Οι προοδευτικές δυνάμεις ενώπιον της ανάγκης για προγραμματική και οργανωτική ανασύνθεση και ανασυγκρότηση
Γράφει ο Παναγιώτης Σκευοφύλαξ,
Γενικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
«Η υιοθέτηση δεξιόστροφων πολιτικών δεν βοηθά την κεντροαριστερά να κερδίσει ψήφους» σημείωνε πρόσφατα ο Guardian, σχολιάζοντας ότι «έρευνα εκλογικών δεδομένων στην Ευρώπη καταδεικνύει ότι τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποξενώνονται από τους ψηφοφόρους, όταν κινούνται προς το πολιτικό κέντρο».
Η επίμαχη αναφορά παραπέμπει στο ερευνητικό εγχείρημα του Progressive Politics Research Network «Αναστοχαζόμενοι τις προοδευτικές πολιτικές στη βάση των δεδομένων και όχι των μύθων», το οποίο επιχειρεί να ξεδιαλύνει «μύθους», όπως αναφέρεται, που αφορούν στην κοινωνική δομή, τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων και τις στρατηγικές των προοδευτικών κομμάτων στην Ευρώπη σήμερα.
Με την αφορμή της ανάδειξης της έρευνας από τον Guardian, λοιπόν, επανήλθε και αναζωπυρώθηκε μια κουβέντα για το τι συμβαίνει στον «προοδευτικό χώρο» στην Ευρώπη. Συνήθως η σχετική κουβέντα ξεκινά με τη διαπίστωση ότι η σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σε προφανή εκλογική υποχώρηση τις τελευταίες δεκαετίες και συνεχίζεται με διάλογο για το αν η στροφή προς το «κέντρο» ή η εκ νέου «ριζοσπαστικοποίηση» μπορούν να δώσουν διέξοδο.
Η αλήθεια είναι ότι η ίδια η Σοσιαλδημοκρατία έχει απωλέσει προ πολλού τον καθοριστικό ρόλο της στα ευρωπαϊκά πράγματα. Κι αυτό έχει συμβεί με δύο τρόπους. Αφενός με τις εκλογικές επιδόσεις επιμέρους εθνικών κομμάτων της, κάποια από τα οποία από άλλοτε κραταιά σχεδόν «εξαερώθηκαν», αφετέρου με την αδυναμία της να διατυπώσει συλλογικά έναν συγκροτημένο εναλλακτικό ορίζοντα. Η «ιταλοποίηση», η «γαλλοποίηση» και το «pasokification» είναι ακριβώς όροι που εντάχθηκαν στο λεξιλόγιό μας για να αποτυπώσουν αυτή τη διττή υποχώρηση.
Λαμβάνοντας αυτή τη διαπίστωση υπόψη, αλλά και έχοντας κατά νου ότι παράλληλα με τη «μεγάλη εικόνα» στο επίπεδο της Ευρώπης υφίστανται και «εθνικές» ιστορίες που άλλες συμπλέουν αλλά και άλλες διαφοροποιούνται σε σχέση με αυτή, έχει ενδιαφέρον ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε πάλι στον Guardian, γραμμένο από δύο εκ των συμμετεχουσών στην ερευνητική προσπάθεια. Σε αυτό λοιπόν διατυπώνεται η διερώτηση «είναι όντως η Αριστερά σε κρίση στην Ευρώπη;», για να δοθεί η απάντηση «η έρευνά μας δείχνει ότι πρόκειται για σύνθετο ζήτημα, αλλά υπάρχει ελπίδα».
Σε αυτό το κείμενο, πέρα από τη συγκρατημένη αισιοδοξία στην απόφανση για το μέλλον, έχει ουσία η προσέγγιση της Αριστεράς και του προοδευτικού χώρου στην πληθυντική τους διάσταση, δηλαδή με τη συμπερίληψη των ποικίλων, παλαιότερων και νέων, πολιτικών σχηματισμών που θέτουν μια προοδευτική ατζέντα σήμερα.
