Τα πήρε όλα. Όλα όμως. Τον Λευκό Οίκο, τη Βουλή, τη Γερουσία, τα swing states, τη λαϊκή ψήφο, την εργατική τάξη, τους λατινοαμερικάνους πρώην μετανάστες, μεγάλο μέρος των αφροκοαμερικανών, την νεολαία, το Σίλικον Βάλεϊ μαζί με τους μεγαλύτερους επιχειρηματίες του κόσμου, την Wall Street, τον πλανήτη ολόκληρο. Για να το πούμε λαϊκά, τους “πήρε τα σώβρακα”!
Ποιός; Ο “λαϊκιστής”. Ο “καταδικασμένος για εγκλήματα”. Ο “παρανοϊκός”. Ο “αρχηγός των ψεκασμένων”. Δεν πάει να τον “στόλισαν” με όλα τα κοσμητικά επίθετα που μπορούσαν να σκεφτούν με όλες τις πραγματικές ή ψευδείς κατηγορίες κατέβαζε η κούτρα των επιτελείων τους; Ο Τραμπ κατάφερε ο,τι δεν είχαν καταφέρει σχεδόν όλοι οι 46 Πρόεδροι της Αμερικής είχαν προηγηθεί: Να κατακτήσει την απόλυτη εξουσία μέσα από μία δημοκρατική διαδικασία και όχι με πραξικόπημα, εξέγερση ή εμφύλιο.
Κι όμως μέχρι χτες οι αναλυτές, οι πολιτικοί επιστήμονες και οι δημοσκόποι μας διαβεβαίωναν ότι η μάχη θα είναι ντέρμπι, “σώμα με σώμα” και “στήθος με στήθος”. Απέναντι σε ποιόν; Στην Τέιλορ Σουίφτ, την συμπαθέστατη ατάλαντη που θα μπορούσε να κάνει καριέρα σε οποιοδήποτε επαρχιακό σούπερ-μάρκετ της Αμερικής και που για άγνωστους λόγους η μουσική βιομηχανία ανέδειξε σε “σούπερ-σταρ”; Και στην Τζένιφερ Λόπεζ. Και στην Τζένιφερ Άνιστον. Και στον Τζορτζ Κλούνεϊ. Διότι άλλον αντίπαλο απέναντι στον “λαϊκισμό” του δεν είχε πέραν από τον υπέργηρο Μπάιντεν και την άχρωμη, άοσμη, ανύπαρκτη Κάμαλα ή για να το θέσουμε πιο πολιτικά, πέρα από την άχρωμη, άοσμη, ανύπαρκτη Κεντροαριστερά των ΗΠΑ.
Οι σκιές πάνω από την υποψήφια των Δημοκρατικών ήταν ορατές ευθύς εξαρχής κι όμως όλοι έκαναν πως δεν τις έβλεπαν. Και μία προς μία έπεσε σαν ταφόπλακα επάνω της και επάνω στο κόμμα της: η τσέπη των πολιτών, η γενικευμένη δυσθυμία, η αγραμματοσύνη, η κρίσιμη πολιτεία της Πενσυλβάνια, η καθυστέρηση της παραίτησης από την υποψηφιότητα του Μπάιντεν, οι διαθέσεις για αλλαγή στην νεολαία και στις μειονότητες, οι πόλεμοι, οι μη ξεκάθαρες θέσεις και προτάσεις για το μεταναστευτικό. Και βέβαια η εγκατάλειψη της εργατικής τάξης όπως έχουν κάνει εδώ και χρόνια όλα τα κόμματα της Κεντροαριστεράς.
«Δεν θα πρέπει να αποτελεί μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι ένα Δημοκρατικό Κόμμα που έχει εγκαταλείψει τους ανθρώπους της εργατικής τάξης θα διαπιστώσει ότι η εργατική τάξη το έχει εγκαταλείψει. Ενώ η ηγεσία των Δημοκρατικών υπερασπίζεται το status quo, ο αμερικανικός λαός είναι θυμωμένος και θέλει αλλαγή. Και έχουν δίκιο», σημείωσε ο “γερόλυκος Μπέρνι Σάντερς, ο οποίος επανεξελέγη θριαμβευτικά στο Βερμόντ.
Η Κάμαλα Χάρις και το επιτελείο της αλλά και οι ελίτ που την στήριξαν ούτε κατανόησαν ούτε κατάφεραν να απομακρύνουν αυτές τις σκιές που τελικά τους κατάπιαν αμάσητους.
Κι όμως! Μέχρι προχθές ο “αξιόπιστος” Economist “έβλεπε μεταστροφή υπέρ της Χάρις” όταν οι χρηματαγορές είχαν ήδη ξεκινήσει το πανηγύρι για την επερχόμενη νίκη του Τραμπ. Το ίδιο και άλλα σοβαρά, έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ στις ΗΠΑ, στη Βρετανία, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και στην Ελλάδα, βεβαίως, βεβαίως. Κι ούτε ακόμη έχουν πολυκαταλάβει από που τους ήλθε η διάψευση των προβλέψεών τους ως κεραμίδα. Διότι όλοι αυτοί οι κεντροδεξιοί, κεντροαριστεροί, κεντροκάτι έχουν χάσει προ πολλού την ικανότητα όχι μόνο να αναλύουν και να προβλέπουν αλλά και το να αντιλαμβάνονται τον κόσμο πέρα από τους γυάλινους πύργους τους. Γι αυτό και ό,τι βρίσκεται έξω από αυτούς και τους απειλεί απλώς το ξορκίζουν και το απεύχονται έχοντας παραλύσει από το φόβο. Σαν ιερείς μίας θρησκείας που καταρρέει. Σαν Βραχμάνοι που αναζητούν στις Βέδες αυτό που βρίσκεται μπροστά στη μύτη τους.
Σε αντίθεση με τους (εδώ και χρόνια) αποτυχημένους δημοσκόπους μόνο οι αγορές διέγνωσαν με ακρίβεια και εγκαίρως την επερχόμενη επικράτηση του Τραμπ διότι μόνο οι άνθρωποι των αγορών μπορούν πλέον να καταλάβουν που είναι το κέρδος και γι αυτούς αλλά και το τι σημαίνει η φτώχεια για τους πολλούς. Κάποτε το καταλάβαινε και η Αριστερά αλλά και όσοι είχαν μελετήσει επαρκώς την Ιστορία από την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έως σήμερα όπως, για παράδειγμα, την καταγράφει ο ρωσοαμερικανός Peter Turchin στο βιβλίο του “End Times“.
Ο Τραμπ κέρδισε εκεί ακριβώς που οι τόσο οι παραδοσιακοί συντηρητικοί όσο και οι ριζοσπάστες αριστεροί αποτυγχάνουν: στο να δίνουν απλές, κατανοητές και πειστικές απαντήσεις σε σύνθετα προβλήματα. Το αν οι απλές απαντήσεις του Τραμπ θα είναι και αποτελεσματικές και το αν εφαρμόσει όλα όσα υποσχέθηκε πως θα κάνει, είναι “άλλου παπά ευαγγέλιο”. Το θέμα είναι πως ήταν πειστικές, όπως έδειξε το αποτέλεσμα των εκλογών, για πάνω από 70 εκατομμύρια Αμερικάνους. Γι αυτό ακριβώς έπιασε τους αντιπάλους του με τα σώβρακα. Και τους τα πήρε!
Κι εμείς; Πρέπει να φοβηθούμε από τον θρίαμβο του Τραμπ; Ίσως. Οχι όμως περισσότερο από όσο έπρεπε εδώ και καιρό να φοβόμαστε για όσους σήμερα μας κυβερνούν: Τις ηγεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΝΑΤΟ, της Goldman Sachs και άλλων ευαγών οργανισμών, τις κυβερνήσεις μας. Αυτούς που μας βυθίζουν στη φτώχεια και τους πολέμους επιζητώντας την στήριξή μας επικαλούμενοι τις δημοκρατικές μας ευαισθησίες και τα δικαιώματα που οι ίδιοι ποδοπατούν.