Ο ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος, μιλώντας στο “Βήμα της Κυριακής” περιέγραψε τις δυνατότητες που (θεωρητικά) υπάρχουν σχετικά με αυτό που ονομάζεται εκλογική συμπόρευση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ (υπό τη νέα ηγεσία του) ως “αντίπαλο δέος” στη Ν.Δ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Θεωρητικά, επειδή ο ίδιος ο καθηγητής επισημαίνει πως πιθανότερο είναι να επικρατήσει τελικά ο “κομματικός πατριωτισμός” περί αυτονομίας, όπως και διότι εκτιμά πως ο Στέφανος Κασσελάκης είναι “μέρος του προβλήματος”.
Όμως, η πρότασή του έχει ενδιαφέρον και την συμμερίζονται κάποιοι εκ των υποψηφίων για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, όπως και αρκετά κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, είτε της λεγόμενης εσωκομματικής αντιπολίτευσης, είτε ο Νίκος Παππάς που εγκαίρως έχει καταθέσει παρόμοια πρόταση.
Τι δηλώνει ο κ. Αλιβιζάτος
Στη Γαλλία προσπαθούν να φτιάξουν κυβέρνηση συνεργασίας με ένα κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα. Στην Ελλάδα, αν κάποτε βρεθούμε σε ανάλογο σκηνικό, τι πιστεύετε ότι θα συμβεί;
«Οταν δεν έχεις την πλειοψηφία, είναι προφανές ότι για να κυβερνηθεί ο τόπος χρειάζεσαι συμμαχίες. Πρέπει τότε να είσαι έτοιμος να κάνεις υποχωρήσεις, με διαβούλευση και διάλογο. Εχει καταντήσει στη χώρα μας οι λέξεις «συναίνεση», «διάλογος», «διαβούλευση» να θεωρούνται ισοδύναμες με την προδοσία. Στη Γαλλία, ο Ραφαέλ Γκλικσμάν κατάφερε να συσπειρώσει τους Σοσιαλιστές πρώτα στις ευρωεκλογές του 2017 και μετά στη δημιουργία του Νέου Λαϊκού Μετώπου. Ως διανοούμενος, δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, ο τύπος που μπορεί να γίνει πρωθυπουργός. Θα μπορούσε ωστόσο να παίξει ρόλο στην άμβλυνση των αντιθέσεων. Τέτοιο ρόλο σε εμάς δυσκολεύομαι να δω ποιος θα μπορούσε να τον παίξει. Τον διεκδικεί ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος, τελευταία, προσπαθεί να δώσει την εικόνα ενός μετριοπαθούς πολιτικού. Είναι ωστόσο πολύ νωπή ακόμη η θητεία του και, προπάντων, η στάση του την πενταετία 2010-2015. Πιστεύω ότι ίσως διεκδικήσει παρόμοιο ρόλο και η Αννα Διαμαντοπούλου».
Θα μπορέσει να παίξει ρόλο η Κεντροαριστερά αν συνεχίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να κυριαρχεί στο Κέντρο;
«Πιστεύω ότι τα προβλήματα το 2027, αν όχι νωρίτερα, θα τεθούν με ιδιαίτερη έμφαση. Η τρίτη τετραετία στη νεοελληνική ιστορία είναι σπανιότατο φαινόμενο. Υπάρχει εύλογη φθορά. Μετά από μια οκταετία ο κόσμος θέλει αλλαγή. Ορισμένοι στη ΝΔ πιστεύουν ότι αν αλλάξουν ηγέτη θα εξασφαλίσουν μια ακόμα τετραετία. Δεν το πολυπιστεύω, διότι θα είναι το ίδιο κόμμα με τους ίδιους ανθρώπους και την ίδια λίγο-πολύ πολιτική. Για την Κεντροαριστερά, δύο είναι οι στρατηγικές που προσφέρονται. Η μία είναι να μείνουν τα κόμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ, περιχαρακωμένα στον εαυτό τους, επιδιώκοντας να διευρυνθούν, ώστε να μπορέσει, μόνο του το καθένα, να αντιμετωπίσει την Κεντροδεξιά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η άλλη στρατηγική είναι να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους και να προχωρήσουν όλοι μαζί. Εχω την εντύπωση ότι οι παραδόσεις μας στην Ελλάδα ωθούν προς την πρώτη στρατηγική, προς τον κομματικό πατριωτισμό. Δεν είδατε πώς λειτούργησε το 2023 η απλή αναλογική; Αντί για σύγκλιση, κάθε κόμμα επιδίωξε να αυξήσει τα ποσοστά του. Οσο μένουν σε αυτή τη νοοτροπία, η ΝΔ, που είναι πιο συμπαγής – για να μην πω και πιο σοβαρή! – θα συνεχίσει να κυριαρχεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είτε μόνη της είτε με τη συνδρομή του κ. Βελόπουλου. Κάτι που, δεν σας κρύβω, με ανησυχεί. Αυτά είναι τα κρίσιμα διλήμματα, που θα πρέπει να τεθούν με το όνομά τους στις συνεχιζόμενες ενδοκομματικές αντιπαραθέσεις και στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠαΣοΚ».
Βλέπετε προοπτική συνεννόησης του σημερινού ΠαΣοΚ, όποιον και αν έχει αρχηγό, με τον ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη;
«Για τον Στέφανο Κασσελάκη πιστεύω ότι όσο παρατείνεται η παραμονή του στην Ελλάδα τόσο δεν θα υπάρχει λύση. Είναι μέρος του προβλήματος. Ακόμη και αν έχει τις καλύτερες προθέσεις, το συγκεκριμένο άτομο δεν μπορεί να δώσει οποιαδήποτε προοπτική, γιατί είναι εκτός ελληνικής πραγματικότητας. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι κάποια πράγματα δεν μαθαίνονται από τη μια στιγμή στην άλλη. Οπως είπα, η παράδοσή μας είναι ο κομματικός πατριωτισμός. Η συγχώνευση είναι δύσκολη, θα έλεγα σχεδόν αδύνατη. Ούτε όμως και σύμπηξη μιας συμμαχίας, ενός συνασπισμού, αφού δεν τον ευνοεί ο εκλογικός νόμος. Σας θυμίζω ότι οι συνασπισμοί δεν παίρνουν το μπόνους των επιπλέον εδρών. Αν και ριψοκίνδυνη, υπάρχει ωστόσο μια λύση: ΣΥΡΙΖΑ και ΠαΣοΚ να μην κατεβάσουν υποψηφίους στις επόμενες εκλογές, αλλά να συγκροτήσουν ένα τρίτο κόμμα, με νέο όνομα και συλλογική ηγεσία, επιφυλασσόμενα, όπως στη Γερμανία, να προτείνουν κάποιον άλλον για πρωθυπουργό. Το κόμμα αυτό θα μπορούσε να διεκδικήσει την εξουσία, ενώ παράλληλα τα δύο ιδρυτικά θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν. Εκλογικά, το σχήμα αυτό μπορεί να λειτουργήσει. Διερωτώμαι, εν τούτοις, με ποιο πρόγραμμα και με ποια πολιτική προοπτική».