Και ίσως αυτή να είναι μια βάση συζήτησης. Από τη μία δηλαδή ότι πέρα από τις απλουστεύσεις ή τις ευκολίες, είναι κρίσιμο να δούμε αυτό το «σύνθετο» ζήτημα, μελετώντας σε βάθος τις σημερινές κοινωνίες μας, τη συγκρότησή τους, τις ανάγκες και τις επιλογές των πολιτών, ώστε να κατανοήσουμε σε ποιο πεδίο και με ποια υποκείμενα μπορεί να ξετυλιχθεί αποτελεσματικά η έγκληση γύρω από τις προοδευτικές πολιτικές της εποχής. Συχνά μιλάμε, και στην Ελλάδα, για την πολιτική και τις πολιτικές στη βάση «εντυπώσεων» ή «πεποιθήσεων» και όχι στη βάση συστηματικής καταγραφής δεδομένων, μελέτης και ερμηνείας του. Και στη χώρα μας αυτό το έλλειμμα είναι αρκετά βαθύ. Γι’ αυτό και παρατηρούμε πολιτικές εκφωνήσεις να γίνονται εν κενώ, αιτία που, μεταξύ άλλων, δεν τους επιτρέπει να βρουν κοινωνική γείωση.
Από την άλλη είναι κρίσιμο να προσεγγίσουμε την προοπτική της προοδευτικής πολιτικής έκφρασης των κοινωνικών αναγκών μέσα από την ανασύνθεση και την ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου, σε ένα φάσμα που σχηματικά αυτή τη στιγμή εκφράζεται στο κομματικό επίπεδο από την Αριστερά, τη Σοσιαλδημοκρατία και τους Πράσινους.
Από το 2010 και μετά, όταν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες εκδηλώθηκε η οικονομική κρίση, το κομματικό τοπίο διαφοροποιήθηκε με εθνικά κομματικά συστήματα άλλοτε να κινούνταν σε παράλληλη τροχιά και άλλοτε να αποκλίνουν, τόσο χρονικά όσο και επί της ουσίας.
Στο πλαίσιο αυτό και στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο έχουμε διάφορα και διαφορετικά παραδείγματα, με την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία να συνιστούν σημεία αναφοράς, με τις συγκλίσεις και τις αποκλίσεις τους. Σε όλες τις περιπτώσεις, παράλληλα με τις κομματικές δυναμικές διαμορφώθηκαν και επιμέρους προτάσεις προοδευτικής πολιτικής, οι οποίες όμως δεν αναβιβάστηκαν σε ένα πλαίσιο σχεδιασμού και χάραξης προοδευτικών πολιτικών. Αυτό οφείλεται και στο ότι δεν δημιουργήθηκαν προϋποθέσεις ευρύτερης προωθητικής ώσμωσης μεταξύ προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων, όχι απλά με την έννοια των λιγότερο ή περισσότερων ευκαιριακών κυβερνητικών συνεργασιών, αλλά με εκείνη της ανασύνθεσης και ανασυγκρότησης πολιτικών υποκειμένων στη βάση μιας διακριτής προοδευτικής πολιτικής πρότασης.
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες η Αριστερά και ο πληθυντικός προοδευτικός χώρος είναι συνολικά σε υποχώρηση, τόσο εκλογικά όσο και κυρίως ως εναλλακτικό περιεχόμενο πρότασης πολιτικής. Ασφαλώς, σε αυτή τη μεγάλη εικόνα υπάρχουν εκλογικές επιτυχίες κομμάτων του προοδευτικού τόξου τόσο στη βάση «δεξιόστροφων» όσο και «αριστερόστροφων» πολιτικών, όπως και εκλογικές αποτυχίες, που χρειάζεται να μελετώνται στο εθνικό τους πλαίσιο και στη χρονική συγκυρία που συνέβησαν για να κατανοηθούν. Εκείνο όμως που μοιάζει σαφές μέσα σε όλα αυτά τα γεγονότα είναι ότι παρότι οι κοινωνικές συνθήκες και ανάγκες θα μπορούσαν να εκφραστούν με προοδευτικό τρόπο, οι αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις χρειάζεται αρχικά να (ξανα)κατανοήσουν την εποχή μας και στη συνέχεια να (επαν)επινοήσουν τον προγραμματικό ορίζοντά τους και στη βάση αυτή να ανασυντεθούν και ανασυγκροτηθούν οργανωτικά, ώστε να εγκαλέσουν και να εκπροσωπήσουν κοινωνικές πλειοψηφίες στη βάση ενός όντως εναλλακτικού του σημερινού κυρίαρχου σχεδίου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Αλέξης Χαρίτσης στο AnatropiNews/ Για τους μετασχηματισμούς της διεθνούς σοσιαλοδημοκρατίας
Γιάννης Ραγκούσης / 7 σκέψεις για την Κενροαριστερά
Θανάσης Θεοχαρόπουλος / Η στροφή προς την Κεντροαριστερά είναι νικηφόρα
Δημήτρης Μάρδας / Κεντροαριστέρα σε σύγχυση;
Παναγιώτης Σκευοφύλαξ / Η Αριστερά πρέπει να (ξανα)κατανοήσει την εποχή μας