Τα ερωτήματα για την επόμενη ημέρα των εκλογών στις ΗΠΑ είναι πολλά, είτε με Κάμαλα Χάρις, είτε με Τραμπ. Από τη μία τα εσωτερικά θέματα των ΗΠΑ, από την άλλη οι καταιγιστικές εξελίξεις στους πολέμους στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Θα συνεχίσει η Καμάλα Χάρις, αν εκλεγεί νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, στα βήματα του Τζο Μπάιντεν με την πεποίθησή της ότι «σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς, είναι σαφές ότι η Αμερική δεν μπορεί να υποχωρήσει»; Ή θα επιλέξουν τον Ντόναλντ Τραμπ με την ελπίδα ότι «ο αμερικανισμός, όχι η παγκοσμιοποίηση» θα δείξει το δρόμο;
Το βασικό ερώτημα όμως στα χείλη όλων είναι τι θα σημαίνει το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών για τον πλανήτη σε μια σειρά από «καυτά ζητήματα» όπως η Μέση Ανατολή, η Ουκρανία αλλά και πολλά ακόμα.
Ζούμε σε έναν κόσμο όπου η αξία της παγκόσμιας επιρροής των ΗΠΑ τίθεται υπό αμφισβήτηση, γράφει σε ανάλυσή του το BBC.
Οι περιφερειακές δυνάμεις ακολουθούν το δικό τους δρόμο, τα αυταρχικά καθεστώτα συνάπτουν τις δικές τους συμμαχίες και οι καταστροφικοί πόλεμοι στη Γάζα, την Ουκρανία και αλλού εγείρουν άβολα ερωτήματα σχετικά με την αξία του ρόλου της Ουάσινγκτον.
Αλλά η Αμερική έχει σημασία λόγω της οικονομικής και στρατιωτικής της ισχύος και του σημαντικού της ρόλου σε πολλές συμμαχίες.
Η ανάλυση του BBC παρουσιάζει ποιες θα είναι οι παγκόσμιες συνέπειες αυτών των πολυαναμενόμενων εκλογών.
Η στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ
«Δεν μπορώ να ωραιοποιήσω αυτές τις προειδοποιήσεις», λέει η Rose Gottemoeller, πρώην αναπληρώτρια γενική γραμματέας του ΝΑΤΟ.
«Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο εφιάλτης της Ευρώπης, με τον απόηχο της απειλής του να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ στα αυτιά όλων».
Οι αμυντικές δαπάνες της Ουάσινγκτον ανέρχονται στα δύο τρίτα των στρατιωτικών προϋπολογισμών των 31 άλλων μελών του ΝΑΤΟ. Πέρα από το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ δαπανούν περισσότερα για τον στρατό τους από ό,τι οι επόμενες 10 χώρες του κόσμου μαζί, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Ρωσίας.
Ο Τραμπ υπερηφανεύεται ότι παίζει σκληρό παιχνίδι για να αναγκάσει τις άλλες χώρες του ΝΑΤΟ να εκπληρώσουν τους στόχους των δαπανών τους, που είναι το 2% του ΑΕΠ τους – μόνο 23 από τα κράτη μέλη έχουν επιτύχει αυτόν τον στόχο το 2024. Αλλά οι αλλοπρόσαλλες δηλώσεις του εξακολουθούν να προκαλούν τρακ.
Εάν κερδίσει η Χάρις, η κ. Gottemoeller πιστεύει ότι «το ΝΑΤΟ θα βρίσκεται αναμφίβολα σε καλά χέρια στην Ουάσινγκτον».
Αλλά έχει και εκεί ένα ζήτημα: «Θα είναι έτοιμη να συνεχίσει να συνεργάζεται με το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση για την επίτευξη της νίκης στην Ουκρανία, αλλά δεν θα κάνει πίσω στην πίεση [των δαπανών] προς την Ευρώπη».
Όμως η ομάδα της Χάρις στον Λευκό Οίκο θα πρέπει να κυβερνήσει με τη Γερουσία ή με τη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά και τα δύο σώματα θα μπορούσαν σύντομα να βρεθούν στα χέρια των Ρεπουμπλικανών και θα είναι λιγότερο πρόθυμοι να υποστηρίξουν τους εξωτερικούς πολέμους από ό,τι οι Δημοκρατικοί ομόλογοί τους.
Υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση ότι ανεξάρτητα από το ποιος θα γίνει πρόεδρος, η πίεση θα αυξηθεί στο Κίεβο για να βρει τρόπους να βγει από αυτόν τον πόλεμο, καθώς οι νομοθέτες των ΗΠΑ γίνονται όλο και πιο απρόθυμοι να περάσουν τεράστια πακέτα βοήθειας.
Ό,τι κι αν συμβεί, η κ. Gottemoeller λέει: «Δεν πιστεύω ότι το ΝΑΤΟ πρέπει να διαλυθεί. Η Ευρώπη θα πρέπει να βγει μπροστά για να ηγηθεί».
Μέση Ανατολή και Ουκρανία
Ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ θα πρέπει να εργαστεί σε έναν κόσμο που αντιμετωπίζει τον μεγαλύτερο κίνδυνο αντιπαράθεσης μεγάλων δυνάμεων από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
«Οι ΗΠΑ παραμένουν ο πιο σημαντικός διεθνής παράγοντας σε θέματα ειρήνης και ασφάλειας», λέει η Comfort Ero, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του International Crisis Group. Ωστόσο κρατά μια επιφύλαξη, «αλλά η δύναμή τους να συμβάλουν στην επίλυση των συγκρούσεων έχει μειωθεί».
Οι πόλεμοι γίνονται όλο και πιο δύσκολο να τερματιστούν.
Πόλεμοι όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία έλκουν πολλαπλές δυνάμεις, και συγκρούσεις όπως στο Σουδάν φέρνουν αντιμέτωπους περιφερειακούς παίκτες με ανταγωνιστικά συμφέροντα, και ορισμένοι επενδύουν περισσότερο στον πόλεμο παρά στην ειρήνη.
Η Αμερική χάνει το ηθικό πλεονέκτημα, λέει η κ. Ero. «Οι παγκόσμιοι παράγοντες παρατηρούν ότι εφαρμόζει μία νόρμα στις ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία και μιαν άλλη στις ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα. Ο πόλεμος στο Σουδάν είναι γεμάτος με τρομερές φρικαλεότητες, αλλά αντιμετωπίζεται ως ζήτημα δεύτερης τάξης».
Μια νίκη της Χάρις, λέει, «αντιπροσωπεύει τη συνέχεια της σημερινής κυβέρνησης». Αν νικήσει ο Τραμπ, «μπορεί να δώσει στο Ισραήλ ακόμη πιο ελεύθερα χέρια στη Γάζα και αλλού. Επίσης έχει αφήσει να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να προσπαθήσει να κλείσει μια συμφωνία για την Ουκρανία με τη Μόσχα, υπερπηδώντας το Κίεβο».
Όσον αφορά τη Μέση Ανατολή, η υποψήφια των Δημοκρατικών έχει επανειλημμένα επαναλάβει τη σταθερή υποστήριξη του Μπάιντεν στο «δικαίωμα του Ισραήλ να υπερασπιστεί τον εαυτό του». Αλλά έχει επίσης φροντίσει να τονίσει ότι «οι δολοφονίες αθώων Παλαιστινίων πρέπει να σταματήσουν».
Ο Τραμπ έχει επίσης δηλώσει ότι ήρθε η ώρα «να επιστρέψουμε στην ειρήνη και να σταματήσουμε να σκοτώνουμε ανθρώπους». Αλλά φέρεται να είπε στον Ισραηλινό ηγέτη Μπενιαμίν Νετανιάχου να «κάνει αυτό που πρέπει να κάνει».
Ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος υπερηφανεύεται ότι είναι ειρηνοποιός. «Θα έχω ειρήνη στη Μέση Ανατολή, και σύντομα», υποσχέθηκε σε συνέντευξή του στην τηλεόραση Al Arabiya της Σαουδικής Αραβίας το βράδυ της Κυριακής.
Έχει υποσχεθεί να επεκτείνει τις «Συμφωνίες του Αβραάμ το 2020» (σ.σ. Οι συμφωνίες του Ισραήλ με τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν). Αυτές οι διμερείς συμφωνίες εξομάλυναν τις σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και κάποιων αραβικών κρατών, αλλά θεωρήθηκε ευρέως ότι παραγκώνισαν τους Παλαιστίνιους και τελικά συνέβαλαν στην τρέχουσα πρωτοφανή κρίση.
Όσον αφορά στην Ουκρανία, ο Τραμπ δεν κρύβει ποτέ τον θαυμασμό του για ισχυρούς άνδρες όπως ο Ρώσος Βλαντίμιρ Πούτιν. Έχει ξεκαθαρίσει ότι θέλει να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία και μαζί με αυτόν και την ισχυρή στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη των ΗΠΑ στην Ουκρανία. «Θα βγω έξω. Πρέπει να βγούμε έξω», επέμεινε σε πρόσφατη συγκέντρωση.
Αντίθετα, η Χάρις δήλωσε: «Ήμουν περήφανη που στάθηκα στο πλευρό της Ουκρανίας. Θα συνεχίσω να στέκομαι στο πλευρό της Ουκρανίας. Και θα εργαστώ για να διασφαλίσω ότι η Ουκρανία θα επικρατήσει σε αυτόν τον πόλεμο».
Αλλά η κ. Έρο ανησυχεί ότι, ανεξάρτητα από το ποιος θα εκλεγεί, τα πράγματα στον κόσμο θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα.
Οι business με το Πεκίνο
«Το μεγαλύτερο σοκ στην παγκόσμια οικονομία εδώ και δεκαετίες». Αυτή είναι η άποψη του, κορυφαίου μελετητή της Κίνας, Rana Mitter, σχετικά με τους προτεινόμενους δασμούς 60% του Τραμπ σε όλα τα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα.
Η επιβολή απότομου κόστους στην Κίνα, και σε πολλούς άλλους εμπορικούς εταίρους, ήταν μία από τις πιο επίμονες απειλές του Τραμπ στο πλαίσιο της προσέγγισής του «πρώτα η Αμερική».
Αλλά ο Τραμπ προβάλλει επίσης αυτό που θεωρεί ως τη δική του ισχυρή προσωπική σχέση με τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.
Δήλωσε στη συντακτική επιτροπή της Wall Street Journal ότι δεν θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία, εάν το Πεκίνο προχωρήσει σε αποκλεισμό της Ταϊβάν, επειδή ο Κινέζος ηγέτης «με σέβεται και ξέρει ότι είμαι [expletive] τρελός».
Αλλά τόσο οι κορυφαίοι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί είναι γεράκια. Και οι δύο θεωρούν ότι το Πεκίνο είναι αποφασισμένο να προσπαθήσει να επισκιάσει την Αμερική ως την πιο σημαντική δύναμη.
Όμως ο κ. Mitter, Βρετανός ιστορικός που κατέχει την έδρα ST Lee στις σχέσεις ΗΠΑ-Ασίας στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ, βλέπει κάποιες διαφορές.
Με την Χάρις, λέει, «οι σχέσεις πιθανότατα θα εξελιχθούν γραμμικά από εκεί που βρίσκονται τώρα». Αν κερδίσει ο Τραμπ, πρόκειται για ένα πιο «ρευστό σενάριο». Για παράδειγμα, όσον αφορά την Ταϊβάν, ο κ. Mitter επισημαίνει την αμφιθυμία του Τράμπ για το αν θα έρθει να υπερασπιστεί ένα νησί μακριά από την Αμερική.
Οι ηγέτες της Κίνας πιστεύουν ότι τόσο ο Χάρις όσο και ο Τραμπ θα είναι σκληροί. Ο Mitter βλέπει ότι «μια μικρή ομάδα καθεστωτικών τύπων προτιμά την Harris γιατί είναι “καλύτερος ο αντίπαλος που ξέρεις”. Μια σημαντική μειοψηφία βλέπει τον Τραμπ ως έναν επιχειρηματία του οποίου η απρόβλεπτη συμπεριφορά μπορεί απλώς να σημαίνει μια μεγάλη συμφωνία με την Κίνα, όσο απίθανο κι αν φαίνεται αυτό».
Κλιματική κρίση
«Οι αμερικανικές εκλογές έχουν τεράστια σημασία όχι μόνο για τους πολίτες τους αλλά για ολόκληρο τον κόσμο, λόγω της επιτακτικής ανάγκης της κλιματικής κρίσης και της κρίσης της φύσης», λέει η Mary Robinson, πρόεδρος των Πρεσβυτέρων (ομάδα παγκόσμιων ηγετών που ιδρύθηκε από τον Νέλσον Μαντέλα) και πρώην πρόεδρος της Ιρλανδίας και πρώην Ύπατη Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Αλλά καθώς οι τυφώνες Milton και Helene μαίνονταν, ο Τραμπ χλεύασε τα περιβαλλοντικά σχέδια και τις πολιτικές για την αντιμετώπιση αυτής της κλιματικής έκτακτης ανάγκης ως «μία από τις μεγαλύτερες απάτες όλων των εποχών». Πολλοί αναμένουν ότι θα αποσυρθεί από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, του 2015, όπως έκανε kai στην πρώτη του θητεία.
Ωστόσο, η κ. Robinson πιστεύει ότι ο Τραμπ δεν μπορεί να σταματήσει τη δυναμική που συγκεντρώνει τώρα. «Δεν μπορεί να σταματήσει την ενεργειακή μετάβαση των ΗΠΑ και να αντιστρέψει τα δισεκατομμύρια δολάρια σε πράσινες επιδοτήσεις… ούτε μπορεί να σταματήσει το ακούραστο, μη ομοσπονδιακό, κίνημα για το κλίμα».
Η Robinson κάλεσε επίσης τη Χάρις, η οποία δεν έχει ακόμη εξειδικεύσει τη δική της στάση, να αναλάβει «ηγετικό ρόλο, να αξιοποιήσει τη δυναμική των τελευταίων ετών και να παρακινήσει άλλους μεγάλους ρυπαντές να επιταχύνουν το ρυθμό».
Ανθρωπιστική ηγεσία
«Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών έχει τεράστια σημασία, δεδομένης της απαράμιλλης επιρροής που ασκούν οι ΗΠΑ, όχι μόνο μέσω της στρατιωτικής και οικονομικής ισχύος τους, αλλά και μέσω της δυνατότητάς τους να ηγούνται με ηθικό κύρος στην παγκόσμια σκηνή», λέει ο Martin Griffiths, βετεράνος διαμεσολαβητής σε συγκρούσεις, ο οποίος, μέχρι πρόσφατα, ήταν Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ για Ανθρωπιστικές Υποθέσεις και Συντονιστής Έκτακτης Βοήθειας.
Βλέπει μεγαλύτερο φως αν κερδίσει η Χάρις και λέει ότι «μια επιστροφή του Τραμπ που χαρακτηρίζεται από απομονωτισμό και μονομέρεια, στην προεδρία, δεν προσφέρει παρά μόνο εμβάθυνση της παγκόσμιας αστάθειας».
Ωστόσο, επικρίνει την κυβέρνηση Μπάιντεν-Χάρις, αναφέροντας τη «διστακτικότητά» της σχετικά με την επιδείνωση της κατάστασης στη Μέση Ανατολή.
Οι επικεφαλής των οργανισμών βοήθειας έχουν επανειλημμένα καταδικάσει τη δολοφονική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου εναντίον Ισραηλινών αμάχων. Αλλά έχουν επίσης επανειλημμένα καλέσει τις ΗΠΑ να κάνουν πολύ περισσότερα για να τερματιστεί η βαθιά δυστυχία των αμάχων στη Γάζα καθώς και στο Λίβανο.
Ο Μπάιντεν και οι κορυφαίοι αξιωματούχοι του ζητούσαν συνεχώς να εισρεύσει περισσότερη βοήθεια στη Γάζα και κατά καιρούς έκαναν τη διαφορά. Αλλά οι επικριτές τους λένε ότι η βοήθεια και η πίεση δεν ήταν ποτέ αρκετή.
Οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος δωρητής όσον αφορά το σύστημα του ΟΗΕ. Το 2022, παρείχαν το ποσό ρεκόρ των 18,1 δισ. δολαρίων. Αλλά στην πρώτη θητεία του, ο Τραμπ έκοψε τη χρηματοδότηση για αρκετούς οργανισμούς του ΟΗΕ και αποχώρησε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Άλλοι δωρητές έσπευσαν να καλύψουν τα κενά – αυτό ακριβώς ήθελε να συμβεί ο Τραμπ.
Αλλά ο Griffiths εξακολουθεί να πιστεύει ότι η Αμερική είναι μια απαραίτητη δύναμη.
«Σε μια εποχή παγκόσμιων συγκρούσεων και αβεβαιότητας, ο κόσμος περιμένει από τις ΗΠΑ να ανταποκριθούν στην πρόκληση της υπεύθυνης και με αρχές ηγεσίας… Απαιτούμε περισσότερα. Αξίζουμε περισσότερα. Και τολμάμε να ελπίζουμε σε περισσότερα».