Έχοντας πλέον υπό την ιδιοκτησία τους τρεις από τους τέσσερις πιό “βαρείς” ιστορικούς τίτλους (πλην της “Καθημερινής”) του ελληνικού Τύπου ο Βαγγέλης Μαρινάκης γίνεται, αναμφίβολα, ο ισχυρότερος εκδότης και κατά συνέπεια και παρεμβατικός παράγοντας στα εγχώρια μέσα ενημέρωσης. Μετά τα “Νέα” και το “Βήμα”, η “Ελευθεροτυπία” (του Κίτσου Τεγόπουλου) ανήκουν τώρα στην Alter Ego και πολλοί αναρωτιούνται που αποσκοπεί αυτή η νέα εκδοτική κίνηση.
Ήδη, η πλευρά Μαρινάκη ανακοίνωσε (σχετικό ρεπορτάζ είχε η εκπομπή του Νίκου Ευαγγελάτου στο “Mega Channel” που επίσης ανήκει στον ίδιο) πως προετοιμάζεται η επανέκδοση της ιστορικής εφημερίδας και οι πληροφορίες τοποθετούν την κίνηση αυτή στον επόμενο Σεπτέμβριο, πιθανώς, όμως, και λίγο νωρίτερα. Η εξαγορά του ιστορικού τίτλου, της εφημερίδας, δηλαδή, που διηύθυνε επί πολλά χρόνια ο αείμνηστος Σεραφείμ Φυντανίδης, δεν είναι αναμφίβολα άλλη μία εφημερίδα. Ήταν ο πιό ισχυρός και παρεμβατικός τίτλος στον λεγόμενο προοδευτικό χώρο, η εκδοτική “ναυαρχίδα” της κεντροαριστεράς (από το ΠΑΣΟΚ μέχρι την ανανεωτική αριστερά), κι αυτό παρότι κατά περιόδους και για λόγους πολιτικών και οικονομικών σκοπιμοτήτων στάθηκε κριτικά έως και επιθετικά στον Ανδρέα Παπανδρέου και μετά στον Κώστα Σημίτη.
Η πολιτική “γραμμή”
Στα χέρια του Βαγγέλη Μαρινάκη η νέα “Ελευθεροτυπία” δεν μπορεί, φυσικά, να αλλάξει πολιτική “γραμμή”. Δεν είναι δυνατό, δηλαδή, να μετακινηθεί αίφνης από τον χώρο της εκδοτικής εκπροσώπησης της κεντροαριστεράς στην υποστήριξη της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Θα ισοδυναμούσε με απαξίωση του τίτλου και της ιστορίας του και με ένα εκδοτικό βατερλό. Ο ισχυρός επιχειρηματίας, εφοπλιστής και μιντιάρχης το γνωρίζει αυτό πολύ καλά και είναι προφανές πως η εξαγορά του τίτλου έλαβε υπόψη της πως πρέπει να υπηρετήσει την ιστορία του.
Είναι μάλιστα δεδομένο πως στον χώρο των ΜΜΕ διαπιστώνεται εδώ και καιρό ένα κενό εκπροσώπησης αναγνωστών/πολιτών. Τα αντιπολιτευτικά μέσα ενημέρωσης είναι ελάχιστα, όσα δε διαθέτουν τέτοιες αποχρώσεις δεν είναι αρκετά εύρωστα οικονομικά και έχουν περιορισμένη κυκλοφορία.
Αποσκοπεί στο να ελέγξει ακόμα περισσότερο τον χώρο των μέσων ενημέρωσης και να προωθήσει τα όποια επιχειρηματικά του σχέδια, ισχυρίζονται αρκετοί. Χωρίς να υποτιμά κανείς αυτή την παράμετρο (γνωστή, άλλωστε, από την εποχή της παλαιότερης “διαπλοκής”), δεν μπορεί να είναι η μοναδική. Ήδη, με το “ισορροπημένο” έως και αντιπολιτευτικό σε πολλές περιπτώσεις Mega Channel -το δελτίο ειδήσεων του οποίου με την Ράνια Τζίμα είναι συνήθως πρώτο σε τηλεθέαση), με τις εφημερίδες και τα σάϊτ που ήδη διαθέτει, αλλά και με ΜΜΕ άλλης ιδιοκτησίας που όμως συνδέονται έμμεσα μαζί του, μάλλον δεν θα είχε την ανάγκη να προσθέσει στην μιντιακή τροπαιοθήκη του και την “Ελευθεροτυπία” έναντι, μάλιστα, του ποσού των 8,1 εκατ. ευρώ.
Κινητικότητα
Ως εκ τούτου, αρκετοί καταλήγουν πως η επανέκδοση και επανακυκλοφορία της “Ελευθεροτυπίας” δεν θα είναι μόνο ένα εκδοτικό γεγονός. Θα είναι και ένα πολιτικό γεγονός. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι ο Βαγγέλης Μαρινάκης όχι μόνο θα σεβαστεί την εκδοτική ιστορία του τίτλου που αγόρασε αλλά και θα επιχειρίσει την αναβίωση της πολιτικής γραμμής της, προσαρμοσμένη, βεβαίως, στους σημερινούς πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς. Φαίνεται πως θελει να το κάνει, μένει να διαπιστωθεί εάν μπορεί κιόλας. Κι αυτό επειδή οι εφημερίδες ( το χαρτί, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι) μπορεί να έχουν αφεθεί ανυπεράσπιστες στην επέλαση του διαδικτύου, παραμένουν, όμως, ακόμα μία αναγκαία “πολυτέλεια” και μπορούν να αναδείξουν τις κοινωνικές και πολιτικές τάσεις.
Η νέα “Ελευθεροτυπία”, για παράδειγμα, θα μπορούσε να εκπροσωπήσει αυτό που υπογείως έχει αρχίσει να κινείται αλλά δεν έχει ακόμα εκδηλωθεί. Οι ευρωεκλογές, όπως λένε πολλοί, θα αποτελέσουν την αφετηρία μιας κινητικότητας που μπορεί να οδηγήσει είτε σε συνεργασίες κομμάτων στον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς είτε (και) στην ίδρυση νέου πολιτικού φορέα, κι όλα αυτά για την συγκρότηση μετώπου ως αντίπαλο δέος στη Ν.Δ και για την αποκατάσταση της σημερινής πολιτικής ανισορροπίας. Αυτό, δηλαδή, που φαίνεται να υπάρχει ως “κοινωνική αντιπολίτευση” δεν έχει πολιτική έκφραση.
Αρκετοί υποστηρίζουν -και λογικά- πως η υπερσυγκέντρωση μέσων ενημέρωσης υπό κοινή ιδιοκτησία βλάπτει την πολυφωνία και την ανεξαρτησία. Από την αλλη, όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει στην ιστορία του ελληνικού Τύπου και αναμφίβολα δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο.
Πηγή: Libre.gr