Υπάρχει «υγιής» επιθετικότητα; Είναι η βία διεσπαρμένη στον κοινωνικό ιστό; Τι ρόλο παίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, οι οπαδικές λέσχες και οι πλατείες; Ποιες ήταν οι συνέπειες όσων έζησαν οι σημερινοί έφηβοι την περίοδο της πανδημίας και της κρίσης;
Ένα νέο πρόγραμμα της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ) για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της παραβατικότητας ανηλίκων μελετά το φαινόμενο της νεανικής βίας. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα η φιλοσοφία του οποίου βασίζεται σε μια ολιστική προσέγγιση με εμπλοκή όλων των θεσμών και της κοινότητας, σε τοπικό επίπεδο.
Τα μέλη της διεπιστημονικής ομάδας της ΕΠΑΨΥ, Αλέξανδρος Καλαβρής: Επιστημονικά Υπεύθυνος, Ψυχολόγος παιδιών και εφήβων, MSc, PhD (c), Βικτώρια Κατσιαμάκη: Ψυχολόγος, MSc, PhD (c), Δανάη Κοκορίκου: Κλινική Ψυχολόγος, MSc, PhD, Χαράλαμπος Παπαγιαννόπουλος: Κοινωνικός Λειτουργός, MSc και Μελίνα Τσιόδρα: Κλινική Ψυχολόγος, MSc, απαντούν στα ερωτήματα του ANATROPINEWS για όλα τα ζητήματα σχετικά με τους νέους.
Συνέντευξη στον Χρόνη Διαμαντόπουλο
-Πώς αισθάνονται οι έφηβοι και τι τροφοδοτεί την νεανική βία; Που εντοπίζονται τα αίτια ακραίων αντικοινωνικών συμπεριφορών από πλευράς τους;
Μετά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης του Covid-19 και τον εγκλεισμό παρατηρείται προοδευτική αύξηση της νεανικής βίας, ενώ το ηλικιακό όριο εμπλοκής των ανηλίκων με το νόμο διαρκώς μειώνεται. Η βία είναι διεσπαρμένη παντού μέσα στον κοινωνικό ιστό: από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα ηλεκτρονικά παιχνίδια έως τις οπαδικές λέσχες και τις πλατείες. Συνάμα, η ενδοοικογενειακή βία παρουσιάζεται ιδιαίτερα οξυμένη, με τους ανήλικους είτε να την βιώνουν άμεσα, είτε να γίνονται μάρτυρες της. Οι έφηβοι απορροφούν την βία και την αντικοινωνική συμπεριφορά, ενώ τείνουν να την αναπαράγουν καθώς βρίσκονται σε άμεση αλληλεπίδραση με τον ενήλικο θυμό και επιθετικότητα. Δεν μένει παρά να αναλογιστούμε τι έχουν περάσει σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο όχι μόνο οι ίδιοι οι νέοι, αλλά και ο ευρύτερος κύκλος που τους περιβάλλει: οι γονείς, οι καθηγητές και σημαντικοί ενήλικες που λειτουργούν ως πρότυπα στη ζωή τους. Εύκολα διαπιστώνουμε πως πριν την υγειονομική κρίση και τις συνέπειες της, τα παιδιά και οι έφηβοι εκτέθηκαν σε πολλαπλούς στρεσογόνους παράγοντες και κρίσεις, αρχής γενομένης της οικονομικής μέσα από την οποία διήλθε η χώρα μας πριν μια δεκαπενταετία. Οι αλλεπάλληλες περίοδοι κρίσεων έχουν σημαντικά αποδυναμώσει την κοινωνική ευαισθησία και κατανόηση και το αίσθημα του ανήκειν και συμμετάσχειν εντός της κοινότητας.
Ως ειδικοί ψυχικής υγείας δεν μπορούμε να απαντήσουμε με απόλυτες θέσεις, ίσως καλύτερα θα έπρεπε να θέσουμε εμείς οι ίδιοι κάποια περαιτέρω ερωτήματα που θα μας προβληματίσουν και θα αποτελέσουν έναυσμα για σκέψη. Πώς επηρέασε σε οικονομικό και ψυχικό επίπεδο τα πρόσωπα αναφοράς αυτή η επάλληλη έκθεση σε στρεσογόνους παράγοντες; Πώς ήταν για τον έφηβο να μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον όπου το ονειρεύεσθαι το έχει αντικαταστήσει μια διαρκής αίσθηση ματαιότητας; Τι ευκαιρίες υπάρχουν για τα νέα παιδιά ώστε να ελπίζουν πως μπορούν να δημιουργήσουν και να διαμορφώσουν με ενεργό τρόπο το μέλλον τους;
-Τι είναι αυτό που οδηγεί στην απροκάλυπτη και αναίτια βία τόσο νέα παιδιά;
Η βία προβάλλεται ποικιλοτρόπως και διαρκώς μέσα από διάφορες οδούς επικοινωνίας. Απροκάλυπτη βία, αυτό που θα ονομάζαμε «αρνητική βία», συναντάμε τόσο στα ακραία περιστατικά βαναυσότητας που προβάλλονται από τα ΜΜΕ και αναπαράγονται στα social media, όσο και από καλλιτέχνες που αποτελούν πρότυπο για πολλούς νέους ανθρώπους. Μέσα από την ανοχή και τη κανονικοποίηση αυτής της βίαιης συμπεριφοράς, ενισχύουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο της βίας. Στον αντίποδα αυτής της αρνητικής βίας, ο νέος εκτίθεται και σε μια άλλη μορφή βίας, που κατονομάζεται σπανιότερα, τη βία της θετικότητας. Αυτή η μορφή βίας ντύνεται με ωραίους και κοινωνικά επιθυμητούς όρους, όπως η υπερπαραγωγή, η υπερεπίδοση ή η υπερδραστηριότητα, η οποία ωστόσο ασκεί τεράστια ψυχολογική πίεση στα νεαρά άτομα. Κάπου ενδιάμεσα από αυτά τα άκρα, υπάρχει ωστόσο και η «υγιής» επιθετικότητα.
Η επιθετικότητα και η αντίσταση στα πρόσωπα εξουσίας είναι κάτι που αναμένουμε να συναντήσουμε αναπτυξιακά στην εφηβεία. Το να αποφύγουμε ή να καταπιέσουμε αυτήν την επιθετικότητα θα είναι εξίσου καταστροφικό για την ψυχική ανάπτυξη των εφήβων. Η “υγιής” επιθετικότητα διαφοροποιεί τον έφηβο, ωθεί τον έφηβο στο να διαμορφώσει μια άλλη, δική του ταυτότητα και τον βοηθά στο να προχωρήσει προς την ανεξαρτητοποίηση από τα γονεϊκά πρόσωπα. Αντίστοιχα, αναμένουμε από τους γονείς να θέτουν όρια και να αντέχουν τις συγκρούσεις με τα παιδιά τους χωρίς να καταφεύγουν στη βία.
Αργότερα τον ρόλο αυτό τον αναλαμβάνει το σχολείο και η ίδια η κοινωνία. Η επιθετικότητα έτσι λειτουργεί με έναν τρόπο που προωθεί την αυτονομία του ατόμου και το προετοιμάζει για την ενήλικη ζωή.
Το μεγάλο στοίχημα εδώ είναι να βρούμε τρόπους ώστε να εκφραστεί αυτή η επιθετικότητα με έναν δημιουργικό και όχι (αυτό) καταστροφικό τρόπο.
-Πώς νεαρά παιδιά επιτίθενται με απίστευτη βιαιότητα σε συνομήλικους;
Τα παιδιά που επιτίθενται με μεγάλη βιαιότητα σε συνομηλίκους είναι ως επί το πλείστον παιδιά που έχουν εκτεθεί τα ίδια σε κακοποιητικές ή παραμελητικές συμπεριφορές. Πολλές φορές τα παιδιά-θύτες έχουν υπάρξει τα ίδια θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Είναι πολύ πιθανό πως αυτά τα παιδιά ίσως προσπαθούν μέσω της ταύτισης με τον επιτιθέμενο να επεξεργαστούν και να επανορθώσουν το δικό τους βίωμα, ώστε να νιώσουν και πάλι ισχυρά, ότι έχουν τον έλεγχο. Αυτή η επιβολή δύναμης στον άλλον πρόκειται στην ουσία για μια προσπάθεια αντιστάθμισης του δικού τους αισθήματος αβοηθησίας.
Χρειάζεται να φύγουμε από τη λογική της δαχτυλοδεικτούμενης απόδοσης ευθυνών. Ίσως θα ήταν προτιμότερο να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να εστιάσουμε την προσοχή μας στο τι γίνεται στο περιβάλλον του παιδιού. Η βίαιη συμπεριφορά δεν είναι παρά το σύμπτωμα μιας κοινωνικής παθολογίας και συντελείται μέσω της παρατήρησης των πράξεων ενός προτύπου, όπως είναι οι γονείς. Ο έφηβος έχει μέσα του μια ορμή, την οποία δεν ξέρει πως να τη διαχειριστεί και είτε θα τη χρησιμοποιήσει όπως την έχει μάθει ώστε να επιβεβαιώσει μέσω της επιθετικότητας ότι είναι δυνατός.
Σε τι (βίαιες) συμπεριφορές εκτίθεται το ίδιο το παιδί; Αντί να κατηγορούμε και να ασκούμε μια τιμωρητική κριτική στο παιδί που εκφράζει τέτοιες βίαιες συμπεριφορές, ίσως θα έπρεπε να το κατανοήσουμε τι ήταν αυτό που τον ωθεί στο να εκφραστεί μέσα από τόσο βίαιες και ακραίες πράξεις. Σημαντικό είναι επίσης να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθηση του ατόμου με πιο υγιείς τρόπους, προκειμένου να το βοηθήσουμε να επεξεργαστεί το δικό του τραύμα, χωρίς το στιγματίσουμε.
-Τι οδηγεί μια ομάδα ανηλίκων να επιτεθεί με οργή απέναντι σε άλλα παιδιά με την επιθυμία να τα εξοντώσουν ηθικά, συναισθηματικά, λεκτικά, σωματικά;
Είναι πολύ συχνό φαινόμενο η βίαιη συμπεριφορά να εκφράζεται στα πλαίσια κάποιας ομάδας. Η υιοθέτηση βίαιων, επιθετικών συμπεριφορών κατά την εφηβική ηλικία συχνότερα υπαγορεύεται από την επιθυμία διαμόρφωσης μιας ισχυρής, διακριτής κοινωνικής ταυτότητας και βέβαια από την εναγώνια ανάγκη για «ανήκειν» σε μία ομάδα που συγκροτείται στα πρότυπα ενός κοινού σκοπού και στόχου και προσφέρει την αίσθηση ενότητας στα άτομα που την απαρτίζουν.
Όπως είπαμε ήδη, η εφηβεία είναι η κρίσιμη αναπτυξιακή φάση που το άτομο αρχίζει να αποδομεί και να αποστρέφεται τις γονικές φιγούρες, και έτσι, τον ρόλο που διαδραμάτιζαν οι γονείς – μέχρι πρότινος σημεία αναφοράς για την καθοδήγηση και αναγνώριση- αναλαμβάνει ο κύκλος των συνομηλίκων. Εδώ βλέπουμε και πάλι τους πολλαπλούς παράγοντες (κοινωνικούς, ψυχολογικούς, κ.α) που επενεργούν στη διαμόρφωση των συμπεριφορών που θα αναπτύξει ένα άτομο στην εφηβεία. Προϋπάρχουσες ευαλωτότητες μπορεί να διασταυρωθούν με την προσπάθεια για ενσωμάτωση σε μία ομάδα παίρνοντας μία αρνητική τροπή που οδηγεί προοδευτικά στην ανάπτυξη επιθετικών συμπεριφορών.
Για πολλά νεαρά άτομα, λοιπόν, η ανάγκη για ισχύ, αυτοπεποίθηση, και μια ισχυρή κοινωνική ταυτότητα ικανοποιείται μέσα από την ομάδα – ακόμα και εάν αυτή η ομάδα προκρίνει τη βία ως μέσο επιβεβαίωσης και επίδειξης ισχύος. Αυτό είναι που μας διδάσκει και η Ψυχολογία των Μαζών του Le Bon, πως στα πλαίσια της ομάδας, οι ατομικές αποφάσεις, τα συναισθήματα και η δράση που αναπτύσσουν τα μεμονωμένα άτομα επηρεάζονται και καθοδηγούνται από τις επιταγές της μάζας. Σε μια ομάδα λοιπόν, ο έφηβος μπορεί να νιώσει την ισχύ και προστασία που δεν μπορεί να βρει σε ατομικό ή/και οικογενειακό επίπεδο, και η επιθυμία αυτή για τη δόμηση της κοινωνικής ταυτότητας και την αυτό-επιβεβαίωση να οδηγήσει στην ένωση με άτυπες ή τυπικές συμμορίες που προβάλλουν τον θυμό και την οργή τους και επιχειρούν την ηθική-συναισθηματική-λεκτική-σωματική εξόντωση του «Άλλου». Το φαινόμενο αυτό μπορεί να ενισχυθεί από δυναμικές ηγετικές φιγούρες που προσελκύουν πιο «αδύναμα» μέλη, τα οποία αποζητούν την αποδοχή και αναγνώριση.
Γιατί υπάρχει τόση βία τελικά; Στην οικογένεια, μεταξύ ανηλίκων, στο χώρο εργασίας κτλ; Τι συμβαίνει και βρισκόμαστε σε συνεχή οπισθοδρόμηση, πνευματικά, γνωσιακά και ηθικά;
Τη βία και την αύξηση βίαιων περιστατικών θα πρέπει να την προσεγγίσουμε ολιστικά, ως ένα σύνθετο πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Σίγουρα δεν είναι ατομικό ζήτημα αν και τα άτομα που ασκούν βία έχουν την ευθύνη των πράξεών τους. Η Ελλάδα στατιστικά βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης για το άγχος, την κατάθλιψη και την αυτοκτονία. Όλα αυτά είναι συμπτώματα με κοινές αιτίες. Την τελευταία δεκαπενταετία η χώρα περνάει αλλεπάλληλες περιόδους κρίσεων που έχουν αποδυναμώσει την κοινωνική συνοχή και τις αντοχές των κοινοτήτων της. Το αποτέλεσμα είναι να επηρεάζονται όλες οι κοινωνικές ομάδες, αλλά πολύ περισσότερο οι πιο ευάλωτες.
Πάνω σε αυτό το έδαφος, εμφανίζονται φαινόμενα βίας είτε αυτά είναι οι γυναικοκτονίες και η ενδοοικογενειακή βία, είτε είναι τα περιστατικά με ανήλικα και πολύ νεαρά άτομα που προβάλλονται τελευταία στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Αντίστοιχα, φυσικά, υπάρχουν και άλλα κομμάτια που αποσιωπούνται, όπως η βία της φτώχειας, της ανεργίας, των διακρίσεων κλπ. Όσο περισσότερο διευρύνονται οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, τόσο περισσότερο εμφανίζονται ξεσπάσματα βίας και εμπλοκής με το νόμο και το ποινικό σύστημα.
-Αυτό που ονομάζουμε αύξηση των περιστατικών νεανικής παραβατικότητας στοιχειοθετείται από κάποια έρευνα ή οφείλεται στην προβολή ή την υπέρ-προβολή από τα Μέσα Ενημέρωσης;
Αυτή είναι μία σημαντική ερώτηση. Στη χώρα μας τα στοιχεία για τέτοια φαινόμενα δεν συλλέγονται οργανωμένα και σταθερά, άρα είναι δύσκολο να υπάρξουν συγκριτικά στοιχεία με προηγούμενα έτη. Υπάρχουν κάποια στοιχεία είτε εμπειρικά από εισαγγελείς και επιμελητές ανηλίκων, είτε από συγκεκριμένες έρευνες και στοιχεία των προσαγωγών και των συλλήψεων. Φυσικά, αυτό αφήνει έξω πολλά περιστατικά που δεν φτάνουν σε αυτό το επίπεδο. Βλέπουμε ότι υπάρχει κάποια αύξηση, αλλά κυρίως υπάρχει αύξηση στην ένταση και τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διαπράττονται.
Ο ρόλος των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην αναπαραγωγή διαφόρων κοινωνικών φαινομένων έχει καταγραφεί και στο παρελθόν και σήμερα. Δείτε το παράδειγμα της ανορεξίας και τη βιομηχανίας της μόδας. Δεν δημιουργεί η βιομηχανία της μόδας την ανορεξία, όμως την ενισχύει και την “αισθητικοποιεί” όπως λέμε. Τι σημαίνει δηλαδή αυτό; Ότι την κάνει κάτι αξιοπερίεργο που θέλουμε να το δούμε, θέλουμε να το μάθουμε, όπως μία κινηματογραφική ταινία θρίλερ. Είναι αναμενόμενο και στο κομμάτι της βίας, η συνεχής αναπαραγωγή των περιστατικών σαν να ήταν θρίλερ, να παίξει αυτό το ρόλο. Να ενισχύσει δηλαδή την αναπαραγωγή αλλά και την “κατανάλωση” αυτών των φαινομένων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κλπ.