Η γαλλική εφημερίδα Le Monde σε δημοσίευμά της αναφέρει ότι στη Γαλλία, αλλά ως έναν βαθμό και στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι υδάτινοι πόροι έχουν αρχίσει να μολύνονται ανησυχητικά με τριφθοροξικό οξύ λόγω της αλόγιστης χρήσης του φυτοφαρμάκου flufenacet.
Το εν λόγω ζιζανιοκτόνο αναγνωρίστηκε στις 29 Σεπτεμβρίου από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων ως «ενδοκρινικός διαταράκτης», δηλαδή ως χημικό προϊόν που επιδρά στο ορμονικό σύστημα των ζώων και των ανθρώπων, γράφει η εφημερίδα σημειώνοντας πως παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ζητήσει από το 2013 την απόσυρση του φυτοφαρμάκου flufenacet από τις ευρωπαϊκές αγορές, αυτό δεν συνέβη λόγω μεταγενέστερων αποφάσεων αναστολής της απόσυρσης.
Η χρήση του είναι εξαιρετικά διαδεδομένη στην Ευρώπη, ενώ στη Γαλλία οι πωλήσεις του ουσιαστικά διπλασιάστηκαν τα τελευταία τρία χρόνια, προσεγγίζοντας τους 900 τόνους τον χρόνο.
Το Flufenacet είναι ένα συστηματικό ζιζανιοκτόνο που ανήκει στην κατηγορία των ακεταμιδίων. Χρησιμοποιείται κυρίως για τον έλεγχο ετήσιων αγρωστωδών και πλατύφυλλων ζιζανίων σε καλλιέργειες όπως το καλαμπόκι, το σιτάρι και το κριθάρι. Εφαρμόζεται συνήθως προφυτρωτικά ή νωρίς μετά τη φύτευση, εμποδίζοντας την ανάπτυξη των ζιζανίων.
Πώς λειτουργεί:
Το Flufenacet δρα αναστέλλοντας τη σύνθεση των λιπαρών οξέων, που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των κυτταρικών μεμβρανών στα φυτά. Αυτό οδηγεί σε διακοπή της ανάπτυξης των ζιζανίων, προκαλώντας τελικά τον θάνατό τους.
Τι προκαλεί:
- Στα ζιζάνια: Αναστέλλει τη βλάστηση των σπόρων και την ανάπτυξη των βλαστών, εμποδίζοντας την εξάπλωσή τους.
- Στο περιβάλλον: Μπορεί να έχει τοξικές επιδράσεις στον υδάτινο οργανισμό αν φτάσει σε υδάτινα σώματα μέσω απορροής. Η επίδρασή του στο έδαφος εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες και τον τύπο του εδάφους.
- Στον άνθρωπο: Εάν δεν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να προκαλέσει ερεθισμούς στα μάτια και το δέρμα, ενώ η εισπνοή του μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του αναπνευστικού συστήματος. Η χρόνια έκθεση σε φυτοφάρμακα, γενικότερα, συνδέεται με προβλήματα υγείας όπως ορμονικές διαταραχές και αυξημένο κίνδυνο για ορισμένες ασθένειες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