Πάνω από 250.000 αναγνώστες της ψηφιακής ή της χάρτινης έκδοσης της Washington Post αποφάσισαν να ακυρώσουν τη συνδρομή τους μετά την ανακοίνωση του ιδιοκτήτη της, του μεγιστάνα Τζεφ Μπέζος, πως η εφημερίδα δεν θα επιλέξει να υποστηρίξει ούτε τη Δημοκρατική υποψήφια Κάμαλα Χάρις, ούτε τον Ρεπουμπλικάνο αντίπαλό της Ντόναλντ Τραμπ ενόψει των προεδρικών εκλογών της ερχόμενης Τρίτης, σύμφωνα με τις πληροφορίες άλλου αμερικανικού μέσου ενημέρωσης.
Ρεπόρτερ του National Public Radio (NPR) ανέφερε μέσω X χθες πως πρόκειται για χονδρικά το 10% των συνδρομητών της εφημερίδας.
Η απόφαση προκάλεσε οργή στο αναγνωστικό κοινό της εφημερίδας, καθώς εκλήφθηκε ως προσπάθεια από πλευράς του κ. Μπέζος να περιορίζει τη δυνητική ζημιά στα συμφέροντά του και στις επιχειρήσεις του σε περίπτωση επιστροφής του κ. Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
Σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε προχθές στην εφημερίδα του, ο μεγιστάνας στον οποίο ανήκουν επίσης ο ψηφιακός κολοσσός της λιανικής Amazon και η ιδιωτική εταιρεία διαστήματος Blue Origin -που εξαρτάται σε καθοριστικό βαθμό από δημόσιες συμβάσεις-, μεταξύ άλλων, διαβεβαίωσε πως δεν έχει «πολιτική ατζέντα» και επιχειρηματολόγησε πως οι Αμερικανοί πιστεύουν ότι τα μέσα ενημέρωσης έχουν «προκαταλήψεις» και η επιλογή υποψήφιου δεν θα βοηθούσε να αποκατασταθεί η εικόνα της αμεροληψίας τους.
Το κείμενο με το οποίο η σύνταξη της εφημερίδας ανακοίνωνε πως τάσσεται υπέρ της αντιπροέδρου και υποψήφιας των Δημοκρατικών για τον Λευκό Οίκο είχε γραφτεί, αλλά ο Τζεφ Μπέζος αποφάσισε να μη δημοσιευθεί.
Ο δισεκατομμυριούχος απέκτησε την ιστορική αμερικανική εφημερίδα το 2013.
Η Washington Post είναι μια από τις πιο γνωστές και ιστορικές εφημερίδες στις Ηνωμένες Πολιτείες, με μακρά παράδοση στην έγκυρη και αναλυτική δημοσιογραφία. Η ιστορία της ξεκινάει το 1877, όταν ιδρύθηκε από τον Stilson Hutchins στην Ουάσιγκτον, D.C. Αρχικά, η εφημερίδα είχε χαρακτήρα τοπικής και συντηρητικής ενημέρωσης, αλλά αργότερα μετατράπηκε σε εθνική δύναμη με ισχυρή επιρροή στην πολιτική σκηνή.
Το 1933, η Post αγοράστηκε από τον τραπεζίτη Eugene Meyer σε δημοπρασία, μετά από μία δύσκολη περίοδο για την εφημερίδα λόγω οικονομικών προβλημάτων και της Μεγάλης Ύφεσης. Ο Meyer έθεσε ως αποστολή του τη βελτίωση της ποιότητας της δημοσιογραφίας της και την αύξηση της επιρροής της. Όταν ο Meyer αποσύρθηκε, η διεύθυνση πέρασε στον γαμπρό του, Philip Graham, και στη σύζυγό του, Katharine Graham, οι οποίοι έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην πορεία της εφημερίδας κατά τις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70.
