Της Σοφίας Κουνενάκη Εφραίμογλου, προέδρου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών
Την τελευταία πενταετία, η ελληνική οικονομία επιτυγχάνει σταθερά υψηλότερους ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ της σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ την ίδια περίοδο – σύμφωνα με τον δείκτη Business Environment Index της Μονάδας Μελετών και Ανάλυσης του Economist (EIU) – η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη βελτίωση στο επιχειρηματικό της περιβάλλον, μεταξύ 82 χωρών. Σήμερα, παρά την έντονη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τις συνθήκες επιβράδυνσης στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει καλύτερες επιδόσεις, ως προς το ρυθμό ανάπτυξης.
Ωστόσο, σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που επιδεινώνεται, δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού. Οι συνεχιζόμενες συγκρούσεις στην Ουκρανία και το ενδεχόμενο περαιτέρω εξάπλωσης του πολέμου στη Μέση Ανατολή, προκαλούν ανησυχία για νέες αρνητικές επιπτώσεις στον ενεργειακό τομέα και στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Σε εγχώριο επίπεδο, προβληματισμό προκαλούν μια σειρά από ζητήματα – συγκυριακά όσο και δομικά – όπως, ο επίμονος πληθωρισμός σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες, η διεύρυνση του ελλείμματος στο εξωτερικό ισοζύγιο, αλλά και η εντεινόμενη δυσκολία εύρεσης ανθρώπινου δυναμικού και η αναντιστοιχία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς δεξιοτήτων.
Επίσης, παρά το ότι η Ελλάδα πέτυχε την τριετία 2021 – 2023 σωρευτική αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 18,6%, το χάσμα που δημιουργήθηκε εξαιτίας των αλλεπάλληλων κρίσεων της προηγούμενης 15ετίας, παραμένει μεγάλο. Για να καλυφθεί, θα πρέπει το ΑΕΠ της χώρας να συνεχίσει να μεγεθύνεται ταχύτερα σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ-27, για αρκετά ακόμη χρόνια.
Ζητούμενο, επομένως, είναι να διασφαλίσουμε όρους για ισχυρή και διατηρήσιμη ανάπτυξη, η οποία θα είναι ανθεκτική απέναντι στους εντεινόμενους εξωγενείς κινδύνους. Το κλειδί για να επιτύχουμε αυτό το στόχο είναι η περαιτέρω ταχύρρυθμη αύξηση, αλλά και η ποιοτική βελτίωση των επενδύσεων, ώστε να υποστηρίζουν την ανάγκη για εξωστρεφή μετασχηματισμό του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας.
Οι συνθήκες για να επιταχύνουμε τα βήματά μας είναι ευνοϊκές, καθώς ελληνική οικονομία έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της, η χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχει αποκατασταθεί, ενώ η υλοποίηση των προγραμμάτων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και του ΕΣΠΑ λειτουργεί ως ανάχωμα στις εξωτερικές πιέσεις.
Η μεγάλη πρόκληση είναι να αξιοποιήσουμε σωστά αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, ώστε να προωθήσουμε περισσότερες ποιοτικές επενδύσεις σε υποδομές, σε νέες τεχνολογίες και μεθόδους παραγωγής, στην αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Χρειάζεται, ταυτόχρονα, να προχωρήσουν ταχύτερα οι μεταρρυθμίσεις με στόχο την αναβάθμιση της λειτουργίας του κράτους, των θεσμών, των αγορών και των επιχειρήσεων και να συνεχιστούν οι πολιτικές για την βελτίωση του επενδυτικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος: με ανταγωνιστική φορολόγηση των επιχειρήσεων και της εργασίας, επιτάχυνση των επενδύσεων και των πολιτικών για τη μείωση του κόστους της ενέργειας, αναβάθμιση των δημοσίων υποδομών και μέριμνα για την προστασία από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης.
Με συνένωση δυνάμεων, με τολμηρή και συνεπή μεταρρυθμιστική ατζέντα, με προσήλωση σε ένα εξωστρεφές, βιώσιμο παραγωγικό υπόδειγμα, με πίστη στο όραμα και στις ικανότητες των ελληνικών επιχειρήσεων, μπορούμε να στηρίξουμε την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας σε ακόμη ισχυρότερες βάσεις. Να διασφαλίσουμε τους όρους για καλύτερα εισοδήματα και περισσότερες ευκαιρίες για ευημερία και προκοπή.