί με την προστασία μειονοτήτων, έχουν μεταβληθεί. Ελλάδα και Τουρκία έχουν τροποποιήσει μέσα από την πρακτική τους το περιεχόμενο του άρθρου 41.α σύμφωνα με το οποίο η επίσημη γλώσσα του κράτους μπορεί να διδάσκεται μόνο ως γλωσσικό μάθημα. Σήμερα, περισσότερο από τα μισά μαθήματα του προγράμματος των μειονοτικών σχολείων διδάσκονται στην επίσημη γλώσσα του κράτους.
Τα παραπάνω αποτελούν ενδεικτικά παραδείγματα της δυναμικής εξέλιξης στον χρόνο κανόνων διεθνούς δικαίου που διατυπώνονται στη Συνθήκη τα Λωζάνης. Κανόνων, οι οποίοι είναι ανενεργοί ή τροποποιήθηκαν λόγω της φύσης του υπό ρύθμιση αντικειμένου τους, λόγω της επέλευσης νέων σημαντικών γεγονότων, επειδή έτσι το επέλεξαν τα συμβαλλόμενα κράτη, ρητά ή σιωπηρά ή συνομολόγησαν νέα διεθνή συμφωνία, μεταξύ άλλων. Άλλοι κανόνες διατηρούνται σε ισχύ, χωρίς να μπορούν να αναθεωρηθούν μονομερώς, όπως εκείνοι που ορίζουν τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Άλλοι, πιο εύκαμπτοι, θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από νεώτερο σχετικό διεθνές δίκαιο που ήδη ισχύει, όπως το σύγχρονο δίκαιο προστασίας των μειονοτήτων που πλέον δεσμεύει την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά όχι την Ελλάδα και την Τουρκία.
Ας δούμε, λοιπόν, με ψυχραιμία, μακριά από δαιμονοποιήσεις και ιεροποιήσεις, τι προβλέπει η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία αναμφίβολα αποτελεί κείμενο κεφαλαιώδους σημασίας για την Ελλάδα. Το να τροφοδοτεί κανείς μονοπωλιακά μια στείρα «εθνική ορθότητα», εσκεμμένα ή από άγνοια, εγκλωβίζει τον δημόσιο διάλογο στην ομίχλη και υπονομεύει εν τέλει αυτό που θα πρέπει να θεωρείται «εθνικό συμφέρον». Αυτό βέβαια είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση.
[1] Ενδεικτικά, μεταξύ πολλών άλλων: https://www.kathimerini.gr/society/562517740/p-paylopoylos-i-synthiki-tis-lozanis-den-einai-nomikos-dynato-na-anatheorithei/
Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Διδάσκει διεθνές δίκαιο, δίκαιο δικαιωμάτων του ανθρώπου, δικαιώματα μειονοτήτων και προσφυγικό δίκαιο.