Η Διάκριση και το Σκάνδαλο Watergate
Η δεκαετία του 1970 ήταν κομβική για τη φήμη και την αξιοπιστία της Washington Post. Με τη διεύθυνση της Katharine Graham και την ισχυρή δημοσιογραφική ομάδα των Bob Woodward και Carl Bernstein, η εφημερίδα ξεσκέπασε το σκάνδαλο Watergate, το οποίο κατέληξε στην παραίτηση του Προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον το 1974. Το ρεπορτάζ αυτό κατέστησε την Washington Post σύμβολο ερευνητικής δημοσιογραφίας και της κριτικής στάσης απέναντι στην εξουσία, αναδεικνύοντας τη σημασία της ελευθερίας του Τύπου και κερδίζοντας το βραβείο Pulitzer.
Το πέρασμα στον 21ο Αιώνα
Με την άνοδο του διαδικτύου, η Washington Post άρχισε να επενδύει σε ψηφιακές υποδομές και στρατηγικές για να προσαρμοστεί στη νέα εποχή των μέσων ενημέρωσης. Παρά τις προκλήσεις, η εφημερίδα κατάφερε να διατηρήσει την ισχυρή της θέση και να αναπτυχθεί περαιτέρω, προσφέροντας ψηφιακά προγράμματα συνδρομών και ενισχύοντας τη διαδικτυακή της παρουσία.
Μετασχηματισμός στην ψηφιακή εποχή και εξαγορά από τον Jeff Bezos (2013):
Η Washington Post συνέχισε να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες της ψηφιακής εποχής, αλλά το 2013 η οικονομική της κατάσταση την οδήγησε σε εξαγορά από τον Jeff Bezos, τον ιδρυτή της Amazon, για 250 εκατομμύρια δολάρια. Υπό τη νέα διεύθυνση, η εφημερίδα έκανε επενδύσεις στην τεχνολογία, βελτίωσε την ψηφιακή της πλατφόρμα και διεύρυνε τη διαδικτυακή της παρουσία, ενισχύοντας την κυκλοφορία και την αναγνωρισιμότητά της.
Διεθνής απήχηση και επιρροή:
Σήμερα, η Washington Post έχει εξελιχθεί σε μία από τις πιο αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης διεθνώς. Καλύπτει ειδήσεις και θέματα από όλο τον κόσμο, με πλήθος ερευνητικών και αναλυτικών ρεπορτάζ, αναγνωρισμένη για την ποιοτική δημοσιογραφία της και τον αντίκτυπό της σε θέματα πολιτικής, κοινωνίας και δικαιωμάτων.
Η εφημερίδα έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία Pulitzer και διατηρεί υψηλά standards δεοντολογίας, παρά την ταχεία ψηφιακή της επέκταση και το γεγονός ότι η σύγχρονη δημοσιογραφία είναι πιο ανταγωνιστική από ποτέ. Η έμφαση της Washington Post στην ποιότητα των ρεπορτάζ, η χρήση καινοτόμων τεχνολογιών και η αφοσίωση στην αλήθεια την κρατούν σταθερά στην κορυφή της διεθνούς δημοσιογραφίας.
Το 2016 και το 2020 στρατεύτηκε υπέρ της Χίλαρι Κλίντον και υπέρ του Τζο Μπάιντεν αντίστοιχα.
- Η Κάμαλα Χάρις τηλεφώνησε στον Τραμπ- Παραδέχθηκε την ήττα της και τον συνεχάρη, στις 23:00 θα μιλήσει δημόσια
- Ρέινολντς και Τζάκμαν: Νέα συνεργασία στα σκαριά εκτός Marvel
- Κάμαλα Χάρις: Too Little, Too Late
- “Ράλι” στα χρηματιστήρια – “Πονοκέφαλος” για την ΕΚΤ η νίκη Τράμπ
- Σε ποιες χώρες στρέφονται οι Αμερικανοί για εύκολη μετεγκατάσταση: Ραγδαία αύξηση αναζητήσεων στο Google λόγω δεύτερης θητείας Τραμπ