Ο Τεντόγλου συνδυάζει τις ιδιότητες του υπεραθλητή με του παιδιού της διπλανής πόρτας, του Ολυμπιονίκη με του κουλ τυπά, που δεν την έχει ψωνίσει από τις επιτυχίες.
Του Δημήτρη Τσίρκα*
Είναι παγκοσμίως ξεχωριστός και συνάμα «ένας από εμάς», ένα λαϊκό είδωλο.
Για αυτό, άλλωστε, όλοι τον αποκαλούν με το μικρό του – ο Μίλτος, όχι ο Τεντόγλου. Είναι και πρωταθλητής και για μπύρες.
Τιμά επίσης τη χώρα του, χωρίς να ξεπέφτει στον εθνικισμό ή τον βιολογισμό (το DNA των Ελλήνων), όπως τόσοι άλλοι έχουν κάνει στη θέση του.
Ούτε αναπαράγει την παραδοσιακή κλάψα του «περιούσιου», πλην όμως, αιωνίως αδικημένου λαού.
Με τον τρόπο του κάνει τα μετάλλια και τις διακρίσεις να φαντάζουν απλή υπόθεση, σαν κάτι που μπορεί να πετύχει ο οποιοσδήποτε, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
Ο οποιοδήποτε; Όχι, δεν μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε αυτά που κάνει ο Τεντόγλου. Ούτε εκείνος, όμως, τα πετυχαίνει εύκολα και άκοπα, όπως «παραπλανά» το άνετο στιλ του.
Ο πρωταθλητισμός απαιτεί ατελείωτες προπονήσεις, αυστηρή διατροφή και στρατιωτική πειθαρχία, μαζί με ιδιαίτερες σωματικές ικανότητες και πολύ ταλέντο.
Αυτά, φυσικά, τα γνωρίζουν και όσοι τον θαυμάζουν. Αφήνονται, ωστόσο, να παρασυρθούν από την άνεση και την ευκολία του.
Ο Τεντόγλου κάνει το υπεράνθρωπο να φαντάζει απλό, το ξεχωριστό να δείχνει (και να είναι) οικείο.
Θυμίζει υπερήρωα κόμικ που τα πρωινά είναι ένας καθημερινός άνθρωπος και το βράδυ σώζει τον κόσμο.
Ο Τεντόγλου, βέβαια, δεν σώζει κανέναν, αλλά δείχνει πώς μπορείς να είσαι σπουδαίος, χωρίς να είσαι ψώνιο, πώς να διακρίνεσαι σε κάτι εντελώς ανούσιο, αλλά να γίνεσαι το πιο αξιόλογο παράδειγμα για όλους.
Δείχνει κάτι που λείπει πολύ περισσότερο από τα μετάλλια και τις διακρίσεις – πώς να είσαι καλός άνθρωπος.
*Αναδημοσίευση από το Facebook