Τη μεγάλη σημασία που έχει για τον ελληνικό λαό το ζήτημα των Πολεμικών Αποζημιώσεων και του Κατοχικού Δανείου, το οποίο παραμένει εκκρεμές, έθεσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κατά τη συνάντησή της με τον Πρόεδρο της Γερμανίας Φράνκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ στο Προεδρικό Μέγαρο.
Ειδικότερα, η κ. Σακελλαροπούλου επισήμανε ότι «Η ελληνογερμανική φιλία στηρίζεται στον ειλικρινή διάλογο και στον αλληλοσεβασμό. Στο πνεύμα αυτό, θα ήθελα να τονίσω, με βάση και την σχετική απόφαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου του 2019, τη μεγάλη σημασία που έχει για τον ελληνικό λαό το ζήτημα των Πολεμικών Αποζημιώσεων και του Κατοχικού Δανείου, το οποίο παραμένει εκκρεμές».
Παράλληλα, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας σημείωσε ότι «Όπως, άλλωστε, δείχνει η κοινή χθεσινή μας παρουσία στο Μουσείο του Ολοκαυτώματος στη Θεσσαλονίκη, καθώς και η αυριανή μετάβασή σας στη μαρτυρική Κάνδανο, είναι ανάγκη να συζητάμε με παρρησία για τα ανοιχτά τραύματα του παρελθόντος. Η επούλωσή τους θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τις διμερείς μας σχέσεις στο μέλλον».
Εν συνεχεία, υπογράμμισε ότι «Η Ελλάδα πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας στην ανατολική Μεσόγειο επιδιώκει σχέσεις καλής γειτονίας και ειρηνική επίλυση των διαφορών. Στο πλαίσιο αυτό, προσδοκούμε από σημαντικούς φίλους, όπως η Γερμανία, την επίδειξη συμμαχικής αλληλεγγύης και κατανόησης ευαίσθητων ισορροπιών στην περιοχή».
Στο ίδιο πλαίσιο η κ. Σακελλαροπούλου ανέφερε ότι «Με τις πολλαπλές κρίσεις της εποχής μας, όπως ιδίως, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία και η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή καθίσταται περισσότερο αναγκαίος από ποτέ ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και πρόσθεσε ότι «οι εξελίξεις αυτές θυμίζουν σε όλους μας την αξία μιας Ευρώπης ενωμένης, ισχυρής και στρατηγικά αυτόνομης».
Υποστήριξε, επίσης, ότι «Ταυτόχρονα, οι σύγχρονες προκλήσεις, όπως η κλιματική κρίση και το Μεταναστευτικό, απαιτούν συντονισμένη δράση, τόσο πανευρωπαϊκά όσο και παγκόσμια επί τη βάση των αρχών της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των βαρών. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε τις Δημοκρατίες μας αποτελεσματικά από τα ανησυχητικά φαινόμενα έξαρσης λαϊκισμού, εθνικισμού και μισαλλοδοξίας».
Η κ. Σακελλαροπούλου ανέφερε ακόμη ότι διατηρεί τις καλύτερες αναμνήσεις από την επίσκεψή της στο Βερολίνο, πριν από δυο χρόνια και τόνισε ότι «Ελλάδα και Γερμανία, εταίροι και σύμμαχοι πρεσβεύουν κοινές αρχές και αξίες και συνεργάζονται στενά, τόσο διμερώς όσο και στο πλαίσιο διεθνών Οργανισμών για την ειρήνη, τη σταθερότητα και την πρόοδο» και εξέφρασε την ικανοποίησή της για το υψηλό επίπεδο διμερούς συνεργασίας σε τομείς, όπως η οικονομία, το εμπόριο, η παιδεία και ο πολιτισμός.
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Γερμανίας Φράνκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ, αφού ευχαρίστησε την κ. Σακελλαροπούλου για την πρόσκληση και την θερμή υποδοχή, τόνισε ότι Ελλάδα και Γερμανία έχουν κοινές αξίες, τις οποίες και τιμούν και εξέφρασε τη χαρά του για το γεγονός, ότι η Ελληνίδα ομόλογός του τον προσκάλεσε να συμμετάσχει στη χθεσινή εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη. Όπως είπε, «Μια πόλη, με την οποία με συνδέουν πολλά πράγματα, και το αναφέρατε ήδη, ιδίως αναφορικά με τη γερμανική ευθύνη, με τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι Γερμανοί πριν και κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου».
Ειδικότερα, για το θέμα των αποζημιώσεων υποστήριξε ότι «Όσον αφορά στη νομική μας θέση επί του ζητήματος των επανορθώσεων, διαφέρει, κυρία Πρόεδρε το γνωρίζετε. Εμείς, είμαστε της άποψης ότι νομικά αυτό το θέμα θεωρείται λήξαν, ωστόσο παραμένουμε δεσμευμένοι απέναντι στην ιστορική μας ευθύνη, όχι μόνο αναφορικά με τη Θεσσαλονίκη αλλά και αλλού».
Όπως είπε, «Αυτός ήταν και ο λόγος που με ώθησε να έρθω σε επαφή με τους εναπομείναντες στη Θεσσαλονίκη, με την Εβραϊκή Κοινότητα και να συζητήσουμε πώς θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε ένα Μνημείο για τους ανθρώπους που χάθηκαν. Αυτή αποτέλεσε και την εκκίνηση αν θέλετε της όλης ιδέας να δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα Μουσείο, όχι μόνο αναφορικά με τα θύματα του Ολοκαυτώματος αλλά και όλα τα θύματα της Γερμανικής Κατοχής. Και ευχαριστώ ιδιαίτερα για το γεγονός, ότι τόσο η Ελλάδα, όσο και η ελληνική κυβέρνηση δηλαδή, ιδρύματα ιδιωτικά, αλλά και με την υποστήριξη της Γερμανίας μπορούμε τώρα να υλοποιήσουμε αυτό το έργο, του οποίου την πρόοδο διαπιστώσαμε χθες στη Θεσσαλονίκη».
Παράλληλα, ο κ. Σταϊνμάιερ σημείωσε, ότι «Ωστόσο δεν υλοποιήσαμε μόνο αυτό το έργο, δεν ξεκινήσαμε μόνο με αυτό δημιουργώντας ένα Μουσείο για το Ολοκαύτωμα. Αυτό που ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ήταν συνοδευτικό, είναι η συμπερίληψη της νέας γενιάς, των νέων ανθρώπων, δηλαδή τη θύμηση και τη μνήμη».
Ειδικότερα, υπενθύμισε, ότι «Το 2015, και συγκεκριμένα σε μια Συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας ιδρύσαμε το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας, το οποίο θα πρέπει να το στηρίξουμε και στο μέλλον. Έχουμε, επίσης, ιδρύσει το Ταμείο για το Μέλλον, το οποίο πάλι συνοδεύεται από άτομα στρατευμένα που θέλουν να προάγουν τη μνήμη και τη θύμηση».
Αναφερόμενος στην αυριανή του επίσκεψη στην Κρήτη, τόνισε χαρακτηριστικά: «Επίσης, αύριο κυρία Πρόεδρε, το γνωρίζετε, θα μεταβώ στην Κρήτη θα επισκεφθώ ένα από τα μαρτυρικά χωριά και θα μιλήσω δημοσίως αναφερόμενος στην ευθύνη που φέρουμε εμείς οι Γερμανοί απέναντι στα θύματα και απέναντι στα όσα έγιναν. Είναι ένα δύσκολο θέμα, το οποίο ωστόσο παραμένει στη σχέση μας του παρόντος, ένα θέμα το οποίο αναλαμβάνει πολύ σημαντικό ρόλο και δεν θα ήθελα να το αποφύγω».
Ως προς τα άλλα θέματα των διμερών σχέσεων, ο Πρόεδρος της Γερμανίας σημείωσε ότι «Η χρονιά αυτή που διανύουμε είναι ιστορικής σημασίας για εμάς, γιορτάζουμε τα 150 χρόνια από την ίδρυση του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, που το μεσημέρι σήμερα θα επισκεφθούμε σε μια εορταστική επέτειο. Όχι μόνο τα 150 χρόνια της ίδρυσης της Αρχαιολογικής Σχολής είναι κάτι που οφείλει να γιορτάσουμε αλλά και το γεγονός ότι Γερμανοί αρχαιολόγοι έχουν επιφορτιστεί εδώ και 150 χρόνια με την έρευνα και την εργασία πάνω σε αυτά τα θέματα, είναι κάτι το οποίο και αυτό θα μνημονεύσουμε και θα γιορτάσουμε φέτος».
Ακολούθως, αναφέρθηκε στην οικονομική και εμπορική συνεργασία μεταξύ των δυο χωρών και τόνισε ότι κατά τη χθεσινή του επίσκεψη σε φαρμακευτική εταιρία διαπίστωσε πόσο έντονο και μεγάλο παραμένει το ενδιαφέρον για επενδύσεις από γερμανικής πλευράς.
Κλείνοντας ο κ. Σταϊνμάιερ εξέφρασε τη χαρά του για την ευκαιρία, που του δίνεται, να συζητήσει με την Ελληνίδα ομόλογό του, για όλα τα άλλα ζητήματα, τις μεγάλες κρίσεις που ταλανίζουν την εποχή μας, αντιπαραθέσεις που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και αναφέρθηκε τόσο στον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, όσο και στην κρίση στη Μέση Ανατολή.