Η ενεργειακή πολιτική της χώρας μας έχει διαχρονικά τρεις βασικούς στόχους: Την εξασφάλιση επαρκούς και όσο το δυνατόν φθηνότερης ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Την απανθρακοποίηση και την προστασία του περιβάλλοντος ώστε να συμβάλει η Ελλάδα στην παγκόσμια προσπάθεια. Επίσης, την αναβάθμιση της γεωστρατηγικής μας θέσης μέσω της ανάδειξης της χώρας σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο.
Της Αλεξάνδρας Σδούκου, Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας
Η κυβέρνηση από το 2019 μέχρι σήμερα προχώρησε σε μια μεγάλη σειρά από μεταρρυθμίσεις και πολιτικές προκειμένου να καταφέρει τους παραπάνω στόχους.
Κατά τη διάρκεια των δύσκολων ετών της ενεργειακής κρίσης στάθηκε με ευαισθησία απέναντι στις ανάγκες των καταναλωτών, προσφέροντας τις υψηλότερες επιδοτήσεις πανευρωπαϊκά με έμφαση στους πιο ευάλωτους. Πλέον, μετά την εξομάλυνση των διεθνών τιμών ενέργειας και την αλλαγή στα τιμολόγια του ρεύματος, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις απολαμβάνουν τιμές αντίστοιχες με ότι προηγήθηκε της κρίσης. Με τον τρόπο αυτό είναι σε θέση να κινηθούν πιο ελεύθερα, ενώ η επίδραση της φθηνότερης ενέργειας στην εθνική οικονομία είναι άκρως θετική στηρίζοντας την ανάπτυξη.
Ταυτόχρονα ως χώρα είμαστε σε θέση να συνδυάσουμε την εθνική προσπάθεια μείωσης των εκπομπών CO2 με το χαμηλότερο κόστος ενέργειας. Οι ΑΠΕ είναι μακράν η πιο οικονομική πηγή ηλεκτροπαραγωγής, άρα κάθε επένδυση που κάνουμε σε αυτές μας επιστρέφεται πολλαπλά σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Τέλος, η προσπάθεια να καταστήσουμε την Ελλάδα ενεργειακό κόμβο είναι κάτι που δεν ποσοτικοποιείται το ίδιο εύκολα όσο οι επενδύσεις στις ΑΠΕ και στην εξοικονόμηση ενέργειας, όμως σίγουρα έχει τα φόντα να βελτιώσει μακροπρόθεσμα και δομικά την εθνική παραγωγή και την οικονομία μας.
Με βάση τα παραπάνω, ως θετικό παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε τα υπεράκτια αιολικά, μια νέα προσπάθεια που ξεκινά σήμερα και θα επιχειρήσει να δημιουργήσει μια εξ ολοκλήρου νέα αγορά στην Ελλάδα. Τα οφέλη εκτείνονται πολύ πέραν των επιχειρήσεων που θα προμηθεύσουν τις ανεμογεννήτριες και θα τις εγκαταστήσουν. Λιμενικές εγκαταστάσεις, ναυπηγεία, βιομηχανίες που παράγουν καλώδια, χάλυβα και σκυρόδεμα, θα επωφεληθούν από τα θαλάσσια αιολικά στα πλαίσια μιας ολόκληρης αλυσίδας αξίας που δεν υπήρχε προηγουμένως.
Με αυτήν ακριβώς τη λογική προσεγγίζουμε στην κυβέρνηση κάθε τι νέο που εμφανίζεται στο “ραντάρ” μας. Να δούμε όχι μόνο το άμεσο όφελος, αλλά την ευρύτερη αξία για την εθνική οικονομία μέσω συνεργειών που συχνά είναι διατομεακές και καταλυτικές.
Ο ρόλος των ελληνικών επιχειρήσεων στο νέο τοπίο που διαμορφώνεται είναι κρίσιμος. Τη στιγμή που οι Βρυξέλλες στηρίζουν απόλυτα κάθε παραγωγή “made in Europe” ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τρίτες χώρες, οφείλουμε να πράξουμε τα μέγιστα για να προωθήσουμε τους δικούς μας παραγωγούς.
Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά συγκριτικά οφέλη: Έχει εξειδικευμένους και καταρτισμένους εργαζόμενους, διαθέτει υψηλό ανανεώσιμο δυναμικό με άφθονο ήλιο και άνεμο, βρίσκεται στην κατάλληλη γεωγραφική θέση, η οικονομία της είναι πλέον σταθερή και προσελκύει επενδύσεις, οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι δραστήριες και συχνά πρωταγωνιστούν διεθνώς. Αυτοί είναι και οι λόγοι που με κάνουν βέβαιη ότι θα πετύχουμε στις προσπάθειές μας